Παρασκευή 23 Ιουλίου 2010

Εταιρείες Προσωρινής Απασχόλησης: Μία πληγή για τα εργασιακά κεκτημένα

Η μορφή απασχόλησης που παρέχουν οι Εταιρείες Ενοικίασης Εργαζομένων είναι η πλέον ευέλικτη και επισφαλής. Αποτελούν το όχημα μέσω του οποίου καταστρατηγείται για πρώτη φορά η αρχή «της μη διάκρισης των εργαζόμενων». Η νοικιασμένη εργασία είναι ένα από τα ‘αγαθά’ του δόγματος της ευελιξίας. Προσφέρει στις επιχειρήσεις φτηνότερους εργαζόμενους, τις απαλλάσσει από τις ασφαλιστικές εισφορές στα ταμεία, καταργεί τις συλλογικές συμβάσεις. Με λίγα λόγια, ανοίγει το δρόμο για μεγαλύτερη εκμετάλλευση των εργαζομένων και περισσότερα κέρδη για τους εργοδότες. Το σημαντικότερο όφελος των εργοδοτών είναι ότι μέσω των εταιριών ενοικίασης παρακάμπτεται το δίκαιο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, και αποδυναμώνεται η συλλογική εκπροσώπηση και διαπραγμάτευση από την πλευρά των εργαζομένων. Όπως τονίζεται σε ιστοσελίδα εταιρίας ενοικίασης που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα «η χρήση εργαζόμενων διαμέσου Εταιριών Προσωρινής Απασχόλησης αντί της πρόσληψης νέου προσωπικού είναι επικερδής, καθώς αποφεύγεται το κόστος προσλήψεων και απολύσεων».

Σύμφωνα με τα κεκτημένα του εργατικού κινήματος ένας εργαζόμενος που προσλαμβάνεται σε μια επιχείρηση ή στο δημόσιο: αμείβεται με βάση την κλαδική συλλογική σύμβαση, ασφαλίζεται στο αντίστοιχο κλαδικό ταμείο, από τη μακρόχρονη απασχόλησή του προκύπτουν δώρα και επιδόματα και έχει το δικαίωμα και τη δυνατότητα να εγγραφεί σε σωματείο. Ένας ενοικιαζόμενος εργαζόμενος στην ίδια επιχείρηση πληρώνεται, στην καλύτερη περίπτωση, με το κατώτερο μεροκάματο ανειδίκευτου εργάτη, δεν ασφαλίζεται στο κλαδικό ταμείο, δεν δικαιούται κανένα επίδομα ή δώρο, ούτε μπορεί να γραφτεί σε σωματείο. Οι νοικιασμένοι εργαζόμενοι χωρίς συνδικαλιστική κάλυψη αποτελούν εύκολο στόχο των εργοδοτικών απειλών. Με την απειλή της ανεργίας σιωπούν στις παραβιάσεις των δικαιωμάτων τους και μετατρέπονται σε απεργοσπαστικό μηχανισμό.
Σήμερα στη χώρα μας 45.000 άτομα εργάζονται υπό καθεστώς ενοικίασης σε μεγάλες ιδιωτικές και κρατικές επιχειρήσεις. Η επινοικίαση εργαζόμένων αυξάνεται ιλιγγιωδώς καθώς μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, παρακάμπτοντας τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, προχωρούν σε ιδρύσεις θυγατρικών εταιρειών ενοικίασης με τις οποίες στρατολογούν ανέργους τους οποίους νοικιάζουν στη συνέχεια στη μητρική εταιρεία, επιτυγχάνοντας ευελιξία και χαμηλό εργασιακό κόστος. Από 1500 άτομα το 2004, οι ενοικιαζόμενοι εργαζόμενοι σήμερα ξεπερνούν τους 45.000. Αναμένεται το 2010 να φτάσουν τους 80.000 και μέσα σε λιγότερο από μια πενταετία θα έχουν ξεπεράσει το 10% του συνολικού εργατικού δυναμικού. Ο μέσος όρος απασχόλησής τους φτάνει τον ένα μήνα, η πλειοψηφία είναι γυναίκες, νέοι και μετανάστες και ο μέσος όρος ηλικίας δεν ξεπερνά τα 30 χρόνια.
Θεσμικά η ιστορία των Εταιρειών Προσωρινής Απασχόλησης ξεκινά με το νόμο 2956/2001, όταν μετά από πολυετείς πιέσεις και στο όνομα της «ευελιξίας» νομιμοποιήθηκε στην Ελλάδα η ενοικίαση εργαζομένων μέσω εταιρειών αυτού του είδους. Υπό αυτόν τον τίτλο λειτουργούν πάνω από 40 κερδοσκοπικές επιχειρήσεις ενοικίασης εργαζομένων. Αμείβουν τους εργαζόμενους αναλόγως των συμφωνιών που κάνουν με τους πραγματικούς εργοδότες και πληρώνονται παρακρατώντας ένα ποσοστό του μισθού του εργαζόμενου για τη δική τους «μεσιτεία». Το νόμιμο κέρδος τους φτάνει μέχρι 18% του μισθού του εργαζόμενου, αλλά είναι σύνηθες το ποσό να κόβεται στη μέση ώστε να καρπώνεται η εταιρία υπεκμίσθωσης το 50%. Το πιο ανατριχιαστικό είναι ότι το καθεστώς ενοικίασης εργαζομένων από εργοδότη σε εργοδότη υπόκειται στο εμπορικό και όχι στο εργατικό δίκαιο.
Σύμφωνα με το νόμο οι Εταιρείες Προσωρινής Απασχόλησης μπορούν να προσλαμβάνουν εργαζόμενους μόνο με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Από τη στιγμή που ο ενοικιαζόμενος εργαζόμενος ξεκινά να εργάζεται στον πραγματικό εργοδότη, η σύμβασή του μπορεί να έχει διάρκεια έως 18 μήνες, μετά γίνεται πρόσληψη αορίστου χρόνου. Ωστόσο, προκειμένου να αποφύγουν δυσάρεστες δικαστικές επιπλοκές, απολύουν τους εργαζομένους το πολύ στους 17 μήνες και τους επαναπροσλαμβάνουν έπειτα από τρεις-τέσσερις μήνες ώστε να μην κατοχυρώνουν δικαιώματα. Σε άλλες περιπτώσεις προσλαμβάνεται νέος εργαζόμενος διαμέσου εταιρίας ενοικίασης για να καλύψει την ίδια θέση ή παραμένει το ίδιο πρόσωπο στην ίδια θέση, αλλά μέσω διαφορετικής εταιρίας ενοικίασης.
Το κράτος ήταν ο πρώτος διδάξας. Το χορό των ενοικιάσεων άνοιξε η Εθνική Τράπεζα, η οποία προσέλαβε το 2001 δανεικούς υπαλλήλους χωρίς να έχει οποιαδήποτε δέσμευση απέναντί τους, καθώς η σύμβαση του οργανισμού ήταν με την εταιρία ενοικίασης. Σύμφωνα με το Φόρουμ Ενοικιαζόμενων Εργαζόμενων (www.noikiasmenoi-ergazomenoi.blogspot.com):
‘Ειδικά η Εθνική χρησιμοποιεί εκτενώς την τακτική της ενοικίασης υπαλλήλων, σε πολλές διευθύνσεις ξεπερνούν το 50%. Η νομοθεσία προβλέπει τη μονιμοποίηση ύστερα από 18 μήνες, όμως οι Τράπεζες, μαζί με τις Εταιρίες Προσωρινής Απασχόλησης, πάντοτε κάποιο παραθυράκι βρίσκουν στο νόμο ή εφευρίσκουν τρόπους για να μας νοικιάζουν επί χρόνια, ενώ ουσιαστικά καλύπτουμε πάγιες και διαρκείς ανάγκες, όπως και οι μόνιμοι συνάδελφοι μας. Δεν μπορούμε να ξέρουμε ακριβώς το περιεχόμενο των συμβάσεων που υπογράφονται μεταξύ των τραπεζών και των εταιρειών ενοικίασης, γιατί όταν τους ζητηθούν επικαλούνται προσωπικά δεδομένα και αρνούνται να τις κοινοποιήσουν!
