Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010

Oι άδοξοι μπάσταρδοι και οι βαθιές πολιτικές ρίζες της ελληνικής χρεοκοπίας.

του οικονομολόγου-αναλυτή Δημήτρη Καζάκη

Οι βαθιές πολιτικές ρίζες της ελληνικής χρεοκοπίας
Σε μια συνέντευξή του ο υπουργός Οικονομικών κ. Παπακωνσταντίνου διατύπωσε την εξής ενδιαφέ­ρουσα άποψη: «Καμία χώρα με τόσο μεγάλες ανάγκες δανεισμού, με τόσο μεγάλη εξάρτηση από δανεικά κεφάλαια για να λειτουρ­γήσει δεν είναι κατ’ ουσίαν ελεύθερη.
Οι πιστωτές – είτε άμεσα είτε έμμεσα – ζητούν λογαριασμό για το τι κάνεις τα λεφτά που σε δανείζουν, όχι απαραίτητα γιατί θέλουν να επιβάλουν την οικονομική τους πολιτική, αλλά κυρίως για να εξασφαλίσουν ότι τα χρήματα που σου δανείζουν θα μπορέσουν να τα πάρουν πίσω, γιατί είναι χρήματα φορολογουμένων και ασφαλισμένων σε Ταμεία άλλων χωρών και μετόχων στους οποίους λογοδο­τούν» («Κόσμος του Επενδυτή», 15-16.5).

Ας αφήσουμε κατά μέρος την αναφορά σε «φορολογούμε­νους και ασφαλισμένους σε Ταμεία άλλων χωρών», όπου υπο­τίθεται ότι λογοδοτούν οι πιστωτές της χώρας μας. Πρόκειται για τις συνήθεις ανοησίες με τις οποίες διανθίζουν τόσο ο κύριος υπουργός όσο και ο πρωθυπουργός της χώρας τις λιγοστές αλήθειες που αναγκάζονται να ομο­λογήσουν. Άλλωστε δεν μπορεί να μην ξέρει κοτζάμ υπουργός Οικονομικών ότι σε ασφαλιστικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες ανήκει μόλις το 15% των ελληνι­κών ομολόγων.
Κι αυτοί που διαχειρίζονται τα λεφτά των «φορολογουμένων και ασφαλισμένων» λογοδοτούν σ’ αυτούς όσο λογοδοτούν και οι διαχειριστές των δικών μας ασφαλιστικών ταμείων, οι οποίοι καθ’ υπόδειξη των κυβερνήσεων, αλλά και γνωστών κερδοσκοπικών κυκλωμάτων, έχουν φορτώσει τα ταμεία με κάθε λογής ομόλογα και άλλες ανάλογου τύπου επενδύσεις χωρίς αντίκρισμα.
Οι πιστωτές του κράτους εξ άλλου δανείζουν την Ελλάδα μόνο επειδή γνωρίζουν ότι έχουν να κερδίσουν πάρα πολλά. Πάντα με την αμέριστη βοήθεια των κυβερνήσεων αυτής της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ολόκληρη την περίοδο της μεταπολίτευσης, 1974-2009, η Ελλάδα έχει πληρώσει σε εξυπηρέτηση χρέους πάνω από 640 δισ. ευρώ για ένα κυλιόμενο δημόσιο χρέος των 300 δισ. ευρώ το 2009. Πρόκειται για μια μέση απόδοση της τάξης του 215%!
Ποια άλλη επιχείρηση μπορεί να υπερηφανευτεί για τέτοιες αποδόσεις;
Γιατί λοιπόν να μη φορτώσουν με δάνεια τη χώρα;
Ωστόσο, αυτό που ομολογεί ο υπουργός Οικονομικών, ότι δη­λαδή το βασικό πρόβλημα έγκειται στις «τόσο μεγάλες ανάγκες δανεισμού», είναι αυτό που αρνιόταν να παραδεχθεί η κυβέρνηση ευθύς εξαρχής. Αντ’ αυτού είχε πλασάρει το γνωστό πια παραμύθι περί «αξιοπιστίας της χώρας στις αγορές». Για να μη μιλήσουμε για τον Καιάδα του ΔΝΤ, ο οποίος, όπως ομολόγησε πρόσφατα ο υφυ­πουργός Οικονομικών Σαχινίδης, ήταν εξαρχής ο κρυφός στόχος της κυβέρνησης, ήδη από την επομένη των εκλογών.
Όμως αυτό που δεν διευκρινίζει ο κ. Παπακωνσταντίνου είναι το πώς γεννήθηκαν αυτές οι «τόσο μεγάλες ανάγκες δανεισμού».
Το ελληνικό κράτος δανειζόταν ανέκαθεν, όχι για να επενδύσει στην ανάπτυξη της χώρας και στην ευημερία του λαού, αλλά για να ξεπληρώσει παλιότερα δάνεια που είχε συνάψει με επαχθείς όρους.
Στον Μητσοτάκη η ρίζα του κακού!
«Η μεγάλη αυτή δανειακή επιβάρυνσις εδημιουργήθη συ­νεπεία των υποχρεώσεων των παλαιών δανείων και μάλιστα δανείων μη εισπραχθέντων και μη χρησιμοποιηθέντων χάριν της εθνικής οικονομίας» έγραφε το 1937 ο καθηγητής Άγγελος Αγ­γελόπουλος σχετικά με την υπέρογκη δανειακή επιβάρυνση του κράτους εκείνης της εποχής.
Οι σημερινές δανειακές ανάγκες, τα σημερινά αδιέξοδα της υπερχρέωσης, έχουν την καταγωγή τους στις ρυθμίσεις των προπολεμικών χρεών της χώρας που έγιναν στη δεκαετία του 1960 από τις κυβερνήσεις της ΕΡΕ και της Ένωσης Κέντρου. Από την περίοδο της απελευθέρωσης, τόσο το ΕΑΜ όσο και σύσσωμη η Αριστερά αργότερα, με κύρια έκφρασή της την ΕΔΑ, είχαν ως βασική θέση τη διαγραφή των προπολεμικών χρεών της χώρας, με σκοπό την αυτοδύναμη παραγωγική ανα-συγκρότησή της προς όφελος του λαού της.
Την άποψη αυτή, περί διαγραφής των προπολεμικών χρεών, είχαν υιοθετήσει την εποχή εκείνη και μια σειρά σεβαστών καθη­γητών της οικονομίας, όπως ο μετέπειτα ακαδημαϊκός Άγγελος Αγγελόπουλος, ο διατελέσας διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Ξενοφών Ζολώτας, ο καθηγητής Δημήτριος Καλιτσουνάκης κ.ά. Το θεωρούσαν – εκτός όλων των άλλων – και ως έναν ελάχιστο φόρο τιμής από τους συμμάχους προς την Ελλάδα που υπέστη ανυ­πολόγιστες καταστροφές κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Φυσικά οι Βρετανοί και οι Αμερικάνοι κάθε άλλο παρά ήταν διατεθειμένοι να ξεχάσουν τα προπολεμικά χρέη της Ελλάδας. Αντίθετα θέλησαν να τα χρησιμοποιήσουν για να τη μετατρέ­ψουν ουσιαστικά σε αποικία τους. Εν τη μεγαθυμία τους, αντί για διαγραφή, πρότειναν αναδιαπραγμάτευση και ρύθμιση των προπολεμικών χρεών.
Έτσι ξεκίνησε ένας οργανωμένος διεθνής διασυρμός της χώρας από τους πιστωτές της προκειμένου να εξασφαλίσουν, μέσα από την ανα­διαπραγμάτευση του προπολεμικού χρέους, όσο το δυνατόν μεγαλύ­τερα οφέλη. Ο διασυρμός αυτός διάρκεσε σχεδόν δυο δεκαετίες, με αποτέλεσμα μια αποικιοκρατική ρύθμιση των προπολεμικών χρεών.
Την τελική αυτή ρύθμιση επέτυχε – ποιος άλλος; – ο κ. Μητσο­τάκης, ως υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, τον Ιούλιο του 1964. Ο Μητσοτάκης προχώρησε σε τέτοια ρύθμιση χρεών, ώστε μπροστά της ωχριούσε ακόμη και η παλιότερη της ΕΡΕ.
«Η ονομαστική αξία των χορηγηθεισών νέων ομολογιών εις τους κομιστάς προπολεμικών εσωτερικών δανείων διαπλασιάζεται, ο τόκος αυξάνεται και θεσπίζεται λαχείον. Εν συγκρίσει προς την ρύθ-μισιν υπό της κυβερνήσεως της ΕΡΕ, δίνονται ήδη 160% επί πλέον», θριαμβολογούσε τότε η φιλική προς τον Μητσοτάκη «Ελευθερία» (16.7.1964). Ο διακανονισμός αποπληρωμής αυτής της λεόντειας σύμ­βασης προβλεπόταν να γίνει εντός 42 έως 45 ετών. Ο κ. Μητσοτάκης, δηλαδή, το 1964 υποθήκευσε τη χώρα έως το 2006 και 2009!
Με αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα αναγνώριζε και όφειλε να αποπλη­ρώσει προπολεμικά δάνεια από το 1881 σε τουλάχιστον διπλάσια από την τρέχουσα αξία τους. Κι αυτό παρά, το γεγονός ότι είχαν μεσο­λαβήσει δυο επίσημες πτωχεύσεις της χώρας (το 1893 και το 1932) και δυο παγκόσμιοι πόλε­μοι που την είχαν κυριολεκτικά ισοπεδώσει. Το ύψος αυτών των υποχρεώσεων αντιστοιχεί σε σημερινές τιμές γύρω στα 100 δισ. ευρώ! Δηλαδή σχεδόν το ένα τρίτο του σημερινού δημόσιου χρέους. Αυτές αποτέλεσαν τη βάση της δυναμικής του σημερινού χρέους, που είναι πλέον αδύνατο να αποπληρωθεί.
Ο γνωστός ιστορικός της περιόδου Ζορζ Μεϊνό παρατηρούσε ότι ο «εξαναγκασμός της χώρας ν’ αναλάβη την εξυπηρέτηση του δη­μοσίου της χρέους, υποχρέωση με αμφίβολη ηθική βασιμότητα», αποκτά εκ των πραγμά­των «δυσάρεστο χαρακτήρα για την οικονο­μική κατάσταση μιας χώρας από την στιγμή που η κυβέρνησή της είναι υποχρεωμένη να συνάπτη νέα χρέη για να εξασφαλίση την υπηρεσία των παλαιών» αυτά γράφονταν το 1964.

Από τη χούντα στον Καραμανλή
Η χούντα κατόπιν θεσμοθέτησε ως αναπόφευκτη την πολιτική υπερχρέωσης ισχυριζόμενη ότι «ο συνεχώς διογκούμενος δανεισμός από την ξένην κεφαλαιαγοράν ακολουθεί ως αναπόφευκτον δυσμε­νές σύνδρομον αυτής της ανωμαλίας (σ.σ.: του ελλειμματικού ισο­ζυγίου πληρωμών), καθιστών ακόμη στενωτέραν την εξάρτησιν από το εξωτερικόν. Και το τελευταίον αυτό αποτελεί την πλέον εντυπωσι-ακήν ομοιότητα μεταξύ των μικρών εθνικών οικονομικών μονάδων» («Ελεύθερος Κόσμος», 29.12.1968).
Με άλλα λόγια, ως τυπική Ψωροκώσταινα, η Ελλάδα δεν μπορεί να αποφύγει τον δυσμενή δανεισμό από τη διεθνή κεφαλαιαγορά. Ό,τι δηλαδή ισχυρίζονται και οι σημερινοί κυβερνήτες.
Με τη μεταπολίτευση οι κυβερνήσεις Καραμανλή του πρεσβύτε­ρου όχι μόνο αναγνώρισαν τα κρυφά και φανερά χρέη της χούντας, αλλά συνέχισαν στον ίδιο καταστροφικό δρόμο. Ο υφυπουργός Συ­ντονισμού Στ. Δήμας διευκρίνιζε ότι «η χώρα μας… θα συνεχίσει για αρκετά ακόμη χρόνια να έχει την ανάγκη προσφυγής στον εξωτερικό δανεισμό…» («Ναυτεμπορική», 20.10.1979).
Ενώ ο κ. Μητσοτάκης, ως υπουργός Συντονισμού, δήλωνε υπερη­φάνως: «Όλοι επιδιώκουν να μας δανείσουν!» (ό.π.). Και πώς να μην επιδιώκουν να μας δανείσουν, όταν κάθε σύμβαση δανείου, ιδίως από το εξωτερικό, συνοδευόταν με προνομιακούς όρους αποπληρωμής και ταυτόχρονα με δεσμεύσεις αγοράς προϊόντων, βιομηχανικών και άλλων, από την πιστώτρια χώρα;
Κι ενώ ο ελληνικός λαός, από τον «γύψο» της χούντας, έμπαινε στον «γύψο» της μόνιμης λιτότητας επί μεταπολίτευσης, οι κυβερνήσεις Καραμανλή ανακάλυπταν ένα νέο κόλπο για να φορτώνουν με χρέητο Δημόσιο. Αντί να δανείζεται η κεντρική κυβέρνηση, έβαζαν τις δη­μόσιες επιχειρήσεις και τις κρατικές τράπεζες να δανείζονται, για να καλύπτονται οι «μαύρες τρύπες» στον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά και να τροφοδοτούνται με «δανεικά και αγύριστα» οι μεγαλοβιομήχα­νοι και οι κρατικοδίαιτοι μεγαλοεπιχειρηματίες της εποχής.
Έτσι εντέχνως εμφανιζόταν ο δημόσιος δανεισμός να είναι πε­ριορισμένος, την ίδια στιγμή που οι δημόσιες επιχειρήσεις και οι τράπεζες φορτώνονταν με χρέη έως και 10 φορές την κεφαλαια­κή τους σύνθεση.
Η εποχή Ανδρέα Παπανδρέου
Το 1981 η πλειονότητα του ελληνικού λαού πίστεψε ότι θα απαλ­λάξει τη χώρα από αυτόν τον βραχνά και ανέδειξε στην κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ, το οποίο είχε υποσχεθεί «σεισάχθεια» για τα χρέη και τιμωρία για τους ενόχους της εξωτερικής υπερχρέωσης της χώρας. Δυστυχώς όμως οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ανακάλυψαν στον δανεισμό ένα καλό εργαλείο για να εξαναγκάσουν τον λαό να πορευτεί στον ίδιο καταστροφικό κατήφορο.
Μάλιστα ο ίδιος ο Α. Παπανδρέου στην 9η Σύνοδο της Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ το 1983 ανακάλυ­πτε ότι λόγω της κρίσης:
«Η Ελλάδα θα πρέπει να στηριχτεί αρκετά στον εξωτερικό δανεισμό, όχι περισσότερο από πριν, αλλά τουλάχιστον όσο πριν. Και εδώ είναι το κλειδί της ιστορίας. Εάν η οικονομία σου δεν κριθεί φερέγγυα, με κάποια έννοια του νοικοκύρη, θα αναγκαστείς να πας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και να χτυπήσεις την πόρ­τα του. Και αυτοί θα σου δώσουν. Αλλά υπό τον όρο πλέον ότι αυτοί θα επιβάλουν – εκείνοι σε σένα – την οικονομική πολιτική της κυβέρνη-σής σου. Και αυτό σημαίνει: Τέρμα το σοσιαλι­στικό πείραμα».
Το σκηνικό της προσφυγής στο ΔΝΤ άρχισε να στήνεται από την εποχή που ο Α. Παπανδρέ­ου έκανε την ιστορική ανακάλυψη ενός «σοσι­αλιστικού πειράματος» με δανεικά και μάλιστα χρωστούμενα στις ξένες κεφαλαιαγορές. Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ όχι μόνο αποδέχτηκαν να συνεχίσουν την αποπληρωμή όλων των προηγούμενων ληστρικών δανειακών συμ­βάσεων, αλλά ξεκίνησαν και τον δικό τους καταστροφικό κύκλο υπερχρέωσης.
Για παράδειγμα, φρόντισαν να φορτώσουν στον κρατικό προϋ­πολογισμό τις αποκαλούμενες «προβληματικές επιχειρήσεις», αυτές δηλαδή που είχαν λεηλατήσει οι ιδιοκτήτες τους με την αμέριστη βοήθεια των «δανεικών κι αγύριστων» των κυβερνήσεων Καραμανλή. Όχι μόνο φόρτωσαν στο κράτος τα τεράστια ιδιωτικά χρέη που είχαν συσσωρεύσει αυτές οι επιχειρήσεις, αλλά τις κρά­τησαν για σχεδόν μια δεκαετία ουσιαστικά ανενεργές ή σε κατά­σταση σκόπιμης υπολειτουργίας, πληρώνοντας μέσω του Οργα­νισμού Ανασυγκρότησης των Επιχειρήσεων (ΟΑΕ) τους μισθούς των εργαζομένων σ’ αυτές με αντάλλαγμα την ψήφο τους.
Με τον τρόπο αυτόν όχι μόνο κατέστρεψαν την αφρόκρεμα των παραγωγικών επιχειρήσεων της ελληνικής οικονομίας εκείνης της εποχής, όχι μόνο εκμαύλισαν συστηματικά το πιο παραγωγικό εργατικό δυναμικό της χώρας, αλλά μετασχημάτισαν τη ληστεία των προβληματικών σε ένα τεράστιο δημόσιο χρέος. Τελικά, άλλες τις έκλεισαν και άλλες τις πούλησαν για παλιοσίδερα.
Κι όχι μόνο αυτό. Ο εναγκαλισμός των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ με την τότε ΕΟΚ είχε ως αντάλλαγμα τα Μεσογειακά Ολοκληρω­μένα Προγράμματα (ΜΟΠ), τα οποία αποτέλεσαν την απαρχή των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων προς τη χώρα, έχοντας ευθύς εξαρχής σκοπό να εκμαυλίσουν και να διαφθείρουν πλατιά κοινω­νικά στρώματα, ώστε να αποδεχτούν την υποταγή της χώρας στην «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση».
Προκειμένου οι αγρότες να μη φωνάζουν για την αδιάθετη πα­ραγωγή τους, τους έμαθαν να νοιάζονται μόνο για τα θαφτικά των χωματερών και τις επιδοτήσεις άνευ αντικρίσματος. Προκειμένου η επαγγελματική διανόηση να μη διαμαρτύρεται για τη μάστιγα της ανεργίας, της υποαπασχόλησης και της ετεροαπασχόλησης, τους έμαθαν να βολεύονται με τα κοινοτικά προγράμματα. Έτσι έκαναν τη δουλειά τους ανενόχλητοι και οι ποικίλοι επιτήδειοι του κομματικού μηχανισμού που συντηρούν ανέκαθεν και αναπαρά­γουν την εξουσία. Έτσι, για κάθε 100 ευρώ κοινοτικών επιχορηγή­σεων, το δημόσιο χρέος αυξανόταν κατά 250.
Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ αδιαφόρησαν πλήρως για την εκτί­ναξη των εξωτερικών ελλειμμάτων, στην οποία συνέβαλε αποφασι­στικά πρώτα η ΕΟΚ και αργότερα η Ε.Ε. Πώς αντιμετώπισαν αυτήν την εκτίναξη; Με τον πολύ παραδοσιακό τρόπο. Με επιστροφή, από το 1984 και μετά, στη μονόπλευρη λιτότητα και φυσικά στην έξαρση του δημόσιου δανεισμού.
Την εποχή εκείνη πλήθαιναν οι προειδοποιήσεις για τον εκτρο­χιασμό του δημόσιου χρέους, ειδικά του εξωτερικού. Ο ακαδημα­ϊκός Άγγελος Αγγελόπουλος προειδοποιούσε ότι το 75% των νέων δανείων χρησιμοποιείται για την εξυπηρέτηση των παλιών και επομένως «είναι πολύ αμφίβολο αν κατά τα προσεχή έτη η Ελλάς θα μπορεί να δανείζεται τόσο σημαντικά ποσά δίχως παρεμβάσεις διεθνών οργανισμών, δίχως δεσμεύσεις έναντι των δανειστών και δίχως υποθήκευση του οικονομικού μέλλοντος της χώρας» («Το Βήμα», 15.9.1985).
Το 1986 πρώτη φορά στο ΔΝΤ…
Η προειδοποίηση του Αγγελόπουλου δεν άργησε να επαλη­θευτεί. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, αδυνατώντας να δανειστεί από το εξωτερικό, προσέφυγε το 1986 στην ΕΟΚ. Οι Βρυξέλλες ανταποκρίθηκαν με δάνειο της τάξης των 1,75 δισ. Ευρωπαϊκών Νομισματικών Μονάδων, το οποίο θα δινόταν σε δυο δόσεις «μετά από ανασκόπηση εκ μέρους της Νομισματικής Επιτροπής του ΔΝΤ της πορείας της ελληνικής οικονομίας κατά το 1986», όπως σημείωνε η έκθεση του ΔΝΤ εκείνη τη χρονιά.
Ήταν η πρώτη φορά που οι Βρυξέλλες έστελναν την Ελλάδα στο ΔΝΤ με μοχλό τον δανεισμό. Το τι ζητούσε το ΔΝΤ για να εγκρίνει τον εξωτερικό δανεισμό της ελληνικής κυβέρνησης ήταν αυτονόητο: «σταθερή εισοδηματική πολιτική ώστε να περιορι­στεί η αύξηση του κόστους εργασίας συνοδευόμενη από αυστη­ρή νομισματική και οικονομική πολιτική…» («Ναυτεμπορική», 24.8.1986). Δηλαδή περικοπές μισθών, περικοπές δαπανών, άνοιγ­μα των αγορών, ιδιωτικοποιήσεις κ.ο.κ.
Αυτός που ανέλαβε να διεκπεραιώσει τις έξωθεν «υποδείξεις» ήταν ο γνωστός κ. Σημίτης, ο οποίος, ως υπουργός Οικονομικών, υπο­στήριζε το 1986 ότι «η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου οδήγησε σε αύξηση του εξωτερικού χρέους της χώρας». Επομένως «πρόγραμμα για τη συγκράτηση του εξωτερικού χρέους, χωρίς συγκράτηση της εγχώριας ενεργού ζήτησης, δεν μπορεί να υπάρξει» («Εξόρμηση», 7.2.1986) Τι φταίει λοιπόν για τον δανεισμό; Το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων. Τσακίστε το. Αυτή ήταν η φιλοσοφία Σημίτη.
Αυτό που ακολούθησε ήταν ουσιαστικά δυο δεκαετίες αυ­στηρής λιτότητας, ανοίγματος των αγορών, ιδιωτικοποιήσεων, απορρύθμισης των πάντων κ.ο.κ. Το αποτέλεσμα ήταν η Ελλάδα να γίνει το λατρεμένο παιδί των διεθνών κεφαλαιαγορών και να δανείζεται ασύστολα. Το δημόσιο χρέος και η εξυπηρέτησή του εκτινάσσονται στα ουράνια.
Όσο έβρισκε δάνεια καμιά κυβέρνηση δεν νοιάστηκε για το δημόσιο χρέος. Ούτε ο Μητσοτάκης ούτε ο Α. Παπανδρέου ούτε ο Σημίτης ούτε κι ο Καραμανλής. Κι όσο συμπίεζαν μισθούς και συντάξεις, όσο άνοιγαν όλο και περισσότερο τις αγορές, όσο ξε­πουλούσαν και ιδιωτικοποιούσαν το σύμπαν, τόσο περισσότερο πίστευαν ότι θα βρίσκουν εσαεί να δανείζονται όσα ήθελαν, ανε­ξάρτητα από το ύψος του δημόσιου χρέους.
Κι έτσι φτάσαμε εδώ που είμαστε σήμερα, με μια διαλυμένη οικο­νομία, ένα χρεοκοπημένο κράτος και υπό καθεστώς κατοχής. Κι αντί να καθίσουμε στο σκαμνί τους αρχιτέκτονες αυτής της καταστρο­φής, τον κ. Μητσοτάκη, τον κ. Σημίτη και όλους τους υπόλοιπους, τους ανεχόμαστε να βγαίνουν δημόσια και να διαγκωνίζονται για νέους ρόλους στη «νέα μεταπολίτευση» που σχεδιάζουν οι επικυρί-αρχοι πάνω στο πτώμα της χώρας και του λαού της.

Διαβάστε περισσότερα...

Πέμπτη 24 Ιουνίου 2010

Σε αδιέξοδο ο κινηματίστικος οικονομισμός. Μόνη λύση η πολιτική κλιμάκωση του αγώνα

Πως χάθηκε η μάχη της προπαγάνδας. Όταν από τις αρχές του χρόνου οι πάντες συνειδητοποιούσαν ότι ο κίνδυνος χρεοκοπίας του ελληνικού κράτους ήταν προ των πυλών, η εγχώρια αριστερά σχεδόν στο σύνολό της επέμενε ότι όλα αυτά είναι ένα παραμύθι της κυρίαρχης προπαγάνδας, προκείμενου να παρθούν πίσω τα “κεκτημένα” της μεταπολεμικής περιόδου.

Όσοι σε αυτή την αριστερά κατανοούσαν τη φύση του προβλήματος, βρέθηκαν αντιμέτωποι με το ντουβάρι του απλοϊκού και εύπεπτου εργατισμού του ΚΚΕ και της υπόλοιπης συνδικαλιστόπληκτης αριστεράς που συνέχιζε να πολιτεύεται με το σλόγκαν “ότι χρήματα υπάρχουν”. Γιατί αν δεν υπάρχουν λεφτά που θα κάνεις οικονομικό αγώνα; Και ενώ η κυβέρνηση έβγαζε τα νούμερα στον αέρα, δίνοντας και τις δικές της λύσεις, (μείωση μισθών, συντάξεων, απελευθέρωση απολύσεων, κατάργηση βασικού, σύνταξη στα 70 με 40 χρόνια εργασία κλπ.), ως μονόδρομο για τη μείωση του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων, η αριστερά έμοιαζε με τον τρελό του χωριού που δεν καταλαβαίνει για τι ακριβώς συζητάμε.Το αποτέλεσμα αυτών των χειρισμών στους κρίσιμους αυτούς μήνες ήταν η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη να κερδίσουν κατά κράτος την αριστερά και τα συνδικάτα στο επίπεδο της προπαγάνδας και επομένως της ιδεολογικής προετοιμασίας για την αποδοχή των αντεπαναστατικών κοινωνικών μέτρων ως “αναγκαίων για να σωθεί η χώρα, οι μισθοί και οι συντάξεις”. Η κυβέρνηση παραδεχόταν, πριν την αριστερά, ότι “έχουν κλαπεί λεφτά, ότι κάποιοι κονόμησαν σε βάρος του δημοσίου και των πολλών, ότι το πολιτικό σύστημα ήταν πελατειακό πράγμα που γένναγε τη διαφθορά, ότι τα μέτρα είναι άδικα, αλλά δεν γίνεται αλλιώς δεν έχουμε άλλο δρόμο, αν δεν τα πάρουμε το μαγαζί βάζει λουκέτο”. Η κυβέρνηση έχτισε την πολιτική της πάνω στην πραγματικότητα της επικείμενης κατάρρευσης και αυτό της έδωσε το συγκριτικό πλεονέκτημα για να επικρατήσει ιδεολογικά ενώ κανονικά θα έπρεπε να ηττηθεί με νοκ άουτ στο πρώτο δευτερόλεπτο. Την ίδια ώρα, και ενώ ο κόσμος ανησυχούσε για τη δουλειά του, για το αν θα πληρωθεί τον επόμενο μήνα, για το αν θα δημευτούν οι καταθέσεις, για το αν θα βρεθεί η χώρα εκτός ευρωζώνης, για το τι σημαίνει χρεοκοπία, η οκνηρή αριστερά αντί να ανοίξει τη βεντάλια δίνοντας τις δικές της απαντήσεις συνέχιζε να επαναλαμβάνει το συνδικαλιστικό της τροπάρι, αποδεικνύοντας τελικά πόσο αργόστροφα και συντηρητικά είναι τα ηγετικά της επιτελεία.Κάνει ο συνδικαλισμός για όλες τις δουλειές;Ο χρόνος στην πολιτική, ιδιαίτερα σε στιγμές εμπόλεμες σαν αυτές που ζούμε εδώ και λίγους μήνες, μπορεί να είναι καθοριστικός. για την τελική έκβαση της μάχης. Και μέχρι στιγμής η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων, σε αντίθεση με την αριστερά, το εργατικό κίνημα και γενικά τον κόσμο της εργασίας που τρέχουν να προλάβουν τα απανωτά χτυπήματα του αντιπάλου. Ουσιαστικά οι γραμμές άμυνας σπάνε η μια πίσω από την άλλη, και δεν χρειάζονται δικαιολογίες τύπου Marfin γι’ αυτό. Από την αρχή του χρόνου οι συνδικαλιστικές ηγεσίες -ως ειδήμονες του θέματος, αφού τάχα πρόκειται για τα κεκτημένα- απειλούν ότι “αν τολμήσει” η κυβέρνηση να αγγίξει το τάδε θα γίνει χαμός, το άλλο casus beli, το δείνα “θα της κοπούν τα χέρια” κ.ο.κ. Τελικά η κυβέρνηση τα αγγίζει όλα μέχρι που έχουμε χάσει τη μπάλα. 14ος,,13ος, μειώσεις μισθών και συντάξεων, χιλιάδες απολύσεις και έρχονται κι άλλες στο δημόσιο, σύνταξη στα 65 και ίσως στα 70, οι συντάξεις στο μισό και πιο κάτω και όχι από το ’18 αλλά από το ’13 αλλά ίσως και από το ’11, μειώσεις 6% το χρόνο για όσους βγουν πιο γρήγορα από τα νέα όρια, βασικός για τους νέους αλλά και για τους παλιούς “μαθητείας” στα 550€ και που ‘σαι ακόμα.Αυτό λέγεται κοινωνική αντεπανάσταση μέσα στα μούτρα μας και οι συνδικαλιστές μας συνεχίζουν να απειλούν για τα επόμενα μέτρα. Για να το πούμε διαφορετικά. Είναι σαν να σου σπάει κάποιος την πόρτα και να μπουκάρει στο σπίτι σου για να σε καθαρίσει και εσύ αντί να του σπάσεις το κεφάλι -νόμιμη αυτοάμυνα- του δείχνεις το σύνταγμα και τον απειλείς για τις συνέπειες που θα έχει από την παραβίαση του οικιακού ασύλου. Αλλά τι να περιμένει κανείς από μια αριστερά που το μόνο που ξέρει είναι να ξεποδαριάζεται πάνω κάτω στη Σταδίου και την Πανεπιστημίου και να κηρύσσει με τη σέσουλα συνδικαλιστικές “γενικές απεργίες”, τη στιγμή που θα έπρεπε να κηρύξει ανένδοτο πολιτικό αγώνα μέχρι να φύγει η κυβέρνηση των τοκογλύφων με κλοτσιές από τη χώρα. Να δούμε πόσοι μήνες θα περάσουν μέχρι να καταλάβουμε ότι η συνδικαλιστική γραμμή άμυνας έχει τρυπήσει από την πρώτη μέρα και δεν υπάρχει κανένας λόγος να εναποθέτουμε πλέον εκεί τις ελπίδες μας για αντεπίθεση του κινήματος.Είναι τουλάχιστον αστείο όταν αναλύουμε την κρίση σαν δομική, συστημική, κ.ο.κ. να μιλάμε σαν μαρξιστές και όταν θέλουμε να δράσουμε να μεταμορφωνόμαστε σε συνδικαλιστές της δεκάρας που το μοναδικό μας μέλημά είναι να υπερασπίσουμε τα “κεκτημένα” της δεκαετίας του 60 και του 70. Είναι τουλάχιστον γελοίο να λέμε ότι ο καπιταλισμός βρίσκεται σε τέλμα και το μόνο που έχουμε να πούμε είναι “αντίσταση και πάλη”. Η αντίσταση έχει ένα νόημα όταν το σύστημα είναι λειτουργικό, και τότε όντως υπάρχουν τα περιθώρια για μια μέση λύση με το κεφάλαιο, όπως επίσης και για μεταρρυθμιστικούς πειραματισμούς. Τώρα δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα και αυτό σχεδόν το παραδέχονται όλες οι πλευρές και πάνω απ’ όλα η κυβέρνηση που ορθά κοφτά δηλώνει ότι είμαστε σε πόλεμο.“Μα η αριστερά δεν μιλάει μόνο για αγώνες, τόσες προτάσεις ακούγονται για το πώς μπορεί να ξεπεραστεί η κρίση”. Όντως τα αριστερά blogs έχουν πάρει φωτιά και οι συζητήσεις “επιστημόνων και οικονομολόγων” γίνονται με φρενήρη ρυθμό. Στάση πληρωμών ο ένας, αναδιάρθρωση του χρέους ο άλλος. Ευρωομόλογο ο ένας, έξω από την ευρωζώνη ο άλλος. Μα αν φύγουμε από την ευρωζώνη ο ένας θα γίνει υποτίμηση ο άλλος, μα αν γίνει υποτίμηση ο ένας θα πέσουν οι μισθοί ο άλλος και θα ανέβει το χρέος ο επόμενος. Μα στάση πληρωμών δεν λεει κι ο Ανδριανόπουλος ο ένας, μα και έξω από την ευρωζώνη δεν μας λεει και ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Μα αναδιάρθρωση του χρέους λεει και το ΔΝΤ ο ένας, μα χωρίς δικό σου νόμισμα δεν γίνεται τίποτα λεει ο άλλος.Βγήκε όμως κάποιο συμπέρασμα από όλα αυτά; Προφανώς όχι. Μετά το over dose, το πρώτο πανό στις πορείες συνεχίζει να λεει πάρτε τα μέτρα πίσω και να πληρώσουν οι πλούσιοι. Στις κινητοποιήσεις δεν ακούγεται ούτε μισό σύνθημα για αυτό που συμβαίνει τώρα, παρά τα γνωστά διαχρονικά συνθήματα “εμπρός λαέ”, “αγώνας διαρκείας” κ.ο.κ. Είναι φανερό ότι για την αριστερά και δυστυχώς και για τον κόσμο της, όλα αυτά δεν έχουν κάποιο νόημα για να καταλήξουμε σε έναν άξονα πάλης αλλά για να εμπλουτίσουμε τις γνώσεις μας γύρω από τα δημόσια οικονομικά. Και επειδή τελικά παθαίνουμε κλακάζ από τις αντικρουόμενες απόψεις των “ειδικών επιστημόνων οικονομολόγων”, στο τέλος επιστρέφουμε στη σιγουριά του να “πληρώσουν οι πλούσιοι” και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.Αν η κατανόηση εκ μέρους της αριστεράς ότι η κρίση του χρέους δεν είναι ιδεολόγημα, πήρε μερικούς μήνες, η συνειδητοποίηση ότι χρειάζεται γι’ αυτό ένας συγκεκριμένος πολιτικός επανεξοπλισμός που να απαντάει στο ζήτημα, όχι με εκθέσεις ιδεών αλλά, με θέσεις μάχης θα πάρει μερικά χρόνια, αν δεν αλλάξουμε επειγόντως τρόπο σκέψης.Χρέος και σύστημαΛοιπόν επανερχόμαστε στο κεντρικό ζήτημα της περιόδου που για όσους δεν το έχουν ακόμα καταλάβει λέγεται κρίση του χρέους. Προς το παρόν μιλάμε για το δημόσιο χρέος, αλλά στις άμεσες προοπτικές είναι και το ιδιωτικό το οποίο είναι για την Ελλάδα τουλάχιστον άλλο τόσο όσο και το δημόσιο. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η καταιγίδα μέτρων που είναι σε εξέλιξη έχει ως σκοπό τη μείωση των ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού που με τη σειρά της θα οδηγήσει στη μείωση του δημόσιου χρέους. Ωστόσο την ίδια στιγμή ακόμα και το ΔΝΤ δηλώνει ευθαρσώς ότι το χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται για τα επόμενα χρόνια (150% του ΑΕΠ το 2013) και αν όλα πάνε κατ’ ευχή θα πέσει στα σημερινά επίπεδα (120% του ΑΕΠ το 2020). Επομένως θα υποστούμε όλες αυτές τις συνέπειες των μέτρων για να καταλήξουμε σε 10 χρόνια εκεί που είμαστε σήμερα. Και αντί να τους πιάσουμε στις ντομάτες καθόμαστε και συζητάμε.Στην πραγματικότητα όλοι αυτοί που ανησυχούν με τα κρατικά χρέη και τα ελλείμματα το μόνο που τους απασχολεί είναι αφενός να συνεχίσουν να εισπράττουν ανελλιπώς τους τόκους από τα ομόλογα που έχουν επενδύσει και αφετέρου να εξασφαλίσουν αν όχι ολόκληρο το κεφάλαιο που έχουν επενδύσει τουλάχιστον ένα αξιοπρεπές ποσοστό του. Ακριβώς αυτό επιτυγχάνουν τόσο με το “μηχανισμό” των 110 δις ευρώ από ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ, που εξασφαλίζει για 2 χρόνια την αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους, όσο και με το σχέδιο των 750 δις που εκπόνησε εδώ και δυο βδομάδες η ΕΕ όπου η ΕΚΤ θα μπορεί να αγοράζει τοξικά ομόλογα. Πρόκειται στην ουσία για ένα δεύτερο σχέδιο δια-κρατικής διάσωσης των τραπεζών που είναι εκτεθειμένες σε ομόλογα των χωρών του ευρωπαϊκού νότου αλλά και άλλων χωρών όπως η Αγγλία και η Ιρλανδία που ενδεχομένως δεν θα μπορούν στο άμεσο μέλλον να ανταποκριθούν στην εξυπηρέτησή του. Στα πλαίσια αυτά γίνεται και συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους όπου ένα μέρος θα επωμιστούν τα κράτη της ΕΕ που θα εγγυηθούν γι’ αυτό ή θα έχουν αγοράσει μέσω της ΕΚΤ ένα μέρος του από τις ιδιωτικές τράπεζες οι οποίες και αυτές με τη σειρά τους θα δεχθούν να εισπράξουν ένα μέρος από τα ομόλογα που έχουν στα χέρια τους, π.χ. 70 λεπτά για κάθε ευρώ.Για να το πούμε με μαρξιστικούς όρους, το ζήτημα είναι η διάσωση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, πάνω στο οποίο αφενός βασίζεται η καπιταλιστική επέκταση τα τελευταία 20 χρόνια και αφετέρου βρίσκονται αποθηκευμένα πλασματικά κεφάλαια σε επισφαλή προϊόντα αμύθητης αξίας που ξεπερνά ίσως και τα 600 τρις δολάρια. Οι κάτοχοι αυτών των κεφαλαίων τα τελευταία χρόνια είχαν βρει τον τρόπο να επιτυγχάνουν απίστευτα ποσοστά κέρδους καθιστώντας κάθε άλλη επενδυτική δραστηριότητα στην πραγματική οικονομία σκέτο βίτσιο. Τα κεφάλαια αυτά που τα διαχειρίζονται τράπεζες και διάφορα hedge funds, όλα αυτά τα χρόνια έκατσαν σαν βδέλλες πάνω στα κεφάλαια που δραστηριοποιούνταν στην πραγματική οικονομία με αποτέλεσμα είτε να τα ελέγξουν είτε να τα εξολοθρέψουν. Το είδος αυτό καπιταλιστικής επιχειρηματικότητας πέρα από την παρασιτική του φύση δημιουργεί και ένα συγκεκριμένο είδος λούπμεν καπιταλιστή τοκογλύφου, που έχει χάσει εντελώς την επαφή του με την κοινωνία αφού δεν συμμετέχει σε καμία πραγματική οικονομική διαδικασία. Σε αντίθεση με τον παραδοσιακό βιομήχανο που έχει επαφή με προϊόντα, εργάτες, πελάτες και εν πάση περιπτώσει με πραγματικές αξίες και πλούτο. Και επομένως ακόμα και από τη θέση του εκμεταλλευτή που οικειοποιείται την υπεραξία του εργάτη, συνεχίζει να έχει μια αίσθηση κοινωνικής ευθύνης. Ο επενδυτής στο χρηματοπιστωτικό τζόγο είναι εντελώς ένα ανεύθυνο παράσιτο που δεν καταλαβαίνει τίποτα πέρα από το να έρχονται κάθε μήνα οι τόκοι. Μοιάζει περισσότερο με αριστοκράτη του μεσαίωνα που μαζεύει φόρους πάρα με έναν καπιταλιστή που τρώγεται για μπίζνες.Μια βασική πηγή κέρδους αυτών των κεφαλαίων εκτός των άλλων είναι η αγορά ομολόγων. Από την κρίση που ξέσπασε το 2008 με τα επισφαλή στεγαστικά δάνεια και τα τοξικά παράγωγά τους μέχρι την κρίση του κρατικού χρέους, η κερδοφορία αυτών των κεφαλαίων πέφτει κατακόρυφα. Στη μαρξιστική ορολογία αυτό λέγεται κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου. Τεράστια δηλαδή κεφάλαια με πτωτική κερδοφορία, τέτοια που να θέτει σε αμφισβήτηση την πραγματική αξία αυτών των κεφαλαίων. Αυτός είναι και ο λόγος που οι κάτοχοί τους βιάζονται να τα ξεφορτωθούν αντικαθιστώντας τα με πιο σίγουρες αξίες, όπως χρυσό, γη κ.ο.κ. Και ενώ τα γελοία ανθρωπάκια των οίκων αξιολόγησης και των μεγάλων τραπεζών μέχρι και οι εγχώριες δευτεράντζες του Σκαι και του Μega έχουν φαγωθεί για “το αδηφάγο κράτος που δεν αφήνει τους ιδιώτες να ξεσκιστούν στις επενδύσεις”, ο μόνος τρόπος τελικά για να διασωθεί όλο αυτό το παρασιτικό καρκίνωμα είναι να εγγυηθούν τα ίδια τα κράτη για την κερδοφορία τους και τελικά για την αξία των κεφαλαίων τους. Το πραγματικό πρόβλημα εν ολίγοις δεν είναι τόσο το κρατικό χρέος, όσο τι θα απογίνει ο πύργος με τα 600 δις $ τραπουλόχαρτα, ο οποίος αν καταρρεύσει θα συμπαρασύρει μαζί του το σύστημα στο σύνολό του. Γιατί ο καπιταλισμός σήμερα και όχι γενικά, είναι αυτός ο πύργος και τίποτα περισσότερο. Όλα περιστρέφονται γύρω απ’ αυτόν, από τις δεδομένες νομισματικές ισορροπίες, από τα δολάριο, το ευρώ, τους οργανισμούς όπως το ΔΝΤ, η παγκόσμια τράπεζα, η ομοσπονδιακή των ΗΠΑ, η ΕΚΤ, η ΕΕ, η ευρωζώνη. Ο καπιταλισμός μπορεί να βασίζεται στην εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης και στην ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής αλλά κάθε φορά είναι μια συγκεκριμένη πραγματικότητα που εκφράζεται στο εποικοδόμημα με μηχανισμούς που στηρίζουν αυτή την πραγματικότητα και επίσης σε ένα συσχετισμό ανάμεσα στις τάξεις και τα έθνη. Υπό αυτό το πρίσμα μια κατάρρευση του ευρώ, η μερικών τραπεζών πυλώνων του συστήματος μπορεί να είναι και η συντέλεια για το καπιταλισμό όπως τον ξέρουμε τις τελευταίες δεκαετίες.Τι λέμε τώραΣτο δια ταύτα τώρα. Λέμε ότι δεν θέλουμε να πληρώσουμε εμείς τα ασπασμένα. Αυτό είναι σωστό αν το λέμε σαν εργάτες. Βεβαίως δεν θέλουμε να μειωθεί η αξία της εργατικής μας δύναμης γιατί πολύ απλά δεν θα μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Και να θυμίσουμε ότι η επιβίωση είναι σχετικό μέγεθος και συνάρτηση των υποχρεώσεων που έχουμε αναλάβει και όχι απόλυτο μέγεθος, ίδιο στην Αθήνα και ίδιο στην Καλκούτα.