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι 950 από του 2100 υπαλλήλους του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου είναι ενοικιαζόμενοι. Παρόμοια είναι η κατάσταση και στη ΔΕΗ - με την πρόφαση της εργολαβίας - και σε άλλους δημόσιους φορείς. Οι ενοικιαζόμενοι φοβούνται να απευθυνθούν στην Επιθεώρηση Εργασίας για να πληροφορηθούν για τα δικαιώματά τους, πόσο μάλλον για να προχωρήσουν σε κάποια καταγγελία. Ζούμε με τον φόβο της απόλυσης και αυτό όχι επειδή κριθήκαμε ανεπαρκείς στο αντικείμενο που έχουμε αναλάβει...’
Διαβάστε περισσότερα...

Η παράδοση της χώρας στα όρνια του ΔΝΤ

Του Παναγιώτη Ν. Κρητικού
Η μακρά πολιτική εμπειρία μου, με έχει οδηγήσει στη διαπίστωση ότι στην Ελλάδα τους νόμους τους παραβιάζουν οι πολίτες, το Σύνταγμα το παραβιάζουν οι πολιτικοί. Δυστυχώς, κάθε κυβέρνηση, κάθε εξουσία, επιδίδεται σε αυτό το «σπορ».
Η αμβλυμμένη νομική συνείδηση, η έλλειψη πολλές φορές νομικού πολιτισμού, η χαλαρή αντίληψη για τη σημασία της τήρησης των συνταγματικών κανόνων, η πολιτική σκοπιμότητα η οποία αναγορεύεται σε αναγκαιότητα, ωθούν την εκτελεστική εξουσία, δηλαδή τον ουσιαστικό νομοθέτη στην παραβίαση, άμεσα ή έμμεσα, διατάξεων του Συντάγματος. Σε αυτή τη διαδικασία συμπράττει αναγκαστικά και κατά παράβαση άλλων διατάξεων ο τυπικός νομοθέτης, δηλαδή η κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Έτσι δυστυχώς έχει καταντήσει η…

Βουλή. Τυπικός νομοθέτης.
Καλείται, κατά κανόνα η Βουλή να επικυρώσει νομοσχέδια που εισάγει η εκτελεστική εξουσία. Μοναδικό της δικαίωμα η ψιμυθίωσή τους (μακιγιαρίσματα).
Με την ευκαιρία αυτή πρέπει να τονιστεί ότι τα νομοσχέδια τα συντάσσουν τεχνοκράτες με περιεχόμενο όχι εκείνο που απορρέει από το προεκλογικό πρόγραμμα, το οποίο έχει εγκρίνει η κυρίαρχη βούληση του λαού, αλλά με περιεχόμενο που απορρέει από τις κυρίαρχες συστημικές αντιλήψεις και το οποίο περιεχόμενο υπηρετεί συμφέροντα των ισχυρών οικονομικών δυνάμεων. Με άλλα λόγια το περιεχόμενο έρχεται σε σύγκρουση με την εκφρασθείσα λαϊκή βούληση. Κλασική περίπτωση κραυγαλέας και προκλητικής αναντιστοιχίας, με το εξαγγελθέν προεκλογικά πρόγραμμα, αποτελεί η ασκούμενη από τη σημερινή κυβέρνηση οικονομική, εισοδηματική και κοινωνική πολιτική. Η πολιτική αυτή, το είχαμε τονίσει και παλαιότερα, απαιτεί δημοκρατική νομιμοποίηση.
Σήμερα, όμως, θέλουμε να σταθούμε σε εκείνο που στην εισαγωγή του άρθρου αυτού επισημάναμε. Και αυτό είναι η άμεση και έμμεση παραβίαση του Συντάγματος που γίνεται από εκείνα τα όργανα που είναι εντεταλμένα να το τηρούν.
Σταχυολογούμε μερικά παραδείγματα:
α. Η κομματική πειθαρχία όταν εφαρμόζεται οδηγεί σε παραβίαση του άρθρου 60 του Συντάγματος γιατί αναιρεί την «κατά συνείδηση γνώμη και ψήφο του Βουλευτή».
β. Αποτέλεσε συνταγματική παραβίαση η υπερψήφιση του Μνημονίου με την απόλυτη πλειοψηφία της Βουλής, όταν είναι σαφές ότι για την εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων σε διεθνείς οργανισμούς απαιτείται η αυξημένη πλειοψηφία των 3/5 του άρθρου 28 παρ. 2 του Συντάγματος.
γ. Παραβιάζει το άρθρο 24, παρ. 6 του Συντάγματος η Κυβέρνηση όταν απεμπολεί το δικαίωμα της προστασίας εθνικών πραγμάτων, αξιών εκτός συναλλαγής (ακατάσχετες) και εκχωρεί στους διεθνείς δανειστές ή και σε τρίτους (κατόχους τίτλων) δικαίωμα εκπλειστηρίασης. Έχουν αντιληφθεί οι κυβερνώντες τι έγκλημα έχουν διαπράξει με την παραβίαση αυτού του συνταγματικού κανόνα; ‘Έχουν συνείδηση της υποθήκευσης του έθνους ολόκληρου στην ιστορική πολιτιστική και υλική του διάσταση; Το έχουν αντιληφθεί;
Είναι σαφές, όμως, ότι ένας τέτοιος νόμος είναι άκυρος, ανυπόστατος και ανίσχυρος και σε κάθε περίπτωση ανεκτέλεστος, γιατί προσκρούει στον πατριωτισμό των Ελλήνων στον οποίον το Σύνταγμα (άρθρο 120 παρ. 4) έχει εμπιστευθεί την τήρησή του. Ο λαός και δικαιούται και υποχρεούται στην τήρηση του Συντάγματος. Και είναι ανάγκη από τώρα, από σήμερα, να ενημερωθεί παντοιοτρόπως ο ελληνικός λαός γι’ αυτή τη μεγάλη ευθύνη του.
δ. Έχουν συνειδητοποιήσει οι ουσιαστικοί νομοθέτες τι εθνικό, πολιτειακό και πολιτικό ανοσιούργημα έχουν διαπράξει με το άρθρο 93 του νόμου 3862./2010 (113Α) με το οποίο εκχωρείται στον υπουργό οικονομικών το απόλυτο και απεριόριστο δικαίωμα να δεσμεύει τη χώρα διεθνώς ερήμην της Βουλής;
Πρέπει να τονιστεί επίσης, ότι το Σύνταγμα δεν καταλύεται μόνο με τη βία, καταλύεται και με την φαρμακεία (δηλητηρίαση) με την οποία σιγά και σταθερά απονευρώνονται (παραλύουν) οι διατάξεις του
ε. Η έμμεση υπαγωγή των δικαστών στην κατηγορία γενικά των δημοσίων υπαλλήλων, παραβιάζει το άρθρο 87 παρ. 1 του Συντάγματος το οποίο κατοχυρώνει τη λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία του δικαστή.
ζ. Κατά το άρθρο 102 παρ. 2, εδ. 1 του Συντάγματος «Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης έχουν διοικητική αυτοτέλεια». Η ανάμειξη του κομματικού συστήματος με προειλημμένες επιλογές στα όργανα της διοίκησης (χρίσματα) αποτελεί έμμεση παραβίαση της συγκεκριμένης συνταγματικής διάταξης γιατί παρεμβαίνει στη γενεσιουργό διαδικασία για την ανάδειξη των οργάνων.