Σαν πολίτες όμως και σαν αριστεροί δεν φτάνει. Εδώ πρέπει να μιλήσουμε πολιτικά και όχι ως διαμαρτυρόμενοι που ενδιαφερόμαστε μόνο για το μεροκάματο χωρίς να μας απασχολεί “πού θα βρεθούν τα λεφτά”. Και να θυμίσουμε σε μερικούς που διαρκώς το ξεχνάνε ότι οι επαναστάσεις που αλλάζουν τις κοινωνίες δεν γίνονται ως κλιμάκωση της διαμαρτυρίας των από κάτω, αλλά όταν αυτοί υπερβούν την κοινωνική τους κατάσταση και σκεφτούν πολιτικά, παίρνοντας τις τύχες της κοινωνίας στα χέρια τους και ότι συνεπάγεται απ’ αυτό. Το να σκεφτούμε λοιπόν σήμερα που θα βρεθούν τα λεφτά δεν το κάνουμε για να συμπάσχουμε με την αστική τάξη, αλλά για να προτείνουμε το δικό μας δρόμο που αφορά όχι μόνο τη διάσωση των εργατικών μισθών αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας σε κόντρα με τα καπιταλιστικά συμφέροντα.Ποια όμως είναι σήμερα τα καπιταλιστικά συμφέροντα; Σε γενικές γραμμές κάθε επιχειρηματίας εκφράζει τα δικά του καπιταλιστικά συμφέροντα. Ωστόσο το κέντρο βάρους είναι το χρηματιστικό κεφάλαιο. Εδώ βρίσκεται ο πυρήνας της κοινωνικής αντεπανάστασης που εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς εδώ και 3-4 μήνες και όχι πλέον μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη σχεδόν την Ευρώπη. Ο όρος κοινωνική αντεπανάσταση δεν είναι λογοτεχνικός αλλά απολύτως ουσιαστικός και ακριβής. Η ζωή μας από δω και πέρα δεν θα έχει σχέση με αυτό που έχουν ζήσει όλες οι γενιές που βρίσκονται ακόμα εν ζωή. Μιλάμε για τις γενιές από τον πόλεμο και δώθε. Δεν χρειάζεται να περιγράψουμε αυτό που έρχεται. Όποιος διαβάζει αυτό το άρθρο προφανώς είναι ενημερωμένος.Λέμε λοιπόν να πληρώσει το κεφάλαιο. Αυτό τι σημαίνει συγκεκριμένα; Μήπως να πληρώσει τα τοκοχρεολύσια; Τι ζητάμε δηλαδή, οι τράπεζες και οι εφοπλιστές να τα βγάλουν από τη μία τσέπη και να τα βάλουν στην άλλη; Και πώς θα γίνει αυτό; Αυξάνοντας τη φορολογίας τους; Και από πότε θα αυξηθεί; Προφανώς από δω και πέρα γιατί αναδρομικά είναι αδύνατο να φορολογηθούν. Α ναι ξεχάσαμε τους “ανείσπραχτους φόρους”. Σαν αυτούς που χρωστάει ο Τόλης, ο Βαζαίος και διάφοροι άλλοι. Όλα αυτά δεν τα λέμε με καμία διάθεση ειρωνείας. Αυτό όμως που λέμε είναι ότι τα γενικά συνθήματα πρέπει να γίνουν συγκεκριμένα. Το να πληρώσει μια τάξη, αν δεν είναι απλώς ανέξοδη προπαγάνδα, έχει νόημα μόνο αν λέμε πως. Αλλιώς πως θα πληρώσει, ποιος θα αποφασίσει τον τρόπο, τα μέσα, τους χρόνους που θα γίνει αυτό. Και αφού πληρώσει, να πάνε που; Ας πούμε ότι βρίσκουμε τα λεφτά που λεει και το ΚΚΕ ότι υπάρχουν. Τι θα τα κάνουμε; Θα τα ρίξουμε στα τοκοχρεολύσια; Αυτά τα θεωρούμε ή δεν τα θεωρούμε κλεμμένα; Πρέπει ή δεν πρέπει να πληρωθούν; Και δεν εννοούμε σε μια μελλοντική “λαϊκή εξουσία” ή έστω “αριστερή προοδευτική διακυβέρνηση”. Μιλάμε για τώρα, με οποιαδήποτε κυβέρνηση.Εξηγούμαστε λοιπόν. Το ελληνικό κράτος φέτος θα πληρώσει 13 δις ευρώ σε τόκους, ανεξάρτητα από την αναχρηματοδότηση του χρέους. Του χρόνου θα πληρώσει το λιγότερο 16δις γιατί το χρέος θα εκτιναχτεί στα 340 ίσως και στα 350 δις από 298 που ήταν στο τέλος του 2009. Και για όσους αμφιβάλουν, θα πρέπει ίσως να γνωρίζουν ότι στις 31/3 σκαρφάλωσε ήδη στα 310 δις. Συν 12 δις σε 3 μήνες, παρά τα όσα ισχυρίζεται ο Παπακωνσταντίνου για συμμάζεμα των ελλειμμάτων. Η αριστερά και το συνδικαλιστικό κίνημα που θέλει να υπερασπίζεται τους μισθούς και τις κοινωνικές δαπάνες θα πρέπει να πάρει μια ξεκάθαρη στάση γι’ αυτό. Πληρώνουμε ναι ή όχι; Γιατί αν συνεχίσει το ελληνικό κράτος να πληρώνει τότε που θα βρεθούν τα λεφτά για μισθούς; Και μην πει κανείς πάλι από το κεφάλαιο γιατί προφανώς δεν αντιλαμβάνεται ότι η μεγαλύτερη αφαίμαξη υπεραξίας πλέον δεν πραγματοποιείται σε πρωτογενές επίπεδο μέσα στο εργοστάσιο, αλλά μέσα από τους τόκους που πληρώνουμε για το δημόσιο αλλά και για το ιδιωτικό χρέος. Οι τόκοι μάλιστα εκεί δεν είναι 4 και 5% αλλά φτάνουν ακόμα και το 20%. Εμείς λέμε ξεκάθαρα: Στάση πληρωμών εδώ και τώρα! Αμέσως θα εξοικονομηθούν 15 δις.Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να φορολογηθεί το κεφάλαιο, οι εφοπλιστές, οι τράπεζες, να μαζευτούν οι ανείσπρακτοι φόροι από τον Tόλη και το Βαζαίο, να σταματήσει η φοροδιαφυγή από γιατρούς και συναφή επαγγέλματα και να φέρουν οι μιζαδόροι τα κλεμμένα πίσω. Μόνο που αυτά θα χρειαστούν χρόνο. Χρόνο βεβαίως στο βαθμό που όλοι αυτοί παραμείνουν στη χώρα μετά απ’ όλα αυτά. Γιατί όσοι κινδυνολογούν για τη στάση πληρωμών, ότι θα φυγαδευτούν κεφάλαια στο εξωτερικό, ότι θα κοπεί η χρηματοδότηση, ότι δεν θα μπορούμε να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις, ότι θα απομονωθούμε, θα πρέπει να αναρωτηθούν γιατί όλα αυτά τα ενδεχόμενα που προκύπτουν αυτόματα και αβίαστα με τη “στάση” δεν προκύπτουν κατά τον ίδιο τρόπο με τη βαριά φορολογία στο κεφάλαιο και στα σύμμαχά του στρώματα. Ή μήπως νομίζουν ότι με μια φορολογία 45% επί των κερδών, οι επιχειρηματίες θα το ρίξουν στις επενδύσεις;Και γιατί όχι “επαναδιαπραγμάτευση του χρέους”;Αρκετές δυνάμεις εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ πολιτεύονται με την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, αλλά τσιμουδιά για τη στάση. Αρκετοί από αυτούς προτείνουν ταυτόχρονα και έξοδο από την ευρωζώνη. Ας τα δούμε ένα προς ένα.Καταρχήν η στάση είναι το πρώτο βήμα της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους. Έτσι την πρωτοβουλία κινήσεων την έχει αυτός που μονομερώς κηρύσσει στάση πληρωμών και μάλιστα τώρα που οι πιστωτές μας δεν έχουν κανένα μέτωπο μεταξύ τους. Να θυμίσουμε μόνο ότι ήδη οι γερμανικές τράπεζες είναι έξω φρενών με τις γαλλικές οι οποίες κάνοντας χρήση της απόφασης περί αγοράς κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ ξεφορτώνονται μαζικά ελληνικά ομόλογα, από τα 75-80δις που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους. Ενδεχομένως το ίδιο κάνουν ήδη και οι ελληνικές. Αγοράζοντας βεβαίως στη δευτερογενή αγορά τα ελληνικά ομόλογα η ΕΚΤ, μην πιστέψει κανείς ότι θα τη γλιτώσουμε. Έτσι τα πράγματα γίνουν πολύ χειρότερα, έχοντας για αντίπαλο όχι μερικές εμπορικές ιδιωτικές τράπεζες, αλλά έναν οργανισμό ή έστω δύο (ΕΚΤ-ΔΝΤ) που μαζεύουν το χρέος όχι για να μας το χαρίσουν, αλλά για να επιβάλλουν μέσα από επιπλέον νομοθετικές ρυθμίσεις ακόμα πιο επαίσχυντα ταξικά μέτρα. Να θυμίσουμε επίσης ότι πέρσι όταν ο Καραμανλής καθησύχαζε τους καταθέτες ότι εγγυάται για τις καταθέσεις τους στις τράπεζες και ταυτόχρονα ανακοίνωνε το σχέδιο των 28δις χρηματοδότησης και εγγυήσεων, πολλοί μπορεί να ησύχασαν. Να τώρα τα αποτελέσματα της “γενναιοδωρίας” του Καραμανλή. Αυτό ακριβώς θα γίνει και με την ΕΚΤ που σε λίγο θα την αναλάβει ο νυν πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ Αξελ Βέμπερ ο οποίος είναι τρις χειρότερος μονεταριστής από τον Τρισέ.Η επαναδιαπραγμάτευση πρέπει να γίνει τώρα, κηρύσσοντας πρώτα στάση πληρωμών, για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι ο αιφνιδιασμός των πιστωτών, αναγκάζοντας τους να διαπραγματευτούν ξεχωριστά για να περισώσουν ότι μπορούν. Ο δεύτερος αφορά το μέγεθος του χρέους. Κάθε χρόνο μπορεί να αυξάνεται 10, 20 ή και 40 δις. Αν έχει ένα νόημα μια επαναδιαπραγμάτευση είναι τώρα στα 300 δις και όχι σε 5 χρόνια που το χρέος θα κοντεύει τα 500 δις. Επίσης υπάρχει και ένα τρίτο ζήτημα. Γιατί να συρθεί ο πιστωτής σε διαπραγμάτευση όσο συνεχίζει να εισπράττει τους τόκους; Μήπως γιατί θα συγκινηθεί από το δράμα του ελληνικού λαού; Τα παράσιτα του χρηματιστικού τοκογλυφικού κεφαλαίου, μόνο μια γλώσσα καταλαβαίνουν. Όταν δεν μπουν στους λογαριασμούς τους οι δόσεις. Τότε μπορεί και να σκεφτούν ότι κάτι δεν πάει καλά.“Μα, μα δεν θα μας ξαναδανείσουν… και πως θα πληρωθούν οι μισθοί;”Και τώρα πάμε στην κινδυνολογία, η οποία παρεμπιπτόντως διαδίδεται με αστραπιαία ταχύτητα σε όλα τα μήκη και πλάτη της αριστεράς και μάλιστα παράλληλα με την κουβέντα που επιτέλους έστω και αργά ξεκίνησε γύρω από το χρέος. Εντάξει να ακούμε από τον Παπαχελά, τον Πρετεντέρη και τον Καψή, ή τον Πορτοσάλτε ή έστω τον Γεωργελέ του Athens Voice ότι τα περί στάσης πληρωμών σημαίνει ότι το επόμενο δεκαπενθήμερο δεν θα έχει συντάξεις και μισθούς μπορεί κανείς να το δικαιολογήσει. Οι άνθρωποι είναι σε διατεταγμένη υπηρεσία. Είναι η αυλή των τοκογλύφων, καμία έκπληξη, μπορούμε να γελάμε με τις ώρες βλέποντας τις φάτσες τους να ωρύονται πουλώντας κίνδυνο και τρόμο στο ποίμνιό τους. Αλλά να ακούμε τα ίδια επιχειρήματα στο εσωτερικό της αριστεράς, αν μην τι άλλο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα ότι η μάχη της προπαγάνδας έχει ήδη χαθεί.Επανερχόμαστε στο θέμα. Το μάθαμε λοιπόν κι αυτό. Στην Ελλάδα οι μισθοί πληρώνονται από τα δάνεια που παίρνει το ελληνικό κράτος από τις τράπεζες. Λοιπόν ας ξεδιαλύνουμε τα πράγματα. Οι μισθοί και οι συντάξεις του δημοσίου στον κρατικό προϋπολογισμό δεν ξεπερνάνε τα 24 δις πριν τα μέτρα, χωρίς να υπολογίζουμε τις φετινές περικοπές. Υπενθυμίζουμε λοιπόν στους αδαείς ότι το κράτος εκτός από δαπάνες έχει και έσοδα. Αυτά τα έσοδα με την υπάρχουσα διαχείριση προβλέπονται για φέτος γύρω στα 50 δις. Το πρωτογενές έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού μπορεί να μηδενιστεί αρκεί να γίνει η αναγκαία διαχείριση, περικόπτοντας περιττές δαπάνες όπως οι στρατιωτικές και πάνω απ’ όλα περικόπτοντας όλες τις χρηματοδοτήσεις προς την κρατικοδίαιτη αστική τάξη που εδώ και δεκαετίες επιχειρεί μόνο με επιδοτήσεις δανεικά και αγύριστα. Επίσης μπορούν να γίνουν και μισθολογικές περικοπές, όχι από τους υπάλληλους των 1000 και 1500 ευρώ αλλά από τους εξωφρενικούς μισθούς δικαστικών, βουλευτών, υπουργών και χιλιάδων στελεχών της δημόσιας διοίκησης, όπως επίσης και από ρυθμίσεις που αφορούν τις αμοιβές των αστυνομικών και των στρατιωτικών που μαζί με τους συνταξιούχους αυτών των σωμάτων που βγαίνουν στη σύνταξη σε ηλικία 45 ετών εδώ και δεκαετίες και κυριολεκτικά έχουν γονατίσει τον κρατικό προϋπολογισμό.Αν λοιπόν υπάρχουν κάποιοι που θα πληγούν από τη στάση πληρωμών αυτοί είναι οι τράπεζες και φυσικά όλα τα λαμόγια που διαχειρίζονται το συγκεκριμένο σύστημα υφαρπαγής του δημόσιου πλούτου και εν πάση περιπτώσει καρφί δεν μας καίγεται περί αυτού. Γι’ αυτό ακριβώς αντιμετωπίζουν με τρόμο κάθε τέτοιο ενδεχόμενο, γιατί πολύ απλά σημαίνει ότι το πάρτι τελείωσε. Κι όμως οι Πορτοσάλτοπρετεντέρηδες με το πιο απίστευτο θράσος δεν σταματάνε να λένε στους εργάτες και στους συνταξιούχους ότι το πάρτι τελείωσε γι’ αυτούς, λες και συμμετείχαν οι μισθωτοί των 1000 ευρώ και οι απόμαχοι των 600 σε κάποιο πάρτι. Αλλά τι άλλο να ακούσει κανείς από δαύτους.Και μέσα σε όλα ακούμε και τον Καρατζαφέρη να απειλεί το πανελλήνιο από το βήμα της βουλής στα τέλη Απρίλη ότι όποιος δεν ψηφίσει το μνημόνιο της τρόικα παίρνει και την ευθύνη ότι δεν θα πληρωθούν οι μισθοί του Μαίου, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι τα χρήματα αυτά θα πήγαιναν κατευθείαν για το ομόλογο των 9δις που έληγε στις 19 Μάη.Εντάξει όλα αυτά, αλλά ότι δεν θα μας ξαναδανείσουν όμως ισχύει. Aκόμα καλύτερα. Αλλά υπάρχει και ένα άλλο ερώτημα. Μήπως θα υπάρχουν για να μπορούν να δανείζουν; Αυτό γιατί να μην μπει στην κουβέντα;“Ναι αλλά αυτό δεν θα μας θέσει εκτός ευρωζώνης;”Ε και λοιπόν τι έγινε. Λες και θα υπάρχει ευρωζώνη την επόμενη μέρα, και τι αξία θα έχει ακόμα και αν διατηρηθεί; Ωστόσο η αποπομπή από την ευρωζώνη δεν είναι μια απλή υπόθεση. Δεν υπάρχει κάποιος κανόνας που λεει ότι θα πετάξουν όποιον κηρύσσει στάση πληρωμών εκτός ευρωζώνης. Πουθενά δεν είναι γραμμένο. Θα πρέπει να νομοθετήσουν. Πάμε λοιπόν σε μια πολιτική διαδικασία, και όχι σε κάποιον οικονομικό αυτοματισμό. Εδώ απαιτούνται διαβουλεύσεις, συναντήσεις αρχηγών, συμφωνίες κ.ο.κ. Όλα αυτά θα απαιτήσουν χρόνο. Οι “αγορές” θα πάθουν πανικό. Αν τώρα στοιχηματίζονται 200 δις στη χρεοκοπία της Ελλάδας, τότε θα παίζονται 20 τρις στη χρεοκοπία της Ευρώπης. Υπό αυτό το πρίσμα, είναι εντελώς λάθος να κάνει κανείς σημαία του την έξοδο από την ευρωζώνη. Κάτι τέτοιο αυτή τη στιγμή εξυπηρετεί τα σχέδια του γερμανικού καπιταλισμού που επιδιώκει ένα ξεκαθάρισμα της ευρωζώνης σε δύο ταχύτητες. Αυτό το δηλώνουν ως στόχο με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο στο Βερολίνο. Επομένως δεν υπάρχει κανένας λόγος να τους διευκολύνουμε, ακόμα και αν οι μήτρες στο Χολαργό είναι έτοιμες για να τυπώσουν τη νέα δραχμή.Ας μας διώξουν λοιπόν αυτοί, ας βρουν τον τρόπο. Αλλά να θυμίσουμε εδώ σε αυτούς που επιλεκτικά, θεωρούν κεφαλαιώδες την έξοδο της χώρας από την Ε.Ε., δεν μας λένε αν πρέπει να φύγει και από τον ΠΟΕ, τον ΟΟΣΑ, και γιατί όχι από τον ΟΗΕ. Μια θέση αρχής εδώ δεν έχει κανένα νόημα εκτός κι αν ενδιαφέρεται για τη συνέπεια στο μαρξισμό της ΚΝΕ της δεκαετίας του ’80. Η συμμετοχή οπουδήποτε, μπορεί να αξιολογείται μόνο σε σχέση με ότι προωθεί ένα συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο. Όλα τα άλλα είναι για ασκήσεις ηθικολογίας.Το θεμελιακό ζήτημα αυτή τη στιγμή είναι να απαλλαχτούμε από τα τοκοχρεωλύσια. Το αν θα γίνει αυτό μέσα ή έξω από την ευρωζώνη είναι δευτερεύων ζήτημα. Σημασία έχει να είναι κανείς έτοιμος για όλα τα ενδεχόμενα. Όπως λοιπόν δεν υπάρχουν θέσφατα για το έξω δεν μπορούν να υπάρχουν και για το μέσα. Όσοι επιμένουν στην έτσι κι αλλιώς παραμονή στην Ε.Ε. με την αυταπάτη να την “επανιδρύσουν” προς όφελος των “λαών”, απλώς εγκλωβίζονται στις αυταπάτες τους. Αν θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτούν το χρέος θα πρέπει να πάρουν την άδεια της Μέρκελ και του Σαρκοζί, γιατί προφανώς δεν θα γίνει η ΕΕ. των λαών στους επόμενους μήνες. Εντούτοις τα επιχειρήματα ενάντια στον εθνικό απομονωτισμό είναι σωστά. Όμως γιατί σώνει και καλά κάθε διεθνές εναλλακτικό σχέδιο περνάει υποχρεωτικά μέσα από τις δομές της Ε.Ε.; Η Ευρώπη όντως είναι γήπεδο, αλλά αυτό δεν αφορά την Ε.Ε., αλλά την Ευρώπη ως γεωγραφικό χώρο που προϋπήρχε της Ε.Ε. Πολλά από τα επαναστατικά κύματα του 19ου και 20ου αιώνα λειτούργησαν ως ντόμινο σε πολλές χώρες της ηπείρου δείχνοντας ότι υπάρχει κοινός τόπος αλλά και κοινή συνείδηση. Δεν χρειαζόταν η ύπαρξη μιας κοινής αγοράς ή μιας ΟΝΕ για να δημιουργηθούν τέτοια αντανακλαστικά. Επίσης είναι γνωστό ότι οι απομονωμένες επαναστάσεις δεν μπορούν να βρουν το στόχο τους, όμως κάθε επαναστατικό κύμα ξεκίνησε από μια χώρα.