Δεν χρειάζεται να γίνει λόγος στο περιεχόμενο της εκπαίδευσης, όπως αυτή ασκείται σήμερα, το οποίο εκτρέπεται εντελώς από τις διατάξεις του άρθρου 16 του Συντάγματος, οι οποίες με σαφήνεια ορίζουν τον εθνικό προορισμό της εκπαίδευσης. Για να μην αναφερθούμε στον ολοσχερή εκτροχιασμό των ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης (τηλεόραση) από το πλαίσιο που ορίζει το άρθρο 15 του Συντάγματος.
Όλα αυτά επιβάλουν την ενεργοποίηση του άρθρου 120 παρ.4 του Συντάγματος, δηλαδή, ενεργοποίηση Του Πατριωτισμού των Ελλήνων”
Διαβάστε περισσότερα...

Κυριακή 4 Ιουλίου 2010

Η άρνηση πληρωμής του χρέους και οι παγίδες

Του Οικονομολόγου ΚΩΣΤΑ ΚΑΛΛΩΝΙΑΤΗ
Η οικονομική κρίση εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς, σε σημείο που κανείς δεν μιλά πια για αποκλειστικά ελληνική κρίση, αλλά μάλλον και για ισπανική, πορτογαλική, βρετανική και ευρωπαϊκή που, τελικά, κινδυνεύει να απλωθεί σε Αμερική και Ασία ακυρώνοντας τις όποιες προσπάθειες ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας. Μάρτυρας η σύγκρουση πολιτικών μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωζώνης για την αντιμετώπισή της, όπως και στο εσωτερικό της ΕΕ για τον επιμερισμό των βαρών, ή η διένεξη ΗΠΑ-Κίνας για την συναλλαγματική ισοτιμία και τη προστατευτική πολιτική.

Μαζί με τη κρίση εξελίσσεται αναπότρεπτα και η ταξική πάλη. Ο κοιμισμένος γίγαντας, η τάξη των ευρωπαίων μισθωτών, αφυπνίζεται. Γενικές απεργίες εξαγγέλλονται σαν απάντηση στη γενίκευση των μέτρων μονομερούς λιτότητας που αποφάσισαν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Γενικές εθνικές απεργίες που σχεδόν συμπίπτουν χρονικά και συγχρόνως δίνουν ραντεβού για τις 29 Σεπτεμβρίου στην πρώτη συντονισμένη πανευρωπαϊκή απεργία. Η ευρωπαϊκή τάξη της μισθωτής εργασίας αποκτά βαθμιαία συνείδηση ότι στην κρίση αυτή των κρατικών και ιδιωτικών χρεών δεν υπάρχει ένας εύκολα δακτυλοδεικτούμενος ένοχος και αποδιοπομπαίος τράγος, πχ οι ρέμπελοι έλληνες. Αλλά ότι η θυματοποίηση όλων των εργαζομένων με τα μέτρα λιτότητας που προωθούν οι κυβερνήσεις, υποδηλώνει ότι ο πραγματικός ένοχος βρίσκεται εντός των τειχών και δεν είναι άλλος από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και την πλουτοκρατία.
Στις συνθήκες αυτές, ένα μοναδικό πεδίο αγώνα για την επιβίωση και αναμόρφωση της Ευρώπης ανοίγεται με τη μαχητική συμμετοχή των άμεσα ενδιαφερομένων, των εργαζομένων, και των πολιτικών εκπροσώπων τους, υφισταμένων και δυνητικών. Σε άμεση προοπτική το θέμα που τίθεται για την Ευρωζώνη είναι είτε η δημοσιονομική ολοκλήρωση και η πολιτική ενοποίησή της με παράλληλη ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών και αναδιανομή πόρων υπέρ των υπερχρεωμένων χωρών και των αδύναμων εισοδηματικά τάξεων, είτε η σημερινή σκληρή νεοφιλελεύθερη πολιτική της μονόπλευρης δημοσιονομικής προσαρμογής και λιτότητας που οδηγεί σε μία ταξική, συγκεντρωτική, αυταρχική και γι αυτό αξιέξοδη κοινωνικά και πολιτικά Ευρώπη που το πιθανότερο είναι να μην επιβιώσει με την τρέχουσα μορφή της. Μεσομακροπρόθεσμα η προοπτική είναι σοσιαλισμός ή πόλεμος (εσωτερικός ή/και εξωτερικός).
Σε ένα τέτοιο αγώνα για το μέλλον της Ευρώπης, η Ελλάδα δεν μπορεί να απουσιάζει. Γιατί το ίδιο το μέλλον της χώρας εξαρτάται αποκλειστικά από την έκβαση της μάχης για την κατεύθυνση που θα πάρει η ΕΕ. Γιατί αν υπάρχουν τρία πράγματα που κατέδειξε πολλαπλά και εμπεριστατωμένα η ιστορική εμπειρία των τελευταίων 100-150 ετών είναι πως :
(α) ο καπιταλισμός περνά μακρές περιόδους καταστροφικής κρίσης που εναλλάσσονται με μακρές περιόδους εκρηκτικής ανάπτυξης που έχουν σαν αποτέλεσμα την αύξηση των ανισοτήτων και των ανισορροπιών σε ένα ολοένα και πιο εκτεταμένο επίπεδο όπως σήμερα με την παγκοσμιοποίηση,
(β) έχουμε μόλις εισέλθει σε μία μακρά περίοδο καπιταλιστικής κρίσης η οποία πλέον αγκαλιάζει όλο τον πλανήτη με πρωτοφανείς και μη αντιστρέψιμες καταστροφικές συνέπειες όσον αφορά το φυσικό περιβάλλον, την εξάντληση των πόρων, τις κοινωνικές σχέσεις και τον ψυχισμό των ανθρώπων, κατάσταση δηλαδή γενικευμένης αποσάθρωσης που δεν επιδέχεται λύσεις στα πλαίσια του συστήματος,
(γ) στην εποχή του ιμπεριαλισμού, δηλαδή στην εποχή της παγκόσμιας οικονομίας, δεν μπορεί να ευδοκιμήσει η κοινωνική αλλαγή, ο σοσιαλισμός, στα στενά και ασφυκτικά εθνικά πλαίσια μιας μόνον χώρας. Όσες επαναστατικές απόπειρες αποτολμήθηκαν, μπορεί να πέτυχαν στο εθνικοαπελευθερωτικό και αστικοδημοκρατικό τους σκέλος, απέτυχαν όμως στο τελικό στόχο της σοσιαλιστικής αλλαγής γιατί περιορίστηκαν στα εθνικά τους σύνορα.
Ουδείς αντιλέγει πως η κοινωνική αλλαγή ξεκινά πάντα σε εθνική βάση. Αν, όμως, δεν έχει εξαρχής διεθνιστικό προσανατολισμό και στόχους, εάν δεν συντονισθεί, δεν στηριχθεί και δεν στηρίξει ένα διεθνές σοσιαλιστικό κίνημα είναι καταδικασμένη σύντομα να εκφυλισθεί σε κάποιο γραφειοκρατικό ή νεοκαπιταλιστικό έκτρωμα. Αυτή είναι η πολύτιμη κληρονομιά των επαναστατικών κινημάτων του 19ου και 20ου αιώνα. Και σαν θεωρητικό πρόβλημα είχε λυθεί ήδη εδώ και πάνω από 100 χρόνια από τους μαρξιστές επαναστάτες που ίδρυσαν τη Διεθνή των εργατών και προσπάθησαν να σφυρηλατήσουν ένα πραγματικό διεθνιστικό κίνημα με δύο βασικά συνθήματα : το «προλετάριοι όλου του κόσμου ενωθείτε» και το «εμπρός για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης».