Ο καθένας δικαιούται να ελπίζει στη μεταρρύθμιση της Ε.Ε., του αστικού κράτους, του καπιταλισμού, κανένα πρόβλημα. Δεν έχουμε κανένα λόγο να απορρίψουμε στα λόγια κάθε πιθανότητα μεταρρύθμισης. Το θέμα όμως είναι τι κάνουμε όταν βλέπουμε ότι δεν μεταρρυθμίζεται. Και ειδικά όταν γίνεται ένας δυνάστης, που επιβάλει μαζί με την ελληνική άρχουσα τάξη ένα σχέδιο κοινωνικής αντεπανάστασης. Μπορούμε ακόμα να μιλάμε για μεταρρυθμίσεις; Πριν 10 και 20 χρόνια οι υποστηριχτές της συμμετοχής στην Ε.Ε. όλο και θα έβρισκαν λόγους για να αιτιολογήσουν τη στάση τους. Είχαν επίσης μαζί τους την κοινή γνώμη που πίστευε ότι μέσω της Ε.Ε. θα βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο. Τα συνθήματα τότε ενάντια στην Ε.Ε. είχαν μόνο προπαγανδιστικό χαρακτήρα. Σήμερα όμως όχι μόνο οι προσδοκίες από την Ε.Ε. έχουν εκμηδενιστεί, αλλά και η ίδια σπαράσσεται από μια άνευ προηγουμένου κρίση συνοχής. Έχει λοιπόν κάποιο νόημα να τη σώσουμε, ή πάνω σε αυτή τη σαθρή βάση να στηρίζουμε το δικό μας εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο;Και γιατί όχι “διαγραφή του χρέους”;Όταν η αριστερά στο σύνολό της ισχυριζόταν ότι δεν υπάρχει καμία κρίση και ότι όλα είναι μια φάρσα, ελάχιστοι μίλησαν για τη στάση πληρωμών. Τώρα ορισμένοι από αυτούς που μίλαγαν για φάρσα, πέρασαν με ένα σάλτο πάνω από τη στάση ανακαλύπτοντας τη διαγραφή του χρέους. Καμία έκπληξη, από ανθρώπους που ειδικεύονται στην αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση. Πάντα κάτι θα ανακαλύπτουν για να πουλήσουν ανέξοδο αριστερό βερμπαλισμό, αφού πρώτα δείξουν πόσο ευκαιριακοί είναι.στις σημαίες που κρατάνε.Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν αγγίζουν πολλές φορές τα όρια του γελοίου. Λένε ας πούμε ότι για στάση ή αναδιάρθρωση μιλάνε ακόμα και νεοφιλελεύθεροι. Μάλιστα. Ενώ όταν το πιο σκληρό κομμάτι του γερμανικού κεφαλαίου λεει ότι η Ελλάδα πρέπει να τεθεί εκτός ευρωζώνης δεν τους ανησυχεί καθόλου, για να τους θυμίσουμε ότι είναι ακριβώς οι ίδιοι που μαζί με τη διαγραφή που τη θεωρούν πλέον κόκκινη γραμμή, μιλάνε και για άμεση έξοδο από την ευρωζώνη ή και την Ε.Ε.Πάνω λοιπόν στην καπιταλιστική εκδοχή μιας στάσης ή μιας αναδιάρθρωσης στήνουν στον τοίχο γενικά τη στάση πληρωμών. Είναι μια μέθοδος πονηρή αξία μόνο για τσαρλατανίσκους.Και για να μπούμε στην ουσία. Εμείς δεν είμαστε υπέρ της έτσι κι αλλιώς γενικής διαγραφής για έναν βασικό λόγο: Εξαρτάται από το ποιος κατέχει ομόλογα. Αν είναι ασφαλιστικοί οργανισμοί, ή ατομικά αποταμιευτές συνταξιούχοι ή και εργαζόμενοι, εκεί τι θα κάνουμε, θα πούμε ότι δεν σας αποζημιώνουμε; Δεν πρέπει να το διαπραγματευτούμε; Να τους προτείνουμε μια κάποια λύση; Αν δεν έχουμε να τους πληρώσουμε σε ρευστό να τους προτείνουμε πακέτα διακοπών στην Ελλάδα ή κάτι άλλο. Αυτά είναι στοιχειώδη μέτρα που θα έπαιρνε οποιοσδήποτε μιλάει σοβαρά πάνω σε όλα αυτά και δεν κάνει απλώς αντιπολίτευση στο γειτονικό γκρουπούσκουλο.Από κει και πέρα τίθενται επίσης ζητήματα τακτικής. Κάθε ομόλογο πρέπει να αντιμετωπιστεί σαν διαφορετική περίπτωση προκειμένου να μην συντονιστούν οι πιστωτές εναντίον σου. Όλοι πρέπει να έχουν την ελπίδα ότι κάτι θα πάρουν πίσω. Εκτός και αν έχει κανείς 500 πυρηνικές κεφάλες έτοιμες να τις σκάσει στα κεφάλια όσων απαιτούν την αποπληρωμή των κεφαλαίων τους. Κάθε ομόλογο πρέπει να επανακοστολογηθεί αναλόγως με το που χρησιμοποιήθηκε, αν έπεσαν μίζες, αν έχουν πληρωθεί υπέρογκοι τόκοι. Επίσης θα αξιολογηθεί και ο κάτοχός του και αναλόγως θα προκύψει ένα υπόλοιπο.Από τώρα πρέπει να απαιτηθεί από την αριστερά και το κίνημα διαφάνεια γύρω από το χρέος. Σε ποιες τράπεζες, πόσα, πότε και γιατί. Όπως ακριβώς απαιτούμε και από μια επιχείρηση που πτωχεύει να ανοίξουν τα λογιστικά βιβλία, να δούμε που πήγαν τα λεφτά, αν τα έφαγε ο κάθε Ψωμιάδης (ΑΣΠΙΣ) κ.ο.κ. Όσα περισσότερα δις σβηστούν από τα 300 με το μικρότερο κόστος τόσο το καλύτερο. Κανείς δεν θα είχε αντίρρηση. Από κει και πέρα ο καθένας μπορεί από το πληκτρολόγιό του να κηρύξει τον 3ο γύρο της παγκόσμιας επανάστασης. Αν αυτό τον ικανοποιεί κανένα πρόβλημα. Δυστυχώς όμως το χρέος δεν διαγράφεται στα πληκτρολόγια, ούτε στα κοινοβούλια του χώρου στο Γκίνη, μεταξύ συγγενών και φίλων.Επίσης να θέσουμε και εμείς ένα ερώτημα σε όσους είναι γενικώς υπέρ των “διαγραφών”. Έχουν την ίδια άποψη και για τα ιδιωτικά χρέη; Ένα τέτοιο μέτρο προάγει την κοινωνική δικαιοσύνη; Ας στο σκεφτούν και ας πάρουν μια θέση και γι’ αυτό, μιας και αύριο θα σκάσει κι αυτή η φούσκα. Μέχρι τότε να πούμε τη δική μας γνώμη. Εμείς δεν είμαστε υπέρ μιας τέτοιας διευθέτησης, γιατί αυτό βγάζει λάδι αυτούς -στήριγμα της εξουσίας- που με δανεικά έφτιαξαν σπίτια, εξοχικά και κυκλοφορούσαν με Κομπρέσορ και επιπλέον στήριζαν έμπρακτα τις αυταπάτες της Belle Époque του καταναλωτισμού, συνεισφέροντας κι αυτοί στο φούσκωμα του παρασιτικού χρηματιστικού κεφαλαίου, την ίδια ώρα που άλλοι έμεναν στο νοίκι και είχαν στην κατοχή τους ένα αυτοκινητάκι. Επομένως διαγραφή ναι αλλά μόνο αν αυτά περάσουν σε κοινή ιδιοκτησία. Αλλιώς ο κάθε πονηρός που σκέφτεται πως θα τη σκαπουλάρει ατομικά ας συνεχίσει να πληρώνει και στην κρατικοποιημένη τράπεζα διάδοχο τις ιδιωτικής γιατί αλλιώς δεν πρόκειται να βάλει μυαλό. Φυσικά η τράπεζα κερδοσκόπησε με τους τόκους, ακόμα και σε όσους με δάνεια παρίσταναν τους μπουρζουάδες. Εννοείται ότι πρέπει να επανακοστολογηθούν όλα τα δάνεια και σίγουρα ένα μέρος θα διαγραφεί και με ταξικά κριτήρια, ή για λόγους που θα κριθούν συγκεκριμένα αναγκαίοι. Τα περί γενικής διαγραφής όμως είναι λόγια του αέρα, όπως αυτά που συνηθίζουν να ακούγονται στην αριστερά, που όχι μόνο δεν συγκινούν κανένα αλλά ούτε ιδρώνει και το αυτί κανενός. Γιατί όλοι γνωρίζουν και ιδιαίτερα ο αντίπαλος ότι τα λόγια του αέρα είναι εντελώς ακίνδυνα.Οικονομικοί αυτοματισμοί και κρατική παρέμβασηΣε πολλές από τις συζητήσεις που γίνονται αλλά και σε σχετική αρθρογραφία, σημειώνονται οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια στάση πληρωμών ή η έξοδος από την ευρωζώνη. Ωστόσο επιμένουμε ότι δεν υπάρχουν αυτόματες επιπτώσεις παρά μόνο θεωρητικά και πάντα υπό ορισμένες συνθήκες. Όπως και δεν υπάρχει οικονομία σκέτη αλλά πολιτική οικονομία. Ας δούμε μερικές από τις βεβαιότητες που ακούγονται:Έξοδος από το ευρώ, νέο νόμισμα, υποτίμηση, πληθωρισμός, μείωση του πραγματικού μισθού. Ξεδιπλώνοντας όμως αντίστροφα αυτό το συλλογισμό, διαπιστώνουμε ότι, χωρίς νέο νόμισμα, ήδη το εργατικό εισόδημα μετά τις σχετικές μειώσεις των μισθών, και τις αυξήσεις στα καύσιμα, τους λογαριασμούς και δεκάδες άλλα προϊόντα, μετράει απώλειες 20%. Επιπλέον αν υλοποιηθούν τα όσα ακούγονται για συντάξεις στο 48% του μισθού και με 40 χρόνια υπηρεσία τότε η μιλάμε για 50% μειώσεις. Αν σ’ αυτό προσθέσουμε το εργατικό δυναμικό που θα πέσει στην ανεργία εξαιτίας της ύφεσης μιλάμε για απώλειες 100%. Μια υποτίμηση θα δημιουργήσει πληθωριστικές πιέσεις κυρίως λόγω της αύξησης των τιμών των προϊόντων που θα εισάγονται. Όλα αυτά βεβαίως ισχύουν όταν η αγορά λειτουργεί ανεξέλεγκτα. Όταν εκατοντάδες προϊόντα πουλιούνται στην Αθήνα ακριβότερα από οποιαδήποτε πρωτεύουσα της Ευρώπης, τότε σίγουρα υπάρχουν περιθώρια με κεντρικές παρεμβάσεις οι τιμές να ελεγχθούν. Σε τελευταία ανάλυση μπορεί να ελεγχθεί εξ ολοκλήρου το εξωτερικό εμπόριο ακόμα κι αν αυτό προκαλεί αναφυλαξία στις “αγορές” και τους οπαδούς τους. Επιπλέον τα εργατικά εισοδήματα μπορούν να διαφυλαχτούν από τον πληθωρισμό και με άλλους τρόπους όπως η αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή.Ακούγεται επίσης ότι μια υποτίμηση του νομίσματος θα αυξήσει αναλόγως το δημόσιο χρέος αφού αυτό παραμένει σε συνάλλαγμα. Αυτό θα ίσχυε στο βαθμό που συνεχίσει κανείς να πληρώνει, για να μην ξεχνιόμαστε. Παρόλα αυτά οι περισσότεροι συμφωνούν με μια υποτίμηση όταν την σκέφτομαι ως μέσο για να βελτιωθεί το εμπορικό ισοζύγιο. Πράγματι αυτό ισχύει. Εντούτοις υπάρχουν και πιο δραστικοί τρόποι να βελτιώσει κανείς το εμπορικό του ισοζύγιο χωρίς να περιμένει τους αυτοματισμούς της αγοράς. Ο έλεγχος του εξωτερικού εμπορίου από το κράτος είναι ένας τρόπος που έχει ξεχαστεί προ πολλού, αφού η μέθοδος αυτή έχει διαγραφεί από τους ταλιμπάν του νεοφιλελευθερισμού. Κι όμως μια κρατική παρέμβαση στον τομέα αυτό θα εξυπηρετούσε τις συλλογικές ανάγκες της κοινωνίας, βάζοντας φραγμό σε ότι άχρηστο και πανάκριβο προϊόν εισάγεται ανεξέλεγκτα ακόμα και σαν είδος πρώτης ανάγκης (όπως φάρμακα και νοσοκομειακά υλικά) από τις εταιρίες που θησαυρίζουν εξαιτίας ακριβώς του ότι δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός και έλεγχος.Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν οικονομικοί αυτοματισμοί παρά μόνο όταν δεν υπάρχει κρατική παρέμβαση. Ωστόσο ας μην ξεχνάμε ότι πάρα τα όσα ακούγονται, ούτε οι οικονομίες της απόλυτης κυριαρχίας της αγοράς λειτουργούν χωρίς κανόνες. Και μάλιστα κανόνες εντελώς αυθαίρετους, όπου τον έλεγχο της κυκλοφορίας του χρήματος τον έχουν οι τράπεζες, που ανάλογα με τη δανειοδοτική τους πολιτική καθορίζουν και τις τιμές στην πραγματική οικονομία. Ας αναρωτηθεί ο καθένας αν ένα τριάρι αξίζει πραγματικά 300 μισθούς, ή αν αυτό είναι το προϊόν της κατασκευαστικής φούσκας που δημιουργήθηκε από την έκρηξη των στεγαστικών δανείων τα τελευταία 15 χρόνια. Ας σκεφτεί επίσης ότι αν αυτή η φούσκα αφορά το 1/3 ας πούμε της αξίας αυτού του διαμερίσματος, αυτό σημαίνει 100 επιπλέον μισθοί τσάμπα υπεραξία, στο βωμό του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αυτή είναι η ελεύθερη αγορά, χωρίς κρατική παρέμβαση. Αυτό το σύστημα κλοπής του πραγματικού πλούτου που παράγεται από την εργασία πρέπει να καταστραφεί και δεν έχουμε κανένα λόγο να το σεβαστούμε..Ποιο πρέπει να είναι το κεντρικό αίτημαΟι δύο μεγάλοι σχηματισμοί της αριστεράς το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υιοθετούν το αίτημα για στάση πληρωμών, ούτε καν της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους. Από κει και πέρα συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ όπως το Κόκκινο και το Ξεκίνημα υιοθετούν τη στάση, ενώ το Μέτωπο (Αλαβάνος, ΚΟΕ, ΔΕΑ, ΚΕΔΑ) μιλάνε περισσότερο για επαναδιαπραγμάτευση. Στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά η Ανταρσία μιλάει για στάση ενώ άλλες οργανώσεις όπως το ΕΕΚ, η ΟΚΔΕ και η Ανασύνταξη προτείνουν τη διαγραφή του χρέους. Όμως το θέμα δεν είναι αν μέσα σε άλλους 30 άξονες βρίσκεται και η στάση, αλλά αν πραγματικά γίνεται το κεντρικό ζήτημα αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση. Κεντρικό ακριβώς γιατί πάνω σε αυτό η κυβέρνηση χτίζει το σύνολο της επίθεσης. Εδώ λοιπόν δεν έχει γίνει καμία πρόοδος από την αρχή του χρόνου. Δεν αρκεί να ακούγεται ψιθυριστά, ούτε να το γράφουμε σε μια προκήρυξη για να βγει η υποχρέωση. Αυτό που έχει σημασία έστω και τώρα είναι να γίνει το κεντρικό αίτημα σε όλες τις κινητοποιήσεις. Δεν είναι δυνατό να βαδίζουμε προς την 7η γενική απεργία και να μην είναι γραμμένο το σύνθημα αυτό σε κανένα πανό. Και δεν είναι επίσης δυνατό να μιλάμε για γενικές απεργίες και μάλιστα μερικοί να προτείνουν και τη διαρκείας απλώς με συνδικαλιστικά αιτήματα.Αν μιλάμε για γενική απεργία, αυτό πρέπει να σημαίνει, για να έχουμε μια ουσιαστική κλιμάκωση, γενική πολιτική απεργία. Απεργία με πολιτικά πλέον αιτήματα. Το να μην περάσουν τα μέτρα δεν αρκεί. Χρειάζεται πολιτική πρόταση διεξόδου. Το κίνημα θα πρέπει να μιλήσει πολιτικά και αυτό ακριβώς θα το βάλει σε μια τροχιά αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση. Μόνο έτσι μπορεί να αντιληφθεί τον εαυτό του ως εναλλακτική λύση απέναντι σε αυτή την κυβέρνηση.Πολλοί αναρωτιούνται αν το σύνθημα της στάσης το απευθύνουμε στην κυβέρνηση για να το πραγματοποιήσει. Κάθε πολιτικό σύνθημα λειτουργεί με δύο τρόπους: Αφενός σαν αίτημα προς την κυβέρνηση αφετέρου σαν σύνθημα που ενοποιεί πολιτικά ένα κίνημα που ξεκινάει ως διαμαρτυρία προς την εξουσία και διαμέσου της πολιτικοποίησής του μεταμορφώνεται σε ανταγωνιστική εξουσία προς τον υπάρχων αστικό καθεστώς. Στο βαθμό που συμβεί αυτό τότε μπαίνουμε σε μια περίοδο δυαδικής εξουσίας. Πιθανόν τότε ακόμα και μια αστική κυβέρνηση να υποχρεωθεί κάτω από την πίεση του κινήματος να πάρει ορισμένα μέτρα. Αν όχι η κυβέρνηση Παπανδρέου, ίσως μια άλλη με διαφορετικά πρόσωπα, τύπου “Κερένσκυ“ ή τύπου “Κίρχνερ“. Μια κυβέρνηση που αδυνατεί να συντρίψει το κίνημα και γι’ αυτό αναγκάζεται να διαπραγματεύεται μαζί του. Αυτή δεν μπορεί να είναι η σημερινή κυβέρνηση. Αυτή ξεκάθαρα προωθεί το σχέδιο της κοινωνικής αντεπανάστασης και γι’ αυτό πρέπει να γίνει στόχος του κινήματος.Το ζήτημα είναι πάνω σε ποιο ζήτημα θα επιδιώξει το κίνημα την ανατροπή της. Σε ποια δηλαδή βάση θα επιδιώξει να αποσπάσει την συναίνεση ευρύτερων κομματιών της κοινωνίας που αυτή τη στιγμή ναι μεν αγανακτούν με την κυβέρνηση, αντιλαμβάνονται ότι η κατάσταση πάει από το κακό στο χειρότερο, αλλά δεν βλέπουν μια εναλλακτική λύση. Η αριστερά και το κίνημα πρέπει να κερδίσουν τη συναίνεση αυτών των στρωμάτων πάνω σε μια κεντρική μάχη και αυτή δεν είναι άλλη από το πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί το ζήτημα του χρέους και επομένως της πιθανής χρεοκοπίας. Όσο δεν φαίνεται ξεκάθαρα μια άλλη εναλλακτική λύση, όσο δεν δείχνουμε ποιο είναι το πρώτο βήμα τότε τα στρώματα αυτά έστω και παθητικά θα ανέχονται ως μοναδική λύση το ελεεινό σχέδιο της κυβέρνησης, αφού θα πιστεύουν ότι όλα τα άλλα θα έχουν χειρότερα αποτελέσματα. Η αριστερά και το κίνημα θα πρέπει επιτέλους να μιλήσουν πολιτικά, να προετοιμάσουν τη διάδοχη λύση.Όπως και να ‘χει τους επόμενους μήνες θα έχουμε μια απότομη κλιμάκωση της ταξικής αντιπαράθεσης. Αν μέχρι τότε δεν έχει υπάρξει καμία πολιτική πρόοδος, τότε η εξέγερση που έρχεται θα περιοριστεί απλώς σε εκδικητικά καθήκοντα, εκτονώνοντας τη συσσωρευμένη κοινωνική αγανάκτηση, χωρίς όμως να δίνει λύση. Τότε να είμαστε σίγουροι ότι η λύση θα δοθεί από τη μαύρη αντίδραση, που θα επιδιώξει να καλύψει εκείνη το κενό, όπως έχει γίνει άλλωστε τόσες φορές στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν.Κ. Μαραγκός
Διαβάστε περισσότερα...

Τρίτη 22 Ιουνίου 2010

Όταν η Αριστερά αυτοκτονεί

Του ΚΩΣΤΑ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΥ
Ενώ ο καπιταλισμός βυθίζεται σε βαθιά διαρθρωτική κρίση, η Αριστερά στην εποχή μας αυτοκτονεί, τόσο στη χώρα μας όσο και στην Ευρώπη.
Η παράδοξη εμπειρία του 1930 επαναλαμβάνεται: ο φιλελεύθερος και ασύδοτος καπιταλισμός καταβαραθρώθηκε τότε, όπως και σήμερα, όμως η υπέρβασή του δεν προήλθε από την Αριστερά, αλλά από δυνάμεις που η Αριστερά εσπίλωνε ως «μη-ταξικές», «μικροαστικές», «ουτοπικές».
Ο Βρετανός οικονομολόγος Κέινς (1883-1947) και ο Αμερικανός πρόεδρος Ρούζβελτ (1882-1945) υλοποίησαν αυτό που οι ακεραιόφρονες της Αριστεράς κατήγγειλαν ως «απατηλή ουτοπία»: ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, με ανακατανομή εισοδήματος, άμβλυνση ανισοτήτων, σχετική κοινωνική δικαιοσύνη, το «Νιου Ντιλ» (1935), που, λόγω της επιτυχίας του, γενικεύθηκε μεταπολεμικά στην Ευρώπη. Ο,τι είχε θεωρηθεί «ουτοπία» έλαβε σάρκα και οστά. Από το 1930, οι ακεραιόφρονες της συντηρητικής πλευράς, όπως και της προοδευτικής, διαβεβαίωναν ότι οι δημόσιες δαπάνες κατέστελναν τις ιδιωτικές, ότι η επέκταση του κράτους συρρίκνωνε την οικονομία και την κοινωνία. Όμως, ο έμπρακτος απολογισμός τού μεταπολεμικού κοινωνικού κράτους αποδείχθηκε συντριπτικός: ποτέ άλλοτε στην ιστορία ο καπιταλισμός δεν πραγματοποίησε τόσο υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, συσσώρευσης κεφαλαίου και κερδών, και ποτέ άλλοτε δεν έφθασε τόσο κοντά στη συρρίκνωση της ανεργίας και πλήρη απασχόληση. Οι κοινωνικές κατακτήσεις κατοχυρώθηκαν από τον μεταπολεμικό καπιταλισμό με το αζημίωτο.
Στην προχιτλερική Γερμανία του 1930, όπως επισημαίνει ο Σουμπέτερ (1883-1950), μόνον τα εργατικά συνδικάτα διεκδικούσαν κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, ενώ η δογματική Αριστερά μετά βδελυγμίας απέρριπτε κάθε δυνατότητα συμβιβασμού μεταξύ των δύο πόλων της κοινωνίας. Φανταζόταν ότι έτσι θα αποκόμιζε οφέλη από την αύξουσα κοινωνική ανυποληψία του πολιτικού συστήματος. Όμως, με τον αυτοαποκλεισμό της από τις αναζητήσεις διεξόδου από την κρίση, στην ουσία θεωρήθηκε η ίδια παράγων συντήρησης του ανυπόληπτου πολιτικού συστήματος.
Ενώ η γερμανική κοινωνία σπαρασσόταν από κοινωνικά κινήματα, η ακεραιόφρων Αριστερά έθεσε εαυτήν εκτός πολιτικής, στιγματίζοντας όσους μετείχαν αυτής, εκτιμώντας ότι η επερχόμενη κατάρρευση θα απέβαινε σε όφελός της. Το στοίχημα χάθηκε: η ολιγωρία της Αριστεράς κατανοήθηκε από την κοινωνία ως έμμεση κάλυψη του καταρρέοντος συστήματος και η ίδια ως ιδιότυπο, αλλά αναπόσπαστο ανάχωμα αυτού. Η Δημοκρατία της Βαϊμάρης σαρώθηκε, όχι από το κεφάλαιο, αλλά με τη λαϊκή ετυμηγορία των θυμάτων του αποπληθωρισμού και της εκρηκτικής ανεργίας, που επέβαλαν οι τράπεζες, με συγκατάνευση της Αριστεράς. Η τελευταία ύψωσε σημαία της τον αποπληθωρισμό, συνέπλευσε με τους τραπεζίτες, με πρόσχημα την προστασία του εργατικού εισοδήματος από τον πληθωρισμό, υπό την παραπλανητική ρητορεία περί «ταξικής συσπείρωσης».
Στην εποχή μας, το παράδοξο επαναλαμβάνεται: τα ιδανικά της Αριστεράς συναντούν ασύγκριτα ευρύτερη κοινωνική απήχηση απ’ ό,τι οι πολιτικοί σχηματισμοί της. Η γοητεία των ιδεών της αντισταθμίζεται με τη δυσπιστία και την καχυποψία, στην οποία προσκρούουν οι πολιτικοί σχηματισμοί της. Βασική εξήγηση θα ήταν ότι οι συγκεκριμένοι πολιτικοί φορείς της Αριστεράς δεν πείθουν πως υπηρετούν πράγματι τα ιδανικά που επαγγέλλονται.
Η μεγάλη πλειονότητα του πολιτικού προσωπικού των αριστερών σχηματισμών αφιερώνει ασύγκριτα περισσότερο χρόνο στα οργανωτικά και στην εκκαθάριση εσωτερικών λογαριασμών, παρά στην εγκαθίδρυση σταθερών και δημιουργικών δεσμών με την κοινωνία. Αντί να είναι κοινωνιοκεντρικοί, παραμένουν εξουσιοκεντρικοί. Αντί να απευθύνονται προς την κοινωνία, της στρέφουν τα νώτα και απλώς την επικαλούνται καιροσκοπικά στις μεταξύ τους διενέξεις. Αυτός ακριβώς είναι ο ορισμός της γραφειοκρατικοποίησης των αριστερών σχημάτων και μορφωμάτων, που καταλήγουν σήμερα να εμπνέουν περισσότερη καχυποψία, παρά εμπιστοσύνη. Καταγεγραμμένη φιλοδοξία όλων είναι να ηγεμονεύσουν σε κάποιο μυθικό κοινωνικό κίνημα, που φαντάζονται ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς την ηγεσία τους.
Όμως, η ιστορία διδάσκει ότι οι κοινωνικές ανατροπές δεν είναι ποτέ προϊόν οργανωτικών αποφάσεων ούτε ηγεσιών, όσο φωτισμένες και αν υποτεθούν αυτές. Οι κοινωνικές εξελίξεις ακολουθούν ανελέητο και ανεξέλεγκτο δικό τους ρυθμό, ενώ πρόβλημα των πολιτικών σχηματισμών παραμένει σταθερά ότι αιφνιδιάζονται πάντα από τα κοινωνικά γεγονότα και τρέχουν με υστέρηση πίσω από αυτά, προκειμένου να συμμετάσχουν στη φάση της περιστολής τους. Δεν εξαρτάται ποτέ η ιστορία από την Αριστερά, αλλά πάντοτε η Αριστερά από την ιστορία.
Στην παρούσα ιστορική στιγμή, η Αριστερά δεν σώζεται με αναδίπλωση σε κανένα προκατασκευασμένο δόγμα ούτε με την απομονωτική αυτοανακηρυγμένη «ταξική πολιτική». Αλλά δεν σώζεται επίσης ούτε με καιροσκοπικό «άνοιγμα» στον χώρο του πολιτικού δικομματισμού, ο οποίος σήμερα έχει δυσφημισθεί όσο ποτέ άλλοτε.
Φυσικά και αβίαστα, μοναδική οδός για την Αριστερά θα ήταν η ανεπιφύλακτη επάνοδός της στην κοινωνία, χωρίς βεβαίως να αφήνει ανεκμετάλλευτες τις δυνατότητες που μπορεί εκάστοτε να προκύπτουν από τις αντιφάσεις του σημερινού, έστω και καταρρέοντος, πολιτικού συστήματος. Αλλωστε, σπάνιες είναι οι ιστορικές στιγμές που το πολιτικό σύστημα ανασκευάζεται μέσω μετωπικής σύγκρουσης με «εξωτερικές» δυνάμεις. Συνήθως συμβαίνει το αντίθετο: υπό την αύξουσα κοινωνική πίεση, κάποιες δυνάμεις από το εσωτερικό του πολιτικού συστήματος αναλαμβάνουν μεταρρύθμιση προς διάσωσή του, που όμως μπορεί να καταλήγει ακόμη και στην κατάρρευση και ανατροπή του.
Η Αριστερά σήμερα επισημαίνει έλλειμμα κοινωνικής ευαισθησίας των αστικών πολιτικών δυνάμεων, όμως η ίδια, σε όλες τις παραλλαγές της, με την αποκλειστική προσήλωσή της στην οργανωτικιστική και εσωστρεφή κατανόηση του κοινωνικού προβλήματος, αποδεικνύεται περισσότερο αμείλικτη και άστοργη κοινωνικά απ’ ό,τι οι υποτιθέμενοι αντίπαλοί της. Η επιχείρηση ένταξης των λαϊκών κινητοποιήσεων σε προκατασκευασμένα από το παρελθόν σχήματα δεν συνιστά αριστερή πολιτική, αλλά γραφειοκρατικό εγχείρημα. Πρόβλημα της Αριστεράς σήμερα δεν είναι το έλλειμμα προγράμματος, αλλά η δυσπιστία της απέναντι στη φαντασία, την ευρηματικότητα και την ανεξέλεγκτη δυναμική των κοινωνικών δυνάμεων: η υπόνοια ότι δεν ενθαρρύνει την κοινωνία να εκφρασθεί, όσο κυρίως πασχίζει να την οικειοποιηθεί. Εάν η αυτοκτονία της κατανοηθεί ως αναγνώριση του προβλήματος, αυτό θα συνιστούσε για την κοινωνία απαρχή για μια νέα ελπίδα.
Διαβάστε περισσότερα...

«Τρόικα» με δικαίωμα κατάσχεσης στο Δημόσιο!


Ειδικά προνόμια, που καθιστούν απαγορευτική κάθε σκέψη της ελληνικής κυβέρνησης για στάση πληρωμών και επιβολή νέων όρων εξυπηρέτησης του χρέους, παρέχει στην «τρόικα» η δανειακή σύμβαση που υπέγραψε με το Ελληνικό Δημόσιο: η αλληλεγγύη του ΔΝΤ και των κρατών της Ευρωζώνης στην Ελλάδα, με τη χορήγηση του δανείου των 110 δισ. ευρώ, εκδηλώνεται υπό τον όρο ότι θα έχουν το δικαίωμα κατάσχεσης δημόσιας περιουσίας σε κάθε περίπτωση αθέτησης πληρωμών από την Ελλάδα.

Ουσιαστικά το Δημόσιο παίρνει ένα δάνειο το οποίο θα δεσμεύει το ελληνικό κράτος όπως περίπου δεσμεύεται ένας ιδιώτης όταν λαμβάνει δάνειο από μια τράπεζα: αν δεν εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις του, η τράπεζα έχει το δικαίωμα να ζητήσει την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων για να εξοφληθεί το χρέος.

Το ίδιο συμβαίνει και στην περίπτωση του διεθνούς δανείου των 110 δισ. ευρώ, αλλά με έναν ακόμη χειρότερο όρο: η διαδικασία κατασχέσεων δημόσιας περιουσίας μπορεί να ενεργοποιηθεί ακόμη και αν η Ελλάδα φανεί ασυνεπής στις πληρωμές της σε ιδιώτες πιστωτές και όχι προς τα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης και το ΔΝΤ.

Με τον τρόπο αυτόν το διεθνές σύστημα «έδεσε» την Ελλάδα, ώστε να μην έχει τη δυνατότητα να ακολουθήσει τον δρόμο της Ρωσίας ή της Αργεντινής, λέγοντας πολύ απλά «δεν πληρώνω» και επιδιώκοντας να εκβιάσει μια ευνοϊκότερη συμφωνία εξυπηρέτησης του χρέους. Μετά την υπογραφή της δανειακής σύμβασης με την «τρόικα» κάθε τέτοια προσπάθεια θα οδηγεί σε διαδικασίες κατάσχεσης κρατικών ακινήτων, μετοχών ή άλλων περιουσιακών στοιχείων και δικαιωμάτων.

Ο όρος που «δαγκώνει» κρύβεται στο άρθρο 14, με τον τίτλο «Εφαρμοστέο δίκαιο και δικαιοδοσία». Εκεί ορίζεται ότι:

1. Η παρούσα Σύμβαση καθώς και κάθε εξωσυμβατική υποχρέωση που τυχόν προκύψει από την παρούσα ή σε σχέση με την παρούσα Σύμβαση διέπεται και ερμηνεύεται σύμφωνα με το αγγλικό δίκαιο.

2. Οι συμβαλλόμενοι αναλαμβάνουν την υποχρέωση να υποβάλουν οποιαδήποτε διένεξη προκύψει σχετικά με τη νομιμότητα, την ισχύ, την ερμηνεία ή την εκτέλεση της παρούσας Σύμβασης στην αποκλειστική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3. Οι αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πλήρως δεσμευτικές και εκτελεστές από τα συμβαλλόμενα μέρη.