Σήμερα, λοιπόν, που για πρώτη φορά η οικονομική κρίση πάνω στον πολυσύνθετο ιστό της παγκοσμιοποίησης έχει εμπλέξει όλες τις αναπτυγμένες οικονομίες στα δεσμά του χρέους, σήμερα που όλοι οι ευρωπαίοι (και όχι μόνον) εργαζόμενοι καλούνται από κοινού να πληρώσουν τη νύφη των υπερβολών, των καταχρήσεων και της ασυδοσίας του μεγάλου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, ο ιδανικός για την συντονισμένη ανάπτυξη της ταξικής πάλης ευρωπαϊκός χώρος τείνει να εγκαταλειφθεί από την ελληνική αριστερά στο όνομα της παύσης πληρωμών, της εξόδου από το ευρώ και της μονομερούς άρνησης πληρωμής του χρέους. Επειδή, λένε, η Ευρώπη είναι καπιταλιστική και μονοπωλιακή, επειδή κυριαρχεί θεσμικά, κανονιστικά και λειτουργικά το δίκιο του ισχυρότερου (Γερμανία, τραπεζικά λόμπι) και επειδή έχει χαθεί η εθνική ανεξαρτησία της οικονομικής πολιτικής, η ελληνική αριστερά και μάλιστα ένα πρωτοπόρο τμήμα της επιλέγει τον εύκολο δρόμο της εξόδου από το ευρώ, της παύσης πληρωμών και της αναδιάρθρωσης ή ολικής άρνησης του χρέους.
Αναφέρομαι στο ρεύμα των αριστερών οικονομολόγων και πανεπιστημιακών οι οποίοι με αγωνιστικό ομολογουμένως πάθος και με αρκετή απήχηση έχουν αποδυθεί σε μία καμπάνια προβολής του σχεδίου προγράμματός τους, επιχειρώντας να απαντήσουν στον κυβερνητικό μονόλογο και να καλύψουν το όποιο ιδεολογικό και προγραμματικό κενό της αριστεράς σε σχέση και με τα προβλήματα που θέτει η τρέχουσα πολιτική και οικονομική συγκυρία.
Μολονότι συμφωνώ με την εκτίμησή τους ότι το δημόσιο χρέος της χώρας δεν είναι αντιμετωπίσιμο με την επίσημη συνταγή της τρόϊκας γιατί η μονομερής λιτότητα οδηγεί σε κοινωνική διάλυση και οικονομική ύφεση καθιστώντας αυτοτροφοδοτούμενη την αύξηση του χρέους (παγίδα χρέους), θεωρώ ότι πρέπει να επιδιώξουμε τη δραστική μείωση του χρέους με αναδιαπραγμάτευση και παραγραφή του 50-70% αυτού εντός της Ευρωζώνης, ανάγοντας έτσι το ζήτημα της μερικής διαγραφής (δηλαδή της ανάληψης της ευθύνης του δημοσιονομικού κόστους από το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο) σε κοινό άξονα των διεκδικήσεων όλου του εργατικού κινήματος κατά των μέτρων μονομερούς δημοσιονομικής λιτότητας. Αντίθετα, οι αριστεροί οικονομολόγοι μιλούν για άμεση παύση πληρωμών, έξοδο από το ευρώ, υποτίμηση της δραχμής, κρατικοποίηση τραπεζών και άλλων μεγάλων κοινωφελών επιχειρήσεων, άσκηση βιομηχανικής πολιτικής, αναδιανομή εισοδήματος και αναπροσαρμογή της οικονομίας σε νέες βάσεις σχέσεων με τον διεθνή περίγυρο.
Η πρόταση προγράμματος που προβάλλουν είναι αλήθεια πως έχει μία εσωτερική λογική και αυτό είναι κάτι που πρέπει να τους αναγνωρισθεί. Έχει, όμως, μερικά σοβαρά πιστεύω μειονεκτήματα που αξίζει να διερευνηθούν :
1. Στερείται διεθνιστικού προσανατολισμού. Γιατί δεν ξεκινά από την διεθνή οικονομική κρίση και τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιφάσεις για να καταλήξει σε ένα μεταβατικό πρόγραμμα κοινωνικών αλλαγών, αλλά από την ενδογενή ανισορροπία της ευρωπαϊκής νομισματικής και οικονομικής αρχιτεκτονικής για να προτείνει την έξοδο από το ευρώ και τη μερική κρατικοποίηση της εθνικής οικονομίας. Γιατί, ακόμη, δεν αναζητά τα πολλαπλά κοινά σημεία που η διάχυση της κρίσης οικοδομεί σαν βάση ενοποίησης του εργατικού κινήματος στην Ευρώπη, αλλά παραπέμπει σε ένα είδος αυτόματης εξέγερσης (ο κ. Καζάκης μιλά για πρωτοφανείς εξελίξεις που θα ακολουθήσουν το ελληνικό παράδειγμα) των ευρωπαίων εργαζομένων από τη στιγμή που η Ελλάδα θα εξέλθει από το ευρώ και αρνηθεί το χρέος της (ξεχνά πως με την νοοτροπία που ήδη έχει καλλιεργηθεί από την γερμανική και ευρωπαϊκή αστική τάξη, οι έλληνες θα σπιλωθούν ως έχοντες εγκαταλείψει την ευρωπαϊκή οικογένεια αρνούμενοι τις υποχρεώσεις τους και φορτώνοντας στις πλάτες των ευρωπαίων εργαζομένων τα χρέη τους ;).
Τέλος, γιατί η προοπτική της υποτίμησης της δραχμής είναι μία πολιτική που προστατεύει το εθνικό κεφάλαιο αλλά διχάζει το διεθνές εργατικό κίνημα ασπαζόμενη το καπιταλιστικό κριτήριο του ανταγωνισμού. Αλήθεια, εάν ακολουθήσει το ελληνικό παράδειγμα και η Πορτογαλία, η Ισπανία κλπ αποχωρήσουν από το ευρώ και προχωρήσουν σε υποτιμήσεις των νέων εθνικών νομισμάτων τους, τότε ο γενικευμένος νομισματικός και εμπορικός πόλεμος που θα ακολουθήσει δεν θα φέρει αντιμέτωπες τις εργατικές τάξεις των χωρών αυτών ;
2. Εμπεριέχει μία μεγάλη αντίφαση : αναδιάρθρωση και αναδιαπραγμάτευση χρέους, ή άρνηση και ολική διαγραφή του ; Στο πολύ κρίσιμο αυτό σημείο οι αριστεροί οικονομολόγοι και πανεπιστημιακοί εμφανίζονται βαθιά διχασμένοι και απρόθυμοι να λύσουν τις διαφορές τους αν κρίνω από τη τελευταία κοινή τους εμφάνιση. Γιατί ο κ. Λαπαβίτσας και το Research on Money and Finance (RMF) μιλούν για αναδιαπραγμάτευση, ενώ ο κ. Καζάκης (και τελευταία μάλλον και το ΚΚΕ) θέτουν ζήτημα άρνησης και ολικής διαγραφής του χρέους. Μολονότι στα υπόλοιπα σημεία του προγράμματος (έξοδος από ευρώ, υποτίμηση δραχμής, κρατικοποίηση τραπεζών κλπ) δείχνουν να συμφωνούν, οφείλουν νομίζω να εξηγήσουν τουλάχιστον τη μεταξύ τους αυτή διαφορά δημοσίως και να μην εμφανίζονται ως ένα ενιαίο και απολύτως συμπαγές ρεύμα επιτιθέμενοι στην εναλλακτική πρόταση για αναδιαπραγμάτευση εντός ΟΝΕ και για «Ευρώπη των εργαζομένων» (την οποία ο κ. Κουβελάκης χαρακτήρισε απλό ευχολόγιο που όλο ακούμε, αλλά ποτέ δεν βλέπουμε ως εάν οι ευθύνες γι αυτό να βαραίνουν όλους τους άλλους εκτός από τον ίδιο).