4. Οι Δανειστές μπορεί να εκτελέσουν ή να επιδιώξουν να εκτελέσουν οποιαδήποτε απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως ορίζεται στην παρούσα, ή άλλα δικαιώματα κατά του Δανειολήπτη στα δικαστήρια της χώρας του Δανειολήπτη.

5. Με την παρούσα ο Δανειολήπτης αμετάκλητα και άνευ όρων παραιτείται από κάθε ασυλία που έχει ή πρόκειται να αποκτήσει, όσον αφορά τον ίδιο ή τα περιουσιακά του στοιχεία, από νομικές διαδικασίες σε σχέση με την παρούσα Σύμβαση, περιλαμβανομένων, χωρίς περιορισμούς, της ασυλίας όσον αφορά την άσκηση αγωγής, δικαστική απόφαση ή άλλη διαταγή, κατάσχεση, αναστολή εκτέλεσης δικαστικής απόφασης ή προσωρινή διαταγή, και όσον αφορά την εκτέλεση και επιβολή κατά των περιουσιακών στοιχείων του στον βαθμό που δεν το απαγορεύει αναγκαστικός νόμος.

Ουσιαστικά, δηλαδή, αν το Δημόσιο αθετήσει υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών, αυτοί θα μπορούν να εκδώσουν, με βάση το αγγλικό δίκαιο, μια διεθνή «διαταγή πληρωμής» προσφεύγοντας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Στη συνέχεια, με την απόφαση αυτή, θα μπορούν να επιβάλουν στα ελληνικά δικαστήρια την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου, από δημόσια ακίνητη περιουσία μέχρι μετοχές σε εταιρείες ή άλλα δικαιώματα! Το Δημόσιο, με τη σύμβαση δανειοδότησης, έχει αμετάκλητα παραιτηθεί όλων των δικαιωμάτων του να εμποδίσει αυτές τις διαδικασίες, με τις οποίες η χώρα θα «βγει στο σφυρί» για την ικανοποίηση των πιστωτών της...






Διαβάστε περισσότερα...

Σάββατο 19 Ιουνίου 2010

«Από την Αθήνα μέχρι το Βερολίνο την κρίση να πληρώσoυν οι τράπεζες και οι πολυεθνικές. Είμαστε όλοι Έλληνες»


Δεν θα πληρώσουμε εμείς την κρίση σας!
Η Ελλάδα ήταν μόνο η αρχή. Σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, κυβερνήσεις και επιχειρήσεις προσπαθούν να επιβάλουν πολιτική δραστικών περικοπών. Μια μέρα μετά τις εκλογές στο κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας, η γερμανική κυβέρνηση εξήγγειλε πολιτική σκληρής λιτότητας: Στόχος είναι να μειωθούν εις βάρος των εργαζομένων και των ανέργων, της υγείας, της παιδείας και των δήμων τα αυξημένα κρατικά χρέη, που διογκώθηκαν από την κρίση και τα πακέτα διάσωσης των τραπεζών!

Για την κρίση, αντί να κληθούν να πληρώσουν οι τράπεζες και οι επενδυτές των χρηματαγορών, καλείται να πληρώσει ο απλός κόσμος: με περικοπές συντάξεων, ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων υπηρεσιών, μειώσεις μισθών και απολύσεις. Αυτό είναι το «πρόγραμμα διάσωσης» της Ελλάδας. Δεν πρόκειται παρά για αναδιανομή του πλούτου υπέρ των εχόντων! Ωστόσο ο κόσμος στην Ελλάδα αγωνίζεται ενάντια στην επίθεση που δέχεται η ζωή του. Γι’ αυτό, η αντίσταση των ελλήνων πολιτών πρέπει να αποτελέσει για μας στη Γερμανία πρότυπο και χρειάζεται την αλληλεγγύη μας!

Με το πακέτο διάσωσης των 750 δις δεν πληρώνουμε ούτε «για τους Έλληνες» ούτε για τη σωτηρία της Ευρώπης, αλλά μονάχα για τη σωτηρία των τραπεζών και των επενδυτών, που έχουν στοιχηματίσει στην πτώχευση του ελληνικού κράτους και κερδίζουν από τα ελληνικά χρέη.

Ο κόσμος στην Ελλάδα όχι μόνο δεν ευθύνεται για την κρίση του ευρώ, αλλά αντίθετα αποτελεί τον αποδιοπομπαίο τράγο της γερμανικής κυβέρνησης και των γερμανικών ΜΜΕ για την ανεπίλυτη κρίση του καπιταλισμού. Γι’ αυτόν τον λόγο μόνο με αντίσταση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο θα μπορέσουμε να εμποδίσουμε την πολιτική που ασκείται προς όφελος των τραπεζών και των πολυεθνικών!

Τα πακέτα διάσωσης δεν μπορούν να καταπολεμήσουν την κρίση, γιατί δεν αντιμετωπίζουν τις αιτίες της. Από τα πακέτα διάσωσης και τα υψηλά επιτόκια για τα κρατικά δάνεια κερδίζουν μόνο οι τράπεζες. Το κεφάλαιο των πλουσίων και τα κέρδη των πολυεθνικών, με τα οποία κερδοσκοπούν στις χρηματοπιστωτικές αγορές, παραμένουν άθικτα. Η εξίσωση προς τα κάτω των μισθών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που οδήγησε στην κρίση, προωθείται προπάντων από τον «παγκόσμιο πρωταθλητή των εξαγωγών», τη Γερμανία, και οδηγεί άλλα κράτη της ΕΕ σε κρίση και δημοσιονομική κατάρρευση.

Όχι στα «πακέτα διάσωσης»
Την κρίση να πληρώσουν οι τράπεζες και οι πολυεθνικές!

Απαιτούμε:
· Αύξηση της φορολογίας του κεφαλαίου και των κερδών του.
· Έλεγχο και συρρίκνωση των χρηματοπιστωτικών αγορών: άμεση, υψηλή φορολόγηση των χρηματαγορών. Απαγόρευση των επενδύσεων υψηλού ρίσκου (hedge funds) και των κερδοσκοπικών χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων.
· Εθνικοποίηση των τραπεζών και δημιουργία ενός δημόσιου τραπεζικού τομέα υπό κοινωνικό έλεγχο.
· Διαγραφή του χρέους της Ελλάδας και άλλων βαριά χρεωμένων χωρών της ΕΕ. Να πληρώσουν οι πιστωτές!

Αλληλεγγύη στον αγώνα των Ελλήνων!
Στην κρίση της ΕΕ απαντάμε ενωμένοι ζητώντας:

· Κατάργηση της Συνθήκης της Λισαβόνας, που ανοίγει τον δρόμο στην κερδοσκοπία και στην προς τα κάτω εξίσωση των μισθών. Ευθυγράμμιση προς τα πάνω των μισθών και των κοινωνικών υπηρεσιών στην Ευρώπη! Θέσπιση κατώτατου μισθού ενάντια στη φτώχεια στην Ευρώπη – 10 ευρώ/ώρα στη Γερμανία!
· Όχι στην πολιτική της εξαθλίωσης. Εδώ και τώρα αύξηση του επιδόματος ανεργίας στα 500 ευρώ! Όχι στην καταπίεση των ανέργων!
· Αντί για μαζική ανεργία, μείωση του χρόνου εργασίας χωρίς μείωση των μισθών. Όχι στη σύνταξη στα 67!
· Δημιουργία θέσεων εργασίας με κοινωνικό και οικολογικό χαρακτήρα, με επέκταση του δημόσιου τομέα σε παιδεία, υγεία και με οικολογικά μέσα συγκοινωνίας!

Δεν θα πληρώσουμε εμείς την κρίση σας! Ενωμένοι ενάντια στην ανεργία, την κοινωνικά άδικη, έμμεση φορολόγηση και την απορρύθμιση της εκπαίδευσης σε όλο τον κόσμο!

Όλες και όλοι στην πορεία στις 12 Ιουνίου στη Στουτγάρδη και το Βερολίνο !

Από την Αθήνα ως το Βερολίνο,
την κρίση να πληρώσουν οι τράπεζες κι οι πολυεθνικές!
Για κοινωνικές και οικολογικές εναλλακτικές στον καπιταλισμό!





Διαβάστε περισσότερα...

Τρίτη 15 Ιουνίου 2010

Μόνη αριστερή απάντηση η άρνηση της πληρωμής του χρέους.

Σχετικά με τα ερωτήματα που τέθηκαν θα προσπαθήσω να απαντήσω όσο πιο επιγραμματικά μπορώ.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά:
1- Η μονομερής άρνηση πληρωμής του χρέους μέσα από την παύση πληρωμών προς τους δανειστές είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να συμβεί εντός ΟΝΕ. Αυτό για δυο λόγους:


Αφενός, γιατί το ευρώ είναι ο πιο αποτελεσματικός μηχανισμός πειθαναγκασμού μιας οικονομίας να ακολουθήσει την προδιαγεγραμμένη πορεία που έχουν αποφασίσει οι τραπεζίτες και οι χρηματιστές της ευρωζώνης.
Αφετέρου, γιατί μια οικονομία που θέλει να ορθοποδήσει, ειδικά μετά από μια τέτοια ενέργεια όπως η μονομερής άρνηση πληρωμής του χρέους, χρειάζεται, έχει ανάγκη το εθνικό της νόμισμα. Διαφορετικά δεν μπορεί να γίνει.
Αυτό συνεπάγεται αυτόματη έξοδο και από την ΕΕ;

Όχι απαραίτητα. Η συνθήκη του Μάαστριχτ δεν προβλέπει καμμιά διαδικασία αντιμετώπισης του χρέους, εκτός από το γνωστό κριτήριο. Αυτό είναι και καλό και κακό. Καλό γιατί σου επιτρέπει καταρχάς να εμφανίσεις τη μονομερή διαγραφή χρεών ως τον μόνο τρόπο για να εξαλείψεις το χρέος σου, σύμφωνα με τα κριτήρια του Μάαστριχτ.
Κακό γιατί η συνθήκη εναποθέτει στην Κομισιόν και στη Σύνοδο ηγετών τον τρόπο και τα μέσα δημοσιονομικής αντιμετώπισης των κριτηρίων του Μάαστριχτ. Επομένως δεν μπορούν να σε διώξουν εύκολα με βάση τη συνθήκη του Μάαστριχτ. Αντίθετα θα προσπαθήσουν να σε κρατήσουν μέσα για να σε πιέσουν όσο αυτό είναι δυνατό για να ακολουθήσεις τον «ίσιο δρόμο», δηλαδή τον δρόμο των διεθνών τοκογλύφων και κερδοσκόπων.

Δείτε για παράδειγμα τι γίνεται με την Ισλανδία.
Η χώρα αυτή, ένα νησί στο βόρειο αρκτικό, παρά το γεγονός ότι είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Ζώνης και μέλος του ΝΑΤΟ, οι ξεσηκωμένοι Ισλανδοί δεν επιτρέπουν στις κυβερνήσεις τους να διαπραγματευτούν το χρέος της χώρας, το οποίο σημειώτεον είναι ιδιωτικό, δηλαδή των ιδιωτικών τραπεζών, που όμως έχει αναγνωρίσει το επίσημο κράτος ως εξωτερικό χρέος της χώρας. Και παρά το γεγονός ότι η άρνηση αυτή τινάζει στο αέρα τα λεγόμενα «ευρωπαϊκά κεκτημένα» (ελευθερία κίνησης κεφαλαίου, ανταγωνισμός, κοκ) η ΕΕ ούτε που σκέφτεται να αρνηθεί την ένταξη της Ισλανδίας στους κόλπους της με βάση την αίτηση που έκανε η χώρα αυτή τον Ιούλιο του 2009.

Βέβαια το διευθυντήριο της ΕΕ ποντάρει στο ότι η ένταξη της Ισλανδίας θα την αναγκάσει να υποταχθεί στις απαιτήσεις των Βρετανών, Γάλλων, Γερμανών και Ολλανδών για αποζημιώσεις. Αυτό όμως που δεν υπολογίζουν είναι ότι οι Ισλανδοί αν και φιλικά διακείμενοι προς την ΕΕ μέχρι πριν ένα χρόνο, σήμερα ούτε που θέλουν να ακούσουν για ΕΕ, ευρώ και ΟΝΕ.

Όπως και να ‘χει αυτό που μετρά πάνω απ’ όλα είναι η αποφασιστικότητα ενός λαού να βρει το δρόμο του και να σταθεί στα πόδια του. Αν η ΕΕ σταθεί εμπόδιο σ’ αυτήν την προσπάθεια, τότε τι θα πρέπει να πράξει ο λαός και η χώρα;
Το σίγουρο είναι ότι από τη στιγμή που η Ελλάδα αποφασίσει να προχωρήσει σε μονομερή άρνηση πληρωμής του χρέους και αποχωρήσει από τη ζώνη του ευρώ, τότε θα δούμε πρωτοφανείς εξελίξεις σ’ όλες τις χώρες της ΕΕ. Θα δούμε να ξεσπάνε ισχυρότατες λαϊκές αντιδράσεις σ’ όλες τις χώρες της ευρωζώνης, ακόμη και στη Γερμανία. Ποιος ευρωπαίος εργαζόμενος θα συνεχίσει να ανέχεται την επ’ αόριστο μονόπλευρη λιτότητα, την καρατόμηση των εργασιακών, ασφαλιστικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του, κοκ στο όνομα του «ισχυρού ευρώ», όταν οι Έλληνες θα δείξουν ότι υπάρχει εναλλακτική; Ιδίως σήμερα που μετά την πρόσφατη απόφαση των ηγετών της ΕΕ φτιάχνεται μηχανισμός αυστηρής επιτροπείας και επιτήρησης με την συνδρομή του ΔΝΤ για όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Ο εφιάλτης του ΔΝΤ δεν αφορά πλέον μόνο τους «κακούς» και «τεμπέληδες» Έλληνες, ή μόνο τους «νότιους», αλλά όλους του ευρωπαίους εργαζόμενους.

2- Η εθνικοποίηση των βασικών τραπεζών με πρώτη και κύρια την Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να γίνει χωρίς το κράτος να πληρώσει τίποτε. Μην ξεχνάτε ότι το κράτος έχει ήδη τροφοδοτήσει τις τράπεζες με 28 δις ευρώ, τα οποία αντιστοιχούν στο μετοχικό κεφάλαιο των τριών-τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζών.

Κι όχι μόνο αυτό. Οι τράπεζες αυτές κατέχουν ήδη στα χαρτοφυλάκια τους σημαντικό μέρος των ελληνικών ομολόγων χρέους, με τα οποία κερδοσκοπούν αντλώντας ρευστότητα από την ΕΚΤ. Και μόνο αυτό αρκεί για το κράτος να πάρει στα χέρια του τις μεγάλες εμπορικές τράπεζες ώστε να σταματήσει αυτή την κερδοσκοπία εις βάρος του.
Επιπλέον οι τράπεζες εδώ και χρόνια αρνούνται να πειθαρχήσουν σε εκατοντάδες αποφάσεις των δικαστηρίων της χώρας, αλλά και σε νόμους του κράτους, που αφορούν σε καταστρατήγηση δικαιωμάτων πελατών τους, παράνομες και καταχρηστικές χρεώσεις, απάτες εναντίον οφειλετών, κοκ.

Τι θα κόστιζε στο κράτος να μαζέψει όλες αυτές τις αναδρομικές οφειλές συν τα πρόστιμα και τις καθυστερήσεις – όπως έχει το δικαίωμα – και να τις κάνει απαιτητές εδώ και τώρα από τις τράπεζες παίρνοντας ασφαλιστικά μέτρα εναντίον τους; Κάτι που παρεμπιπτόντως όφειλε να κάνει εδώ και πολλά χρόνια. Στο βαθμό που οι τράπεζες δεν έχουν να πληρώσουν, το κράτος κάλλιστα μπορεί να προχωρήσει σε μετοχοποίηση των οφειλών τους παίρνοντας το «πακέτο των μετοχών» αυτών των τραπεζών στα χέρια του.


Για να μην πούμε τι θα συμβεί αν το κράτος αποφασίσει να ερευνήσει τις τράπεζες για ξέπλυμα χρήματος και μάλιστα από το εξωτερικό.
Για να πάρουμε μια ιδέα του μεγέθους της μηχανής ξεπλύματος που έχουν στήσει οι ελληνικές τράπεζες, θα πούμε μόνο ότι με βάση τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος κάθε χρόνο τα τελευταία χρόνια γύρω στα 10 με 20 δις ευρώ εισέρχονται στην χώρα ως repos και προθεσμιακές καταθέσεις σε ελληνικές τράπεζες, παρά το γεγονός ότι τα επιτόκια που δίνονται στην Ελλάδα για τέτοιου είδους καταθέσεις είναι πολύ χαμηλότερα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

3- Ναι, κάποιες τράπεζες από τις μικρότερες – ειδικά αυτές που είναι πιο εκτεθειμένες σε επενδύσεις με ομόλογα και παράγωγα – θα κινδυνεύσουν να χρεοκοπήσουν. Όμως έτσι ή αλλιώς θα συμβεί αυτό, όπως πηγαίνει η κατάσταση. Με την εθνικοποίηση των βασικών τραπεζών και της Τραπέζης της Ελλάδος, όλες οι τράπεζες που λειτουργούν στην Ελλάδα (γύρω στις 35) θα αναγκαστούν να προσαρμοστούν σε νέους κανόνες χρηματοπιστωτικής πολιτικής. Αντί οι τράπεζες να συγκεντρώνουν στα χέρια τους όλο το ρευστό της οικονομίας για να πουλάνε δάνεια και να τα τιτλοποιούν κατόπιν, θα αναγκαστούν να διοχετεύουν ρευστότητα σε επιχειρήσεις (κυρίως μικρομεσαίες) και νοικοκυριά με όρους κάθε άλλο παρά σαράφικους, σε περιβάλλον πλήρους διαφάνειας που δεν επιτρέπει κερδοσκοπίες και φούσκες.

Είναι σίγουρο ότι κάποιες από τις τράπεζες που θα παραμείνουν ιδιωτικές δεν θα αντέξουν αυτό το νέο περιβάλλον χρηματοπιστωτικής διαχείρισης και πολιτικής. Θα πτωχεύσουν. Τι να κάνουμε, αυτά έχει η ζωή. Το μόνο που μπορεί και πρέπει να κάνει το κράτος είναι, αφενός, να θεσπίσει ρήτρες, ελέγχους και ποινές που θα αποτρέπουν την δόλια πτώχευση και, αφετέρου, να εγγυηθεί σε κάθε περίπτωση τις λαϊκές καταθέσεις που βρίσκονται στα χέρια αυτών των τραπεζών.

4- Η κύρια δανειακή έκθεση των ΟΤΑ, των πρώην ΔΕΚΟ, αλλά και των περισσοτέρων ιδιωτικών επιχειρήσεων είναι προς το εσωτερικό της χώρας.
Δηλαδή προς τις εμπορικές τράπεζες του εσωτερικού. Αυτό σημαίνει ότι την εθνικοποίηση των βασικών τραπεζών θα ακολουθήσει και μια ρύθμιση των χρεών που έχουν συσσωρεύσει οργανισμοί, επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Κάποια από αυτά τα χρέη θα διαγραφούν, ιδίως όταν πρόκειται για χρέη που είναι αδύνατο να αποπληρωθούν από τον οφειλέτη, ώστε να του δοθεί η ευκαιρία μιας καινούργιας αρχής. Κάποια άλλα θα ρυθμιστούν με τέτοιο τρόπο ώστε να ελαφρύνουν σημαντικά το βάρος της εξυπηρέτησης.