Η διαφορά δεν είναι ασήμαντη γιατί εάν φύγεις από το ευρώ και συγχρόνως δεν αρνηθείς το χρέος συνολικά αλλά προχωρήσεις σε αναδιαπραγμάτευση και μερική διαγραφή ή κούρεμα (πχ 50% που λέγει ο κ. Λαπαβίτσας) τότε η ελάφρυνση δεν θα είναι 50% αλλά πολύ λιγότερη γιατί το εναπομείναν χρέος σου θα έχει στο μεταξύ ανατιμηθεί σε δραχμικούς όρους κατά το ποσοστό της υποτίμησης της δραχμής. Για παράδειγμα, εάν η δραχμή επιστρέψει με ισοτιμία 1 προς 1 έναντι του ευρώ και ακολούθως υποτιμηθεί 50% το χρέος θα διατηρήσει το αρχικό του μέγεθος ως ποσοστό του ΑΕΠ παρά το 50% κούρεμα που θα έχει υποστεί. Συνεπώς, δεν θα έχει προκύψει καμία ελάφρυνση με την έξοδο από το ευρώ.
3. Μιλάει για αστικοδημοκρατικά και μεταβατικά μέτρα (παύση πληρωμών και έξοδος από ευρώ) τα οποία θα πρέπει να συμπληρωθούν μετά με αντικαπιταλιστικά μέτρα (έλεγχος κεφαλαίων, δημόσιος έλεγχος κεντρικών τομέων της οικονομίας, βιομηχανική πολιτική, αναδιανομή πλούτου και εισοδημάτων) προϋπόθεση των οποίων είναι η δομική αλλαγή του κράτους. Συγγνώμη, αλλά πουθενά δεν εξηγείται τι εννοεί σαν δομική αλλαγή του κράτους, ενώ είναι μέγα σφάλμα να θεωρούνται αντικαπιταλιστικά μέτρα οι κρατικοποιήσεις και ο κυβερνητικός παρεμβατισμός στην οικονομία. Από πού και ως που η άσκηση βιομηχανικής πολιτικής, ο έλεγχος κεφαλαίων και η νομισματική υποτίμηση προβάλλονται σαν αντικαπιταλιστικά μέτρα ; Γνωρίζουν οι συγγραφείς της πρότασης πόσο συχνά έχουν εφαρμοστεί παρόμοια μέτρα στα πλαίσια προγραμμάτων αναδιάρθρωσης χρέους εγκεκριμένων μάλιστα από το ΔΝΤ; Ξέρουν ότι ο οικονομικός λαϊκισμός στη Λ. Αμερική κι αλλού εφάρμοσε κατά συρροή ανάλογες πολιτικές χωρίς να αλλοιώσει στο ελάχιστο τον καπιταλιστικό χαρακτήρα των καθεστώτων που τον επικαλέστηκαν; Γνωρίζουν ότι σύγχρονοι επιφανείς μαρξιστές όπως ο Ρίτσαρντ Γουλφ που προσφάτως παρέδωσε σεμινάρια στην Ελλάδα, χαρακτηρίζουν σαφώς και όχι τυχαία τις πολιτικές αυτές σαν αριστερό κεϋνσιανισμό; Ξεχάσανε, άραγε, την καραμανλική σοσιαλμανία της δεκαετίας του 70 ; Τα μέτρα του προγράμματος που προτείνεται είναι όλα αστικοδημοκρατικά, όχι αντικαπιταλιστικά αφού δεν μεταβάλλουν τις καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, παραγωγής και διανομής. Μπορούν, βεβαίως, να αποκτήσουν αντικαπιταλιστική προοπτική στον βαθμό που (α) διαμορφώνουν άλλες ταξικές δομές εξουσίας και (β) προσφέρουν μία διεθνιστική προοπτική στο εργατικό κίνημα και τον σοσιαλιστικό σχεδιασμό της οικονομίας. Κανένα, δυστυχώς, από τα δύο αυτά στοιχεία-προϋποθέσεις δεν διακρίνω στο εν λόγω πρόγραμμα.
4. Επικαλείται την πρόσφατη ιστορική εμπειρία πολλών χωρών (πχ ο Καζάκης αναφέρεται σε Βενεζουέλα το 2001, Αργεντινή το 2003, Βολιβία το 2004 και Ισημερινό το 2008, ενώ μιλά για διαγραφή κατά 90% του ρωσικού χρέους από τον Πούτιν το 1999) που προχώρησαν σε παύση πληρωμών και άρνηση χρέους, εμπειρία την οποία συχνά όμως διαστρέφει με συνέπεια να εξάγει εσφαλμένα συμπεράσματα. Για παράδειγμα, αν εξαιρέσουμε επαναστατικά καθεστώτα που ακύρωσαν/διέγραψαν μονομερώς και ολικά τα χρέη που παρέλαβαν από τα προηγούμενα δεσποτικά και αστικά καθεστώτα (βλ επαναστάσεις Μεξικού, μπολσεβίκων, Μάο σε Κίνα, Κούβας κλπ), όλες οι άλλες κυβερνήσεις που κήρυξαν παύση πληρωμών, προχώρησαν σε αναδιάρθρωση ή μερική παραγραφή του χρέους τους (όχι ολική) είτε μονομερώς είτε μέσω διαπραγματεύσεων (με ή χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ). Και ο λόγος που το έπραξαν αυτό ήταν για να μην απομονωθούν πλήρως και να μπορέσουν να επανέλθουν κάποια στιγμή στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου. Για παράδειγμα, ο Κορρέα στο Εκουαδόρ που εκλέχτηκε με πρόγραμμα ολικής διαγραφής του χρέους της χώρας, τελικά αντικατέστησε ένα σημαντικό μέρος του χρέους με νέο μικρότερης αξίας (35 σεντς νέων ομολόγων για κάθε 1 δολάριο παλιών) και μεγαλύτερης διάρκειας χωρίς όμως να αρνηθεί το χρέος συνολικά. Στην Αργεντινή, επίσης, το 2003 έγινε παύση πληρωμών και το 2005 τα ¾ του χρέους αντικαταστάθηκαν με νέα ομόλογα μακρύτερης διάρκειας που είχαν το 1/3 της αξίας των παλιών. Με άλλα λόγια δεν είχαμε ολική διαγραφή αλλά ένα ʽκούρεμαʼ του χρέους κατά 66% το οποίο πρόσφατα επεκτάθηκε περισσότερο (βλ http://techiechan.com/?p=487).
Μολονότι η προσέγγιση της Αργεντινής κρίνεται επιτυχής σχετικά με την ουσιαστική ανακούφιση της οικονομίας από το χρέος και την τόνωση της ανάπτυξής της, ο κ. Καζάκης θεωρεί ότι έκλεισε άδοξα με τη χώρα να ξαναπέφτει στα χέρια των διεθνών τοκογλύφων γιατί δεν αρνήθηκε συνολικά το χρέος της και προχώρησε σε αναδιαπραγμάτευσή του. Ξεχνά, όμως, να επισημάνει πως αν και η οικονομία της χώρας ανέκαμψε, παραμένει αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές επί μία δεκαετία σχεδόν. Όσον αφορά τη Βολιβία, επίσης δεν υπήρξε ολική άρνηση χρέους, απλά επειδή η Βολιβία ως πολύ φτωχή χώρα είχε ευνοϊκή αντιμετώπιση μπόρεσε να μειώσει το εξωτερικό της χρέος από 60% του ΑΕΠ το 1998 σε 40% το 2004. Όμως, ότι κέρδισε από τη μείωση του εξωτερικού χρέους το έχασε από την ισοδύναμη αύξηση του εσωτερικού χρέους της. Για την Βενεζουέλα δεν γνωρίζω λεπτομέρειες, όμως μελετώντας τη χρονοσειρά του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ (βλ DB Research) παρατηρούμε ότι από 28,2% που ήταν το 2000 ανήλθε σε 47,4% του ΑΕΠ το 2003, άρα ποιά διαγραφή χρέους μπορεί να επικαλείται ο κ. Καζάκης ιδιαίτερα όταν η εξυπηρέτηση του χρέους συνεχίστηκε κανονικότατα ; Τέλος, όσον αφορά τη Ρωσία ουδέποτε έγινε διαγραφή του 90% του χρέους από τον Πούτιν το 1999 όπως τονίζει ο κ. Καζάκης.
Αυτό που έκανε ο Πούτιν ήταν να αναδιαρθρώσει όλο το χρέος που ήταν σε ρούβλια και έληγε μεταξύ 19/8/98 και 31/12/99 ύψους 48,7 δις δολ και ένα χρόνο αργότερα να έλθει σε συμφωνία αναδιάρθρωσης με τους πιστωτές του Paris και London Club για παλιότερα χρέη επί σοβιετικής εποχής. Τελικό αποτέλεσμα ήταν η μείωση του δημόσιου χρέους της χώρας από 88,8% του ΑΕΠ το 1999 σε 56,7% το 2000. Δηλαδή σημειώθηκε ένα κούρεμα της τάξης του 37% και όχι 90% που αναφέρει ο κ. Καζάκης. Και όπως και με την Αργεντινή ή το Εκουαδόρ, έτσι και με τη Ρωσία η αναδιαπραγμάτευση αυτή βοήθησε την οικονομία της χώρας να επανέλθει σε αναπτυξιακή πορεία και μάλιστα τόσο ισχυρή (εδώ βοήθησε η αύξηση των τιμών πετρελαίου) που συνέχισε να μειώνει το εξωτερικό και δημόσιο χρέος της (8,5% του ΑΕΠ το 2009-2010). Συνεπώς, το όπλο της παύσης πληρωμών και της χρεοκοπίας μπορεί να είναι αποτελεσματικό σε μία επιτυχή αναδιαπραγμάτευση χρέους, αντίθετα απʼ ότι ισχυρίζεται η πρόταση Καζάκη.
5. Αποκρύπτει τις δυσκολίες της επιστροφής στη δραχμή, κυρίως όμως παραγνωρίζει τις αρνητικές επιπτώσεις της. Ο κ. Λαπαβίτσας έχει εμφανίσει την υπόθεση της αλλαγής του νομίσματος ως εξαιρετικά απλή διαδικασία από τεχνική άποψη και ελάχιστα χρονοβόρα. Την Παρασκευή θα ανακοινωθεί η μετατροπή και τη Δευτέρα όλα τα χρηματικά ποσά και καταθέσεις θα γίνουν από ευρώ δραχμές. Θεωρεί, μάλιστα, πως όσοι μιλάνε για δυσκολίες υπερβάλλουν και το κάνουν εκ του πονηρού. Βεβαίως, άλλα λένε οι εμπειρογνώμονες της Τράπεζας Ελλάδας που είχαν εργασθεί για τη μετάβαση από τη δραχμή στο ευρώ και γνωρίζουν πως η κοπή και κυκλοφορία νέου χρήματος δεν γίνεται από τη μία μέρα στην άλλη, ενώ υπάρχει και το πρόβλημα των ΑΤΜ. Παρομοίως, άλλα λένε και ξένοι αναλυτές που διερεύνησαν τα εναλλακτικά σενάρια για την Ελλάδα.
Έτσι, για παράδειγμα, οι Richard Baldwin και Charles Wyplosz έχουν ρητά υπογραμμίσει πως θα χρειασθούν μήνες για την έκδοση νέου νομίσματος, χρονικό διάστημα στη διάρκεια του οποίου θα διογκωθεί η φυγή κεφαλαίων από κάθε ελληνικό περιουσιακό στοιχείο επιταχύνοντας όχι μόνον τη χρεοκοπία του κράτους αλλά και πολλών επιχειρήσεων, την ίδια ώρα που θα στεγνώνουν οι ξένες άμεσες επενδύσεις και θα καταστρέφεται η οικονομία της χώρας. Αλλά ας υποθέσουμε προς στιγμήν ότι όλα αυτά είναι υπερβολές και πως η μεταστροφή από το ευρώ στη δραχμή είναι υπόθεση Σαββατοκύριακου όπως ισχυρίζεται ο κ. Λαπαβίτσας. Τι θα συμβεί μετά ; Η δραχμή ασφαλώς θα υποτιμηθεί όπως διαβεβαιώνουν όλοι, κανείς όμως δεν μπαίνει στον κόπο να μας πληροφορήσει πόσο θα υποτιμηθεί για να δοθεί η περίφημη αναπτυξιακή ώθηση στις εξαγωγές και την οικονομία.
Μιλάμε για μία υποτίμηση της τάξης του 15-20% όπως κάπου αφήνεται να διαφανεί ή για μία υποτίμηση 50-60% όπως ήταν στη περίπτωση της Αργεντινής ; Η ιστορική εμπειρία δείχνει πως ακόμη και για χώρες με παραγωγική και εξαγωγική υποδομή (που η Ελλάδα δεν διαθέτει) μία υποτίμηση πρέπει να είναι μεγάλη για να δώσει την απαιτούμενη εξαγωγική ώθηση στην οικονομία. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι η δραχμή υποτιμάται πάνω από 30-35% με την προσδοκία της μεταφοράς εγχώριων πόρων στον διεθνώς εμπορεύσιμο τομέα προκειμένου να σύρουν οι εξαγωγές την ανάπτυξη. Δύο πράγματα αποσιωπούνται : πρώτο, ότι η ώθηση αυτή θα στηριχθεί και πάλι στους παραδοσιακά ισχυρούς εξαγωγικούς τομείς της ελληνικής οικονομίας αποδυναμώνοντας τους αδύναμους, χωρίς όμως να ευνοήσει καινούργιους τομείς στους οποίους θα όφειλε να στηριχθεί ένα νέο παραγωγικό πρότυπο. Δεύτερο, δεν λέγεται τίποτα για τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της εξόδου από το ευρώ και της υποτίμησης. Για παράδειγμα, το RMF του κ. Λαπαβίτσα αναφέρει ότι οι πραγματικοί μισθοί θα μειωθούν σημαντικά στην περίπτωση που την υποτίμηση αποπειραθεί η αστική τάξη σε συνδυασμό με την απελευθέρωση της οικονομίας (συντηρητική έξοδο τη χαρακτηρίζει), όμως δεν λέγει για το τι θα συμβεί στη περίπτωση που την υποτίμηση την επιχειρήσουν οι προοδευτικές δυνάμεις (προοδευτική έξοδος από ευρώ). Γιατί άραγε ; Μήπως επειδή προσδοκάται να πέσουν οι μισθοί στα μαλακά με την κρατικοποίηση των τραπεζών, τη βιομηχανική πολιτική και την αναδιανομή του εισοδήματος ; Ευτυχώς, ο κ. Λαπαβίτσας ήταν πιο κατατοπιστικός στη πρόσφατη από κοινού ομιλία του με τους αριστερούς οικονομολόγους κλπ όταν τόνισε πως «η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι οι χώρες που πήγαν σε μία ανάλογη νομισματική αλλαγή αντιμετώπισαν μεγάλη ύφεση πριν από αυτήν προσπαθώντας να την αποφύγουν – όπως η Ελλάδα σήμερα – αλλά αφού την έκαναν πέτυχαν ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας (βλ Αργεντινή, Ρωσία, Εκουαδόρ κλπ).
Όπως, όμως, έχουμε τονίσει σε παλιότερο άρθρο μας παρόμοιες συγκρίσεις στερούνται νοήματος γιατί οι χώρες αυτές διαθέτουν μεγάλο φυσικό πλούτο διαθέσιμο προς εξαγωγή, και όταν επιχείρησαν την υποτίμηση η παγκόσμια οικονομία δεν αντιμετώπιζε τη πρωτοφανή χρηματοπιστωτική κρίση που υφίσταται σήμερα. Το σημαντικότερο, όμως, είναι πως στην μεν Ρωσία οι πραγματικοί μισθοί τους μειώθηκαν 30% τη διετία 1998-1999 και οι συντάξεις μειώθηκαν 50% το ίδιο διάστημα (στοιχεία ΔΝΤ), ενώ η ανεργία αυξήθηκε από 11% σε 14% μέσα σε 14 μήνες. Στο, δε, Εκουαδόρ το ποσοστό του πληθυσμού που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας αυξήθηκε από 33% το 1995 σε 43% το 1999, ενώ η ανεργία διπλασιάσθηκε σε 17% το 2000 μέσα σε δύο χρόνια (για Αργεντινή είναι γνωστές οι επιπτώσεις). Όμως, πέρα από αυτό παντού πάγωσαν οι καταθέσεις για να περιορισθεί η φυγή κεφαλαίων σε άλλα νομίσματα, με συνέπεια οι καταθέτες να χάσουν σε πραγματική αξία το ισοδύναμο της υποτίμησης. Τέλος, σε περίπτωση εξόδου από το ευρώ και άρνησης του χρέους, ακόμη και εάν κρατικοποιηθούν οι τράπεζες για να μην καταρρεύσουν δεν θα αποφύγουν το κούρεμα που θα αφορά το τμήμα του κρατικού χρέους που έχουν εγγράψει στον ισολογισμό τους.