Όσο για τις λίγες πολύ μεγάλες επιχειρήσεις που έχουν δάνεια από το εξωτερικό, αν πρόκειται για ιδιωτικές η παύση πληρωμών του κράτους δεν θα τις επηρεάσει, αν πρόκειται για δημόσιες. Η αποπληρωμή των δανείων του εξωτερικού θα εκτιμηθεί κατά περίπτωση, ανάλογα με το αν και κατά πόσο έχουν συναφθεί για να εκτελεστούν επενδύσεις, ή πρόκειται για τις γνωστές λεόντειες συμβάσεις ρεμούλας και κερδοσκοπίας. Γενικά μια οικονομία σε παραγωγική ανάπτυξη δεν έχει ανάγκη εξωτερικού δανεισμού, η εσωτερική τραπεζική αγορά – στο βαθμό που λειτουργεί αναπτυξιακά – μπορεί κάλλιστα να ικανοποιήσει τις δανειακές ανάγκες επιχειρήσεων και κράτους.

Μόνο όταν πρόκειται για πολύ μεγάλα επενδυτικά σχέδια είναι πιθανό να χρειαστούν δανειακά κεφάλαια από το εξωτερικό.
Σ’ αυτή την περίπτωση το κράτος μπορεί να απευθυνθεί στη διεθνή αγορά για τη χρηματοδότηση του συγκεκριμένου επενδυτικού σχεδίου είτε μέσα από διακρατικές συμφωνίες, είτε μέσα από συμπράξεις με πολυεθνικές που θα εξασφαλίζουν και τη μεταφορά τεχνογνωσίας της χώρας, είτε με απευθείας χρηματοδότηση από διεθνείς τράπεζες, χωρίς τη διαμεσολάβηση της αγοράς ομολόγων, κοκ. Τρόποι υπάρχουν πολλοί. Το βασικό είναι η σωστή μελέτη και εφαρμογή του επενδυτικού σχεδίου ώστε η υλοποίησή του να εξασφαλίσει και την αποπληρωμή των δανεικών. Δεν υπάρχουν χώρες στον κόσμο, όσο άσχημα κι αν έχει βαθμολογηθεί η διεθνής πιστοληπτική τους ικανότητα, που να χρειάστηκε με κάποιο τρόπο να βρουν κεφάλαια από την παγκόσμια αγορά και να μην βρήκαν.

5- Καταρχάς η άρνηση της πληρωμής του χρέους δεν μπορεί να γίνει χωρίς την μαχητική υποστήριξη του λαού. Το έχω ξαναγράψει, αλλά φανταστείτε μια κυβέρνηση που θα βγει και αντί να ανακοινώσει περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, κλπ., να πει ότι αρνείται να πληρώσει τους ξένους δανειστές γιατί αρνείται να θέσει τη χώρα και το λαό της στο «γύψο» της ΕΕ και του ΔΝΤ. Αν υπάρξει μια τέτοια κυβέρνηση που υπερασπιζόμενη τη χώρα, τη δουλειά, το εισόδημα, τη σύνταξη και τα δικαιώματα του εργαζόμενου λαού, στείλει κυριολεκτικά στο διάολο τον «μηχανισμό στήριξης» της ΕΕ και του ΔΝΤ, μαζί με τους ξένους δανειστές και για να το κάνει αυτό ζητήσει τη μαχητική στήριξη του λαού, υπάρχει κανείς που αμφισβητεί την πάνδημη ανταπόκριση του λαού; Ποιος θα τολμήσει να πειράξει μια κυβέρνηση που θα έχει ξεσηκώσει το λαό στη μάχη για την υπεράσπιση της χώρας του, της ίδιας της επιβίωσής του;


Σ’ αυτήν ακριβώς τη δύναμη και την αποφασιστικότητα του ίδιου του λαού στηρίζεται η πρόταση για άρνηση της πληρωμής του χρέους. Η πρόταση αυτή προϋποθέτει μια κυβέρνηση που δεν θα κοροϊδεύει το λαό, δεν θα θέλει να τον στείλει να λουφάξει σπίτι του φοβισμένο και με σπασμένο το ηθικό, δεν θα ασκεί πολιτική ερήμην του και σε βάρος του. Χρειάζεται μια κυβέρνηση που θα βλέπει στην κινητοποίηση του λαού τον τρόπο και τα μέσα για την άσκηση της πολιτικής της, θα γκρεμίσει τα στεγανά του κράτους και θα ανοίξει τις πόρτες της εξουσίας σε κάθε πολίτη, σε ολόκληρο το λαό. Γι’ αυτό και θεωρούμε ότι η πρότασή μας έρχεται να επενδύσει σ’ ότι πιο δυνατό, γόνιμο και προοδευτικό διαθέτει ο χαρακτήρας του λαού μας. Αντίθετα με όλες τις άλλες προτάσεις που επενδύουν στις φοβίες, στα πρωτόγονα ένστικτα και τα συντηρητικά αντανακλαστικά του πλήθους.
6- Αυτός είναι κι ένας από τους λόγους που θεωρούμε ότι η άρνηση της πληρωμής του χρέους πρέπει να ξεκινήσει με το δημόσιο άνοιγμα όλων των λογαριασμών του κράτους, με τη δημόσια έρευνα στους λογαριασμούς του κράτους είτε πρόκειται για το χρέος, είτε πρόκειται για το σύνολο των δημοσιονομικών. Ο λαός πρέπει να ξέρει επακριβώς τι έγιναν τα λεφτά του δημοσίου και πώς συσσωρεύτηκε αυτό το χρέος. Είναι θέμα όχι μόνο ηθικής τάξης, αλλά θεμελιώδους εμπιστοσύνης απέναντι σε μια πολιτική που ισχυρίζεται ότι υπηρετεί το συμφέρον του λαού και της χώρας. Ταυτόχρονα θα κατατεθεί νόμος που θα καταργεί με αναδρομική ισχύ τις ασυλίες και παραγραφές για όλους εκείνους που διαχειρίστηκαν το δημόσιο χρήμα. Όποιος πολιτικός, επιχειρηματίας ή άλλος αποδειχθεί ότι συμμετείχε εκούσια στη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος να δημεύεται η περιουσία του και να στέλνεται φυλακή. Είναι θέμα στοιχειώδους πολιτικής εντιμότητας η ικανοποίηση αυτού του βασικού αιτήματος του λαού.

7- Με την άρνηση πληρωμής του χρέους θα απομονωθεί η χώρα;
Καταρχάς η χώρα έχει ήδη τεθεί σε «καραντίνα» από την ΕΕ και την ΔΝΤ, προκειμένου να μην «μολυνθούν» οι υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πολύ απλά ότι η χώρα και ο λαός της έχει καταδικαστεί να υποφέρει και να φυτοζωεί στο απόλυτο περιθώριο της διεθνούς οικονομικής και πολιτικής ζωής μέχρις ότου εξοντωθεί ή δια μαγείας ανανήψει.

Ποτέ άλλοτε στην ιστορία της η χώρα δεν ήταν τόσο απομονωμένη όσο σήμερα και μάλιστα στα χέρια των πια άγριων αρπακτικών διεθνώς. Η άρνηση της πληρωμής του χρέους αποτελεί μια αφετηρία για να ανοιχτεί η χώρα στη διεθνή οικονομική ζωή, που δεν περιορίζεται στους τέσσερεις τοίχους της ευρωζώνης και της ΕΕ. Από την εποχή που η χώρα εντάχθηκε πρώτα στην ΕΟΚ, κατόπιν στην ΕΕ και αργότερα στην ευρωζώνη, υποβαθμίστηκε η διεθνής της θέση στο παγκόσμιο εμπόριο, περιορίστηκαν απελπιστικά οι διεθνείς της σχέσεις με τον υπόλοιπο κόσμο. Η Ελλάδα σήμερα ελέγχεται από τρεις-τέσσερεις χώρες, που κατά κύριο λόγο ελέγχουν το εξωτερικό της εμπόριο, την εκροή και εισροή των κεφαλαίων στην οικονομία της, το χρέος της, στους εξοπλισμούς της, αλλά και στην πολιτική της.


Δεν μπορεί να συνάψει σχέσεις με κανέναν στον κόσμο με βάση το δικό της συμφέρον, αλλά πρώτα και κύρια με βάση τα συμφέροντα των ισχυρών της «εταίρων» και του διευθυντηρίου της ευρωζώνης. Με την άρνηση της πληρωμής του χρέους και την έξοδο από το ευρώ θα δοθεί η δυνατότητα στη χώρα να ανακάμψει μέσα από την ανάπτυξη των σχέσεων της με όλες τις χώρες και περιοχές του κόσμου στη βάση των δικών της συμφερόντων. Κανείς σήμερα δεν έχει τη δυνατότητα να την απομονώσει. Κανείς δεν διαθέτει τέτοια δύναμη. Είναι τόσο ρευστή η κατάσταση στην παγκόσμια αγορά και οικονομία, που κανείς από τους «μεγάλους» δεν θα ρισκάρει οικονομικό πόλεμο ή αποκλεισμό της χώρας. Ιδίως αν η χώρα εξετάσει άμεσα τη δυνατότητα στρατηγικών συμμαχιών στο επίπεδο της οικονομίας, αλλά και της στρατιωτικο-πολιτικής συνεργασίας με τις χώρες της περιοχής, με τη Ρωσία, την Κίνα, κοκ.

Η μόνη σήμερα χώρα που βρίσκεται υπό καθεστώς αποκλεισμού είναι η Κούβα. Κι όμως παρά το γεγονός ότι πρόκειται για ένα νησί μόλις 30 ν. μίλια από τις ακτές των ΗΠΑ, ο αποκλεισμός της Κούβας είναι διάτρητος. Δεν υπάρχει λοιπόν κανένας λόγος να υποθέσει κανείς ότι η χώρα, αν τα βάλει με τους διεθνείς τραπεζίτες και φύγει από το ευρώ, θα βρεθεί απομονωμένη. Ίσα-ίσα θα της δοθεί για πρώτη φορά η δυνατότητα να αναβαθμίσει ουσιαστικά το ρόλο της στο διεθνές γίγνεσθαι και να οικοδομήσει γόνιμες και επωφελείς σχέσεις με χώρες και οικονομίες παγκόσμια που μπορούν να της εξασφαλίσουν στρατηγικά αγαθά και εισροές για την οικονομία της χωρίς το «καπέλο» των πολυεθνικών και των εξαρτήσεων από τους ισχυρούς.

8- Θα έχει κόστος μια τέτοια πορεία;
Φυσικά θα έχει. Όμως μιλάμε για άλλου είδους κόστος, άλλου είδους δυσκολίες. Είναι άλλης τάξης ζήτημα οι δυσκολίες που θα υπάρξουν στην προσπάθεια του λαού να γλυτώσει από την καταστροφή, να κατοχυρώσει τη δουλειά του, με όρους σταθερότητας και αξιοπρέπειας, να διασφαλίσει τα δικαιώματά του σε μια πραγματική κοινωνική ασφάλιση και σε αμοιβές που αντιστοιχούν στις πραγματικές του ανάγκες, να φτιάξει μια χώρα που θα είναι υπερήφανος γι’ αυτήν. Και άλλης τάξης ζήτημα είναι οι δυσκολίες και τα αδιέξοδα που πηγάζουν από μια πολιτική που μετατρέπει τους Έλληνες σε «κούληδες» της ΕΕ και του ΔΝΤ. Άλλο η πάλη και το κόστος για να κερδίσει κανείς, αυτός, η οικογένεια και η χώρα του περισσότερα, να καλυτερεύσει τη ζωή του. Κι άλλο η πάλη και το κόστος που φέρνει η απόγνωση και το αδιέξοδο.

Ο Ελληνικός λαός έχει αποδείξει στην ιστορία του ότι για να κατακτήσει μια ελεύθερη και δημοκρατική Ελλάδα είναι ικανός να περάσει «δια πυρός και σιδήρου», να τα βάλει με τις πιο αντίξοες καταστάσεις και να βγει νικητής. Ποιοι είμαστε εμείς σήμερα που θα αμφισβητήσουμε την εσωτερική δύναμη και το φιλότιμο αυτού του λαού; Τι θα μας διαχωρίσει απ’ όλους εκείνους τους σύγχρονους δωσίλογους που προσπαθούν να πείσουν το λαό ότι είναι διεφθαρμένος ως το κόκαλο, ακαμάτης, καλοπερασάκιας, ανίκανος για οτιδήποτε καλό και επομένως καλά κάνουν κι έρχονται οι «ενάρετοι» ξένοι να του μάθουν τρόπους με τον βούρδουλα;
Αν συγκρίνει κανείς το τι γράφουν οι σημερινές φυλλάδες που στηρίζουν τη νέα κατοχή – Αλαφουζαίοι, Λαμπράκηδες, Μπόμπολες, κλπ. – με το τι έγραφαν οι ίδιες περίπου φυλλάδες τον πρώτο καιρό της κατοχής από τους Ναζί, θα διαπιστώσει μια αποκρουστική ομοιότητα. Οι πατεράδες και οι παππούδες των σύγχρονων δωσίλογων έγραφαν τότε για το προπατορικό αμάρτημα του Έλληνα, που δεν του επέτρεψε να γίνει από Ανατολίτης Ευρωπαίος κι έτσι οι αυστηροί πλην άριστα οργανωμένοι και πειθαρχημένοι Γερμανοί της Βέρμαχτ και των Ες Ες ήρθαν για να του φέρουν το φως του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Όμως, οι δικοί μας πατεράδες και παππούδες έδειξαν πώς ετούτος εδώ ο τόπος δεν παράγει μόνο προσκυνημένους, δωσίλογους, λαμόγια και πρωταθλητές της αρπαχτής, αλλά «έναν άλλο λαό» σαν κι αυτόν που περιέγραψε τις ημέρες της απελευθέρωσης ο Γ. Θεοτοκάς:

«Δεν υπάρχει αμφιβολία πώς τούτος ο λαός που βλέπουμε αυτές τις μέρες είναι άλλος από κείνον που ξέραμε, πιο δυναμικός, πιο γενναίος και πιο περήφανος, αληθινά χειραφετημένος και λεύτερος, όπως φαντάζεται κανείς πώς θα ήταν η γενεά του Εικοσιένα, μα όπως δεν ήτανε πια ο αστικοποιημένος λαός που γνωρίσαμε στις μέρες μας.»
Εναπόκειται σε μας, στη δική μας γενιά, να αποδείξουμε στην πράξη ότι ετούτος «ο λαός που βλέπουμε αυτές τις μέρες είναι άλλος από κείνον που ξέραμε», ότι και τούτος ο λαός έχει ακατάβλητα ιστορικά αποθέματα δύναμης, γενναιότητας, υπερηφάνειας και φιλότιμου σαν την ηρωική γενιά του Εικοσιένα και του Σαράντα-Σαραντατέσσερα. Αυτό είναι το στοίχημα της εποχής μας. Διαφορετικά η χώρα θα χαθεί.

Τέλος, είναι απολύτως λογικό να υπάρχουν απορίες, αμφιβολίες, προβληματισμοί, ακόμη και φοβίες για το πώς θα τα καταφέρουμε σε μια πορεία ριζικά διαφορετική από αυτήν που για δεκαετίες οι κυρίαρχες πολιτικές έχουν δρομολογήσει τη χώρα. Είναι τόσο εθισμένη η κοινωνία να εναποθέτει τις τύχες της στους κουμανταδόρους της εξουσίας, στην ολιγαρχία των αγορών και της πολιτικής, ώστε τώρα που για πρώτη φορά αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να σωθεί από την καταστροφή μόνο αν αναλάβει η ίδια τις τύχες της, είναι λογικό να δειλιάζει, να αισθάνεται αμήχανα, να νιώθει ότι ατενίζει το άγνωστο.

Η αλήθεια είναι ότι λύσεις υπάρχουν και μπορούν να βρεθούν όχι από κάποια αυθεντία, αλλά μέσα από μια συλλογική επεξεργασία και τις ιδέες που μπορούν να κατατεθούν από όλους. Όλοι μας έχουμε τη δυνατότητα να συμβάλουμε στον τρόπο που μια άλλη πορεία αυτού του τόπου είναι δυνατή. Αρκεί να σπάσουμε τα καλούπια που μας έχουν επιβάλει, να απαλλαγούμε από τα ταμπού και τα δεδομένα των άνωθεν και έξωθεν μονοδρόμων. Στη οικονομία, όπως και στη ζωή, δεν υπάρχει τίποτε το a priori δοσμένο, αμετάβλητο και αδιάβλητο. Χρειάζεται απλά να ξεκαθαρίζουμε κάθε φορά τη σκοπιά από την οποία βλέπουμε τα πράγματα, το συμφέρον που πρέπει να υπηρετήσουμε με τη σκέψη και δράση μας. Τα υπόλοιπα θα βρεθούν ως προϊόν συλλογικής προσπάθειας.

Για περισσότερα θα μπορούσαμε να οργανώσουμε μια ανοιχτή συνάντηση όπου θα μπορούσαμε να συζητήσουμε πρόσωπο με πρόσωπο δυνατότητες, εμπόδια και περιορισμούς.

Πάντα στη διάθεσή σας
Δημήτρης Καζάκης
13/5/2010



Διαβάστε περισσότερα...

Τρίτη 8 Ιουνίου 2010

Nηστική αρκούδα δεν χορεύει.. τρώει το αφεντικό της…


Αναρτήθηκε από kafeneio Διαβάστε περισσότερα...

ΘΑ ΣΥΜΒΕΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ - It will happen to Greece

Διαβάστε περισσότερα...

Το χρήμα ως χρέος: Μια ιστορία για μεγάλα παιδιά..

Διαβάστε περισσότερα...

Δευτέρα 7 Ιουνίου 2010

Alex Jones (Greek subs) Έλληνες πείτε ΟΧΙ!

Διαβάστε περισσότερα...

Τετάρτη 2 Ιουνίου 2010

Χαιρετισμός του Μίκη Θεοδωράκη στην εκδήλωση των Τμημάτων Παιδείας και Πολιτισμού του Συνασπισμού

Στην χώρα μας ο Πολιτισμός συνδέθηκε με την Ελευθερία, την Δημοκρατία, την Πρόοδο και την Ελληνικότητα και προ παντός με έναν Λαό που ψυχικά, ηθικά και πολιτικά ήταν είτε προσπαθούσε να είναι απελευθερωμένος, ανεξάρτητα από τις επιδιώξεις της όποιας ξένης είτε ντόπιας εξουσίας και ακόμα μέσα σε συνθήκες σκοτεινές, σκληρές και δύσκολες.

Αναφέρομαι φυσικά στον πνευματικό και καλλιτεχνικό πολιτισμό και στα δημιουργικά του επιτεύγματα από τον Διονύσιο Σολωμό έως σήμερα. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι η τελευταία πνευματική και καλλιτεχνική άνθηση που ξεκινά από τον μεσοπόλεμο, κορυφώνεται στον καιρό της Κατοχής και περνώντας μέσα από τον Εμφύλιο φτάνει έως την δεκαετία του εξήντα για να εισέλθει σε περίοδο παρακμής μετά την πτώση της χούντας φτάνοντας σήμερα στο σημείο ΜΗΔΕΝ από πλευράς κοινωνικής λειτουργίας και ακτινοβολίας.

Δεν είναι επίσης τυχαίο το γεγονός ότι οι προοδευτικές ιδέες που πάντοτε συνόδεψαν στο έργο και την δράση τους Έλληνες στοχαστές και δημιουργούς, μετά τη δημιουργία του ΕΑΜ άρχισαν να παίρνουν μια συγκεκριμένη μορφή και περιεχόμενο μέσα στη σκέψη και στο έργο τους, με τις εξής κυρίαρχες τάσεις: 1) Σύνδεση της Τέχνης με τον Λαό που πάλευε για εθνική απελευθέρωση. 2) Σύνδεσή της με την Κοινωνία, που είχε βάλει ως κύριους στόχους την Λαϊκή Δημοκρατία και την Κοινωνική Δικαιοσύνη. 3) Ταύτισή της με την εθνική, ιστορική και πολιτιστική μας παράδοση, ώστε να αποτυπωθεί και να αναδειχθεί μέσα στα συγκεκριμένα έργα η ψυχική και πνευματική πεμπτουσία του ελληνικού λαού στη συγκεκριμένη κάθε φορά ιστορική πραγματικότητα, την οποία ο ίδιος βίωνε εκείνη τη στιγμή ενεργητικά και δυναμικά.