Η διαγραφή του από το ενεργητικό θα σημάνει ανάλογη διαγραφή και μέρους του παθητικού τους (καταθέσεις), πράγμα το οποίο ισχύει φυσικά και για τις σχετικές επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα των ασφαλιστικών ταμείων. Αυτά για να έχουμε μία αίσθηση των συνεπειών της εξόδου από το ευρώ (είτε συντηρητικής είτε προοδευτικής) και της υποτίμησης της δραχμής η οποία, όπως παραδέχεται το RMF θα προκαλέσει πληθωριστική πλημμυρίδα. Όσον αφορά, τέλος, την άμεση βελτίωση της ανταγωνιστικότητας την οποία προσδοκά ο κ. Λαπαβίτσας περιμένουμε κάποια τεκμηρίωση γιατί τα ιστορικά προηγούμενα της Ελλάδας δεν βοηθάνε στην κατεύθυνση αυτή (η όποια βελτίωση επιτεύχθηκε με ταυτόχρονο πάγωμα των μισθών).
6. Αναδεικνύει - εσφαλμένα πιστεύουμε - σαν καίριο ζήτημα της άρνησης πληρωμών το απεχθές του χρέους προκειμένου να αναζητήσει στήριγμα στη διεθνή νομολογία για την πλήρη άρνηση και διαγραφή του χρέους. Εννοείται η άποψη αυτή προβάλλεται από τον κ. Καζάκη, ενώ ο κ. Λαπαβίτσας αφήνει ένα παράθυρο ανοιχτό στη δυνατότητα ανεύρεσης απεχθούς χρέους όταν οι εργαζόμενοι ανοίξουν τα βιβλία του κράτους και ελέγξουν τους όρους και τους στόχους με τους οποίους συνάφθηκαν τα δάνεια. Το βασικό επιχείρημα του κ. Καζάκη είναι πως «το καίριο ζήτημα δεν είναι η παύση πληρωμών, αλλά η αναγνώριση η μη του χρέους… Γιατί αναγνώριση του χρέους σημαίνει αναγνώριση των έννομων δικαιωμάτων των ομολογιούχων πάνω στη χώρα σου… Σημαίνει ότι απεμπολείς το όπλο του απεχθούς χρέους με βάση το διεθνές δίκαιο, καθώς και το θεμελιώδες δικαίωμα του λαού σου στη δική του αυτοδιάθεση και κυριαρχία..».
Βεβαίως, όπως μαθαίνουμε από τη Wikipedia (και όχι μόνον) «στο διεθνές δίκαιο, το απεχθές χρέος είναι μία νομική θεωρία η οποία υποστηρίζει ότι το δημόσιο χρέος που αναλαμβάνεται από ένα καθεστώς για σκοπούς που δεν εξυπηρετούν το συμφέρον του έθνους, όπως είναι οι επιθετικοί πόλεμοι, δεν θα πρέπει να εκτελείται. Τέτοιες οφειλές θα πρέπει να θεωρούνται ως προσωπικά χρέη του καθεστώτος που τα ανέλαβε και όχι ως χρέη του κράτους. Από ορισμένες απόψεις, η έννοια αυτή είναι ανάλογη με την ακυρότητα των συμβάσεων που έχουν υπογραφεί υπό καθεστώς καταναγκασμού.» Όπως, μάλιστα, εξηγεί ο Nahum Sack (ο οποίος επισημοποίησε την θεωρία αυτή το 1927) «όταν ένα δεσποτικό καθεστώς συνάπτει μία σύμβαση οφειλής όχι για τις ανάγκες ή τα συμφέροντα του κράτους, αλλά μάλλον για να ενισχύσει εαυτόν, για να καταστείλει μία λαϊκή εξέγερση κλπ, αυτό το χρέος είναι απεχθές για τον λαό και δεν δεσμεύει το έθνος, αλλά είναι χρέος του καθεστώτος, ένα προσωπικό δάνειο που είχε συναφθεί από τον ηγεμόνα και συνεπώς πέφτει με τη διάλυση του καθεστώτος».
Στην ελληνική περίπτωση δεν συντρέχουν λόγοι επίκλησης της θεωρίας αυτής, αφού το χρέος είναι προϊόν τεσσάρων δεκαετιών δημοκρατικών κυβερνήσεων, δεν μεσολάβησαν δεσπότες (μόνον η χούντα), επιθετικοί πόλεμοι ή λαϊκές εξεγέρσεις που να δικαιολογούν σχετικό δανεισμό, το μεγαλύτερο μέρος του (2/3) συνάφθηκε τη δεκαετία του 80 για να μπορέσει ο Ανδρέας Παπανδρέου να ασκήσει φιλολαϊκή πολιτική και, σε τελευταία ανάλυση, η θεωρία αυτή δεν είναι αποδεκτή από την Παγκόσμια Τράπεζα ή άλλους διεθνείς οργανισμούς (για ευνόητους λόγους) παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται από τους λαούς, τις κυβερνήσεις υπερχρεωμένων υπανάπτυκτων χωρών και ΜΚΟ. Συνεπώς, ακόμη και εάν ανακαλύπτονταν δανειακές συμβάσεις αντίθετες με τα συμφέροντα του έθνους (σίγουρα υπάρχουν πολλές) η Ελλάδα δεν θα μπορούσε λογικά να επικαλεσθεί την θεωρία αυτή για να αρνηθεί τη πληρωμή του χρέους.
7. Υποτιμά σοβαρά τον κίνδυνο απομόνωσης της χώρας. Οι αριστεροί οικονομολόγοι κλπ απορρίπτουν την κατηγορία ότι οι πολιτικές που προτείνουν οδηγούν στην οικονομική αυτάρκεια και εθνική απομόνωση με τα εξής επιχειρήματα : (α) η χώρα δεν θα απομονωθεί γιατί έχει ήδη τεθεί σε καραντίνα με την τρόϊκα ώστε να μην μολυνθούν οι άλλες χώρες της ΕΕ16, «η χώρα βρίσκεται στο απόλυτο περιθώριο της διεθνούς οικονομικής και πολιτικής ζωής» (Καζάκης), (β) η χώρα δεν μπορεί να απομονωθεί από κανέναν, κανείς δεν έχει τη δύναμη να την απομονώσει αφού η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας είναι τόσο ρευστή που κανείς από τους μεγάλους δεν θα ρισκάρει οικονομικό πόλεμο ή αποκλεισμό της Ελλάδας (Καζάκης), (γ) η άρνηση του χρέους και η έξοδος από το ευρώ θα αποτελέσουν αφετηρία για να ανοιχτεί η χώρα στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις με νέες δυνάμεις (Κίνα, Ρωσία κλπ) και να μην μείνει εγκλωβισμένη στην ΕΕ η οποία από την εποχή της ΕΟΚ περιόρισε απελπιστικά τις διεθνείς σχέσεις μας με τον υπόλοιπο κόσμο και υποβάθμισε τη διεθνή θέση της χώρας στο παγκόσμιο εμπόριο (Καζάκης), (δ) η διεθνής εμπειρία δείχνει πως οι χώρες που έκαναν παύση πληρωμών και αναδιάρθρωση χρέους μπορούν να επιστρέψουν πολύ γρήγορα στις διεθνείς αγορές αν το κρίνουν απαραίτητο και, άρα, κινδυνολογούν και ψεύδονται όσοι ισχυρίζονται το αντίθετο (Λαπαβίτσας), (ε) «η προοδευτική έξοδος δεν μπορεί να σημαίνει εθνική αυτάρκεια, οι χώρες της περιφέρειας θα πρέπει να διατηρήσουν τη πρόσβασή τους στο διεθνές εμπόριο, να ζητήσουν τη μεταφορά τεχνολογίας και την εισροή ξένων κεφαλαίων, αν και δεν υπάρχουν εγγυήσεις ότι θα προκύψει κάτι τέτοιο αφού η ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων θα είναι εχθρική σε ριζικές αλλαγές.