Ήταν η εποχή που ο Ελληνικός Λαός ανακάλυπτε την Αριστερά και η Αριστερά τον Ελληνικό Λαό. Όμως ο Κομμουνισμός που είχε το προνόμιο της δημιουργίας της εαμικής αντίστασης, για να μπορέσει να προσαρμοσθεί και να εκφράσει πιστά την ελληνική πραγματικότητα, έπρεπε να μεταλλαχθεί, όπως και μεταλλάχθηκε, χωρίς να το έχει συνειδητοποιήσει ούτε τότε ούτε και σήμερα ακόμα, σε μια νέα κοσμοθεωρητική ποιότητα, όπου τελικά δέσποσαν τα αγωνιστικά στοιχεία η ψυχοσύνθεση, η ιδεολογική φόρτιση και η αισθητική επήρεια, κυρίως από τις δικές μας ιστορικές παραδόσεις και εμπειρίες. Έτσι που να μπορούμε να πούμε ότι το ΕΑΜ υπήρξε η καθαρά ελληνική εκδοχή μέσα στο διεθνές αριστερό προοδευτικό κίνημα.

Ξεκινώντας από αυτή τη διαπίστωση, που κανένας έως τώρα δεν επιχείρησε να μελετήσει σοβαρά, μπορούμε να εξηγήσουμε το πώς και το γιατί, καθώς και από ποιους -εκτός από τις δυνάμεις της Αντίδρασης- και για ποιο λόγο χτυπήθηκε το ΕΑΜ και στη συνέχεια η ΕΔΑ του 25% και τέλος οι Λαμπράκηδες με στόχο τη διάλυσή τους. Το πώς και το γιατί μετά τη διάσπαση του ΚΚΕ, αντί να σταματήσουν, διπλασιάστηκαν τα εμφύλια χτυπήματα κατά του ΕΑΜ και των «διαδόχων» του (ΕΔΑ-Λαμπράκηδες), ούτως ώστε από το 1974 και πέρα να ξεθωριάζει η γνήσια Ελληνική Αριστερά, έως ότου χάθηκε η ακτινοβολία της και μαζί της η αναγεννησιακή περίοδος του νεοελληνικού πολιτισμού, κοινωνικού, πνευματικού και καλλιτεχνικού. Με άλλα λόγια την πραγματική ιστορική και 100% Ελληνική Αριστερά θα την βρούμε σήμερα περισσότερο να υπάρχει μέσα στο «Άξιον Εστί» του Οδυσσέα Ελύτη παρά στη σημερινή πολιτιστική αλλά και πολιτική ζωή της χώρας.

Αυτά σε ό,τι αφορά τον πνευματικό-καλλιτεχνικό πολιτισμό. Όμως ο Πολιτισμός δεν περιορίζεται φυσικά στην Τέχνη αλλά αγκαλιάζει το σύνολο της κοινωνίας. Το ήθος της, τις συμπεριφορές της, το μορφωτικό της επίπεδο, την αλληλεγγύη και τη στάση των μελών της απέναντι στα κοινά συμφέροντα, την υπευθυνότητα και την ενεργητική συμμετοχή του κάθε πολίτη στην λύση των εθνικών και κοινωνικών προβλημάτων οδηγώντας στην ελεύθερη και ανεξάρτητη δυνατότητα επιλογής των εκπροσώπων τους. Από τους Δήμους και τα Συνδικάτα έως την Βουλή και την Κυβέρνηση με αξιοκρατικά και μόνο κριτήρια.

Για όλα αυτά υπάρχει η ανάγκη της ύπαρξης μιας κοινωνικής και πολιτικής πρωτοπορίας, που με τις ιδέες και κυρίως τη στάση και το παράδειγμά της θα οδηγήσει τον λαό προς την ορθή κατεύθυνση. Κι αυτός είναι ο ρόλος της κοινωνικής-πολιτικής Αριστεράς. Όπως την γνώρισε και την εμπιστεύθηκε με την πρωτοφανή συμμετοχή του στις γραμμές της ο ελληνικός λαός σε κρίσιμους καιρούς. Επομένως μπορούμε να πούμε άφοβα ότι η σημερινή βαθειά κρίση, ενώ στην επιφάνειά της εκδηλώνεται ως οικονομική, στην ουσία είναι κρίση ιδεολογική, πολιτική και βιωματική, δηλαδή διάλυσης του κοινωνικού ιστού από την έλλειψη κυρίαρχων Αρχών, Ιδεών, Προοπτικών, που μόνο η Αριστερά με το παράδειγμά της μπορεί να εξασφαλίσει.

Η Ελλάδα σήμερα μοιάζει με τραίνο σταματημένο, γιατί του λείπει η ατμομηχανή που θα το σύρει προς τα εμπρός, έξω από την Πολιτιστική, Πολιτική και Κοινωνική κρίση στην οποία το έχουν καταδικάσει οι παραδοσιακές συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις λόγω του ότι είναι βασικά εξαρτημένες από συμφέροντα και κέντρα, διεθνή και ντόπια, που περιφρονούν και μάχονται τον ελληνικό λαό.

Πριν προχωρήσω στις προτάσεις μου για την έξοδο από την κρίση, οφείλω να πω εδώ απευθυνόμενος κυρίως στους νεότερους, ότι όσα ανέφερα πιο πριν για το ΕΑΜ, την ΕΔΑ, τους Λαμπράκηδες, αποτελούν για μένα κατʼ αρχήν βιώματα και στη συνέχεια σκέψεις που στηρίζονται πάνω σʼ αυτά τα βιώματα. Δηλαδή δεν είναι απλές θεωρητικές απόψεις αλλά συμπεράσματα κατασταλαγμένα από την ενεργητική μου συμμετοχή από την Κατοχή έως προχθές στα ιστορικά γεγονότα που συγκλόνισαν τον Λαό και την Πατρίδα μας. Στο διάστημα αυτό έζησα δίπλα-δίπλα με εκατοντάδες, με χιλιάδες απλούς αγωνιστές στην ΕΠΟΝ, στον ΕΛΑΣ, μέσα στον αγώνα και μέσα στις φυλακές και τις εξορίες αλλά και μετά στους δημοκρατικούς αγώνες με κορύφωση την δεκαετία του ΄60 και στην αντιδικτατορική πάλη, ανταλλάσσοντας μαζί τους καθημερινά σκέψεις και ιδέες, μελετώντας την προσωπικότητά τους, τις απόψεις τους, τα όνειρά τους και κυρίως τα κίνητρα που τους οδήγησαν στην απόφαση να παλέψουν για το παρόν και το μέλλον του λαού μας. Ήμασταν οι περισσότεροι μέλη του ΚΚΕ, όμως αν μας ρωτούσε κανείς τι ήταν για μας ο Κομμουνισμός, θα διαπίστωνε από την απάντηση ότι αυτό που φανταζόμασταν τότε δεν είχε καμία σχέση με όσα πολύ αργότερα μάθαμε και είδαμε στην Σοβιετική Ένωση και τα συμμαχικά της κράτη. Θεωρητικά μπορεί ορισμένοι να γνωρίζαμε τις αρχές του Μαρξισμού-Λενινισμού-Σταλινισμού, όμως κανείς από μας δεν μπορούσε να φανταστεί με ποιο τρόπο εφαρμόστηκαν. Έναν τρόπο που μας βρήκε στη συντριπτική μας πλειοψηφία ριζικά αντίθετους.

Επομένως ο Κομμουνισμός που ονειρευόμασταν στην Μακρόνησο ή στον Γράμμο-Βίτσι ήταν ένα άλλο είδος Κομμουνισμού. Ένα άλλο είδος Αριστεράς. Ήταν η Εαμική Αριστερά. Αυτή ακριβώς που άλλαξε τη μορφή και την πορεία της Ελλάδας και του Λαού μας και που ανύψωσε τον Λαό, ενέπνευσε τους καλλιτέχνες αλλά στη συνέχεια δυστυχώς εξοντώθηκε από όλες τις πλευρές, όλα τα κόμματα, δεξιά κα αριστερά, για να αφεθεί ο Λαός μας απροστάτευτος μπροστά στην μανία της Εξουσίας με τα βαγόνια της χώρας ακινητοποιημένα χωρίς ατμομηχανή, εκτεθειμένα στα μικρόβια του ωχαδερφισμού, της διαφθοράς, της σαπίλας, της αμορφωσιάς, της ασχήμιας, του αδιέξοδου και κυρίως της εξάρτησης από ξένα και ντόπια συμφέροντα και δυνάμεις.

*

Και περνώ στις προτάσεις μου:

Πρώτον: Πρέπει να απαλλαγούμε οριστικά και τελειωτικά από το Δημόσιο Χρέος. Διαφορετικά θα είμαστε αναγκασμένοι να δανειζόμαστε εσαεί για να πληρώνουμε τους τόκους και έτσι ανάμεσα στα δάνεια και στους τόκους ο Λαός μας θα περνά μια ζωή σερνάμενος σαν ερπετό μάλλον παρά σαν άνθρωπος.

Δεύτερον: Για να εξοφλήσουμε το Δημόσιο Χρέος και για να εξασφαλίσουμε τα κεφάλαια για την αναγέννηση του Λαού και της χώρας, θα πρέπει:

α) Να εκποιηθεί μέρος της Κρατικής Περιουσίας με εξαίρεση τις στρατηγικής σημασίας ΔΕΚΟ, της ενέργειας και των τηλεπικοινωνιών.

β) Να εκποιηθεί μέρος της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας

γ) Να υποχρεωθούν οι έχοντες και κατέχοντες να συνεισφέρουν στην κοινή εθνική προσπάθεια με εδικούς φόρους και τρόπους ανάλογα με την οικονομική τους επιφάνεια.

δ) Να δημιουργηθεί δημόσιος εθνικός τραπεζικός πυλώνας, που θα σπάσει το τραπεζικό καρτέλ προς όφελος του λαού συμβάλλοντας στην εξόφληση του χρέους.

ε) Να διεκδικήσουμε διαγραφή μέρους του χρέους σε συνεργασία με τις ελλειμματικές χώρες του ευρωπαϊκού νότου.

Τρίτον: Σύμφωνα με αξιόπιστους υπολογισμούς, με τους τρόπους αυτούς στο Δημόσιο Ταμείο θα μπουν πάνω από ένα τρισεκατομμύριο Ευρώ. Από τα οποία αφού αφαιρεθεί το Δημόσιο Χρέος θα υπάρξουν αρκετά χρήματα, ικανά να στηρίξουν την αναγεννητική προσπάθεια της χώρας και τα οποία θα διατεθούν ανάλογα με τις ανάγκες στην άμυνα, στην ανάπτυξη, στην υγεία, στην παιδεία και στην εξάλειψη της φτώχειας.

Τέταρτον: Για λόγους εθνικής αξιοπρέπειας θα πρέπει η χώρα μας να αποχωρήσει από τον μηχανισμό στήριξης Ε.Ε. - ΔΝΤ και από το ΝΑΤΟ και να στραφεί για στήριξη προς άλλες φίλιες χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα και οι Αραβικές χώρες, με τις οποίες οι εμπορικές και άλλες σχέσεις θα πρέπει να αναπτυχθούν περισσότερο.

Πέμπτον: Η Εθνική Άμυνα θα πρέπει να ενισχυθεί σοβαρά με την προμήθεια υπερσύγχρονου στρατιωτικού αμυντικού υλικού από την Ρωσία και την Κίνα. Γιατί πιστεύω ότι είναι ανόητο και επικίνδυνο να είμαστε μέλη του ΝΑΤΟ που βυσσοδομεί φανερά και επιδεικτικά εναντίον μας καλλιεργώντας συστηματικά γειτονικούς εθνικισμούς με στόχο ακόμα και την εδαφική μας ακεραιότητα. Επίσης λόγω των ειδικών συνθηκών στο εσωτερικό της χώρας θα πρέπει όλοι οι Έλληνες ηλικίας από 20 έως 50 ετών να θεωρούνται μονίμως επιστρατευμένοι στην ειδικά για τον σκοπό αυτό δημιουργημένη Εθνική Πολιτοφυλακή με τα μέλη της να συμμετέχουν σε γυμνάσια σε τακτά χρονικά διαστήματα.

Έκτον: Με κεντρικό σύνθημα «Για την σωτηρία της Πατρίδας» όλοι οι πνευματικοί άνθρωποι θα πρέπει να μπουν επί κεφαλής σʼ αυτή την αναγεννητική και σωτήρια κινητοποίηση προτείνοντας να γίνει Δημοψήφισμα. Σε περίπτωση θετικής στάσης του Ελληνικού Λαού, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να διαλύσει την Βουλή και να αναθέσει την εξουσία σε ομάδα ακέραιων και ικανών πολιτών, οι οποίοι θα αναλάβουν να κυβερνήσουν την χώρα εφαρμόζοντας τις αποφάσεις του Δημοψηφίσματος σε σύντομο σχετικά χρόνο. Αμέσως μετά ο Πρόεδρος θα προκηρύξει εκλογές, για την ανάδειξη Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης.

*

Η Ελλάδα θα γίνει χώρα ελεύθερη, ανεξάρτητη, δημοκρατική, χώρα της Παιδείας, του Πολιτισμού και της Αλληλεγγύης όλων προς όλους. Και προ παντός μια χώρα αυτάρκης, που θα καταναλώνει όσα η ίδια παράγει, χωρίς τη βοήθεια κανενός. Όμως χώρα ελεύθερη σημαίνει λαό ελεύθερο και ελεύθερος είναι ο υπεύθυνος. Αυτός που αποφασίζει κυριαρχικά για τον εαυτό του και για τους άλλους μαζί με τους άλλους. Χώρα Δημοκρατική σημαίνει θεσμοποιημένη συμμετοχή σε όλες τις αποφάσεις, μικρές ή μεγάλες, που αφορούν τη χώρα και τον Λαό.

Γι' αυτό ο στόχος του ΕΑΜ «Λαϊκή Δημοκρατία» γίνεται σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά επίκαιρος. Να για ποιο λόγο μας χρειάζεται ένα νέο Σύνταγμα κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της πραγματικής Ελευθερίας και Δημοκρατίας. Μας χρειάζεται μια νέα πνοή, που θα αναζωογονήσει το πατριωτικό αίσθημα των Ελλήνων και θα μεταβάλει την πατρίδα μας σε ένα τεράστιο εργοτάξιο που μπορεί και πρέπει να στηριχτεί στον φυσικό πλούτο της χώρας και την δυναμικότητα του κατασυκοφαντημένου Έλληνα.

*

Αγαπητοί φίλοι,

Γνωρίζω καλά ότι όλες αυτές οι απόψεις που σας εξέθεσα θα θεωρηθούν την εποχή που λέγονται, μια μεγάλη αστειότητα. Επιτρέψτε μου να σας εξηγήσω το γιατί. Όπως το βλέπω εγώ. Είναι γιατί σήμερα γίναμε «σοφοί», οπότε ξέρουμε να μετράμε καλά και να ξεχωρίζουμε τα όνειρα από την πραγματικότητα, τον οραματισμό από τον ρεαλισμό. Φανταστείτε λόγου χάρη τι θα γινότανε αν ο Άρης που είχε την «τρέλα» να ξεκινήσει μόνος του το αντάρτικο απευθυνόταν σε ανθρώπους «λογικούς» και «σοφούς» υπολογιστές όπως είμαστε εμείς σήμερα. Φανταστείτε τα γέλια που θα προκαλούσε και την κοροϊδία που τον περίμενε. Εκείνος όμως είχε την τύχη να συναντήσει ανθρώπους απλοϊκούς, αγράμματους, εύπιστους και «τρελούς», όπως εκείνος. Και προ παντός φλογερούς πατριώτες, που «δεν κράταγαν μεζούρα και διαβήτη», όπως λέει ο Μανώλης Αναγνωστάκης αλλά έβαζαν το συμφέρον των πολλών πάνω από το δικό τους. Αν το σκεφτούμε καλλίτερα, θα δούμε ότι το ίδιο συνέβη κάθε φορά που έγινε κάποια σοβαρή στροφή που άλλαξε τη ζωή των ανθρώπων. Γιατί με την ξερή «λογική» δεν γίνονται άλματα αλλά μόνο μίζεροι συμβιβασμοί, που μας κάνουν να αποδεχθούμε μοιρολατρικά την στραβή πραγματικότητα, όπως μας την επιβάλλει το δίκαιο του ισχυρότερου.

Γνωρίζω λοιπόν πολύ καλά πόσο «σοφοί» και «έξυπνοι» έχουμε γίνει σήμερα. Πόσο «μετρημένοι» και «φρόνιμοι». Ώστε να μην έχω καμμία αυταπάτη ότι απόψεις σαν αυτές για τους περισσότερους από σας είναι επιεικώς ουτοπικές ή για μερικούς, ακόμα και άξιες χλεύης.

Όμως για μένα που είδα τόσα πολλά, έζησα τόσα πολλά και φορτώθηκα τόσα πολλά, είναι αναπόφευκτο να μην μπορώ να ευθυγραμμιστώ με την εποχή στην οποία είμαι καταδικασμένος να ζω, μια εποχή γενικής γονυκλισίας μπροστά στο μοιραίο (αφού όπως φαίνεται, θεωρείται πια μοιραίο να ζούμε μέσα στην υποκρισία, την ασχήμια, το ψέμα και την αδυναμία) και να αισθάνομαι την ανάγκη να διαφοροποιηθώ με κάθε τρόπο και να μη γίνω κι εγώ πολτός, όπως όλα και όλοι γύρω μου. Ακόμα κι αν το τίμημα είναι η αδιαφορία ή και η χλεύη…

Πάντως κλείνοντας οφείλω να σας πω μια τελική κουβέντα, έτσι, για να δικαιολογήσω αυτή την απρόσμενη παρέμβασή μου: Με τις προτάσεις μου αυτές, τι λέω στο βάθος; Ότι το σκάφος «Ελλάς» οφείλει να πραγματοποιήσει άμεσα και ριζικά αλλαγή πορείας. Και από όσα βλέπουμε γύρω μας, δεν υπάρχει άλλος τρόπος παρά να γυρίσουμε οριστικά την πλάτη μας στους άσπονδους φίλους μας, που μας περιφρονούν, μας χλευάζουν, μας ντροπιάζουν καθημερινά. (Χτες ακόμα η Ουάσιγκτον Ποστ έγραφε «οι Έλληνες είναι λαός απατεώνων»). Κατ' αρχήν να αποφασίσουμε ως λαός να στηριχτούμε αποκλειστικά στις δικές μας δυνάμεις. Και να αναζητήσουμε άλλα στηρίγματα και αυτό μόνο όταν ξένες δυνάμεις μας απειλούν με οποιονδήποτε τρόπο. Ειδεμή οδηγούμεθα κατ' ευθείαν προς την μεγάλη μαύρη τρύπα προς την οποία από καιρό τώρα κάποιοι μας σπρώχνουν συστηματικά.

Η μεθοδευμένη υποταγή μας στο ΔΝΤ αποτελεί την τελική φάση της προσπάθειάς τους αυτής, ώστε να μας ρουφήξει αυτή η μαύρη τρύπα ολοκληρωτικά. Με δυο λόγια προβλέπω το τέλος μας ως Έθνους, Λαού, Ιστορίας και Πολιτισμού. Το τέλος αυτού που μάθαμε να θεωρούμε και να ονομάζουμε «ΕΛΛΑΔΑ».


Διαβάστε περισσότερα...