Πάντως, αν η Ευρωζώνη σπάσει στη περιφέρεια, μπορεί να σπάσει και στο κέντρο επιτρέποντας πιο συνεργατικές σχέσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών» (RMF). Νομίζω πως η πιο σωστή και ειλικρινής προσέγγιση είναι του RMF το οποίο αν και θέτει ζήτημα διάλυσης της Ευρωζώνης για να αποκατασταθούν σχέσεις πιο ισότιμης συνεργασίας, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου εθνικής απομόνωσης όταν τονίζει πως οι εισροές ξένων κεφαλαίων δεν πρέπει να θεωρούνται δεδομένες και πως η ΕΕ θα είναι εχθρική σε παρόμοιους πειραματισμούς. Αυτό νομίζω είναι αυτονόητο από τη στιγμή που όχι μόνον δεν θα αναγνωρίζει και δεν θα πληρώσει η Ελλάδα τις ξένες τράπεζες, αλλά θα κρατικοποιήσει και τις μεγάλες επιχειρήσεις στις οποίες μετέχει το ξένο κεφάλαιο. Οι απόψεις που παραπάνω εκφέρονται από τους Καζάκη-Λαπαβίτσα εμφανώς υποτιμούν τη δύναμη του ταξικού αντιπάλου, του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, κυρίως όμως υποτιμούν τη βαρύτητα και την οξύτητα της οικονομικής κρίσης και τις συστημικές επιπτώσεις μιας εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. Σε μία περίοδο που η κρίση έχει ήδη αρχίσει να απλώνεται σε όλη την ευρωπαϊκή περιφέρεια, η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ μπορεί να αποτελέσει τη θρυαλλίδα για τη διάλυση της Ευρωζώνης με τελικό κερδισμένο μόνον την αμερικανική επικυριαρχία στην περιοχή.
Δεν είναι μόνον οι τεράστιες οικονομικές ζημιές που θα προκαλέσει στις τράπεζες και τις άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες. Είναι ότι μπορεί να οδηγήσει σε ναυάγιο την ευρωπαϊκή καπιταλιστική ενοποίηση. Γι αυτό και θα πολεμηθεί σκληρά από τους ευρωπαίους εταίρους. Δέστε τις απειλές αντιποίνων του προηγούμενου βρετανού πρωθυπουργού Μπράουν για τα 5 μόλις δις που δεν πληρώνει η Ισλανδία. Αυτό είναι βασικό σφάλμα στην ανάλυση των Καζάκη-Λαπαβίτσα και κακώς συγκρίνεται με τις εμπειρίες άλλων χωρών που έλαβαν παρόμοια μέτρα. Γιατί το διεθνές περιβάλλον στο οποίο τα έλαβαν ήταν ριζικά διαφορετικό και δεν προδίκαζε συστημική κρίση όπως σήμερα. Εξάλλου, τα ποσά για τα οποία χρεοκοπούσαν οι χώρες αυτές ήταν απείρως μικρότερα του ελληνικού χρέους (άλλο 5 δις του Εκουαδόρ ή 50 δις της Ρωσίας και 95 δις της Αργεντινής και άλλο 330 δις της Ελλάδας με ουρά τα άλλα ευρωπαϊκά χρέη).
Πέραν αυτών, όπως είπαμε, η Αργεντινή 10 χρόνια μετά τη μερική ακύρωση του χρέους της δεν έχει ακόμη επανέλθει στις διεθνείς αγορές..Επίσης, είναι σφάλμα νομίζω να θέλουμε να φύγουμε από την εξάρτηση 4 ευρωπαϊκών χωρών για να πέσουμε στην εξάρτηση 2 άλλων μη ευρωπαϊκών χωρών. Όπως είναι υπερβολή να μιλάμε για καραντίνα της Ελλάδας σήμερα. Ναι η αγορά ελληνικών ομολόγων είναι νεκρή, όμως δεν έκλεισαν οι διεθνείς αγορές για τη χώρα. Τέλος, είναι εκτός τόπου και χρόνου οι αναφορές σε εγκλωβισμό της χώρας από την ΕΕ και σε υποβάθμιση της διεθνούς θέσης της στο παγκόσμιο εμπόριο. Το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας δεν σχετίζεται με την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ ή τουλάχιστον δεν είναι η ένταξη ο κύριος παράγοντας του ελλείμματος αυτού, ενώ ο βαθμός εξωστρέφειας της οικονομίας αυξάνει διαχρονικά με την ΕΕ : ο λόγος εξαγωγών και εισαγωγών προς το ΑΕΠ ήταν 38% το 1998 και 55% το 2008.
8. Παρακάμπτει με απλοϊκά επιχειρήματα τη πρόταση για αναδιαπραγμάτευση χρέους μας εντός ΟΝΕ. Το πρώτο επιχείρημα είναι ότι το ευρώ αποτελεί τον πιο αποτελεσματικό μηχανισμό πειθαναγκασμού μιας οικονομίας στα συμφέροντα των τραπεζών επειδή το ευρώ το έφτιαξαν οι τράπεζες για να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα (Καζάκης). Το δεύτερο επιχείρημα είναι ότι μία οικονομία που θέλει να ορθοποδήσει μετά την άρνηση πληρωμών χρειάζεται το εθνικό της νόμισμα για να τυπώσει χρήμα και να υποτιμήσει το νόμισμα ώστε να διευκολύνει τις εξαγωγές και την ανάπτυξη (Καζάκης, Λαπαβίτσας), κάτι που δεν θα της παράσχει η Φραγκφούρτη.
Ρωτάμε, λοιπόν, με τη σειρά μας : γνωρίζετε κύριοι καμία κεντρική τράπεζα και κάποιο νόμισμα που να δημιουργήθηκαν χωρίς να υπηρετούν πρωτίστως τα συμφέροντα των τραπεζών της χώρας που το εξέδιδε; Υπήρξαν οι κανονισμοί, οι ιδρυτικές δεσμεύσεις και οι καταστατικές συνθήκες (βλ Μάαστριχτ κλπ) ποτέ καθοριστικός παράγοντας να μην μεταβληθεί μία πολιτική όταν εξαιρετικοί λόγοι το επέβαλαν; Υπάρχει σήμερα κάτι από την ΕΕ που να λειτουργεί βάσει αρχικών κανόνων ; Η ίδια η ΕΚΤ έχει ξεφύγει εντελώς από το κανονιστικό της πλαίσιο και τυπώνει χρήμα. Γιʼ αυτό φωνάζουν οι γερμανοί. Όμως, η πραγματικότητα αλλάζει δραματικά και τα αρχικά πλαίσια αδυνατούν να την εκφράσουν και χρήζουν ανάλογων αλλαγών. Δεν ισχυρίζομαι ότι μία παύση πληρωμών και μερική διαγραφή χρέους είναι πράγμα εύκολο μέσα στην Ευρωζώνη.
Πιστεύω όμως πως μία ουσιαστική αναδιαπραγμάτευση του χρέους θα τεθεί προσεχώς και από άλλες χώρες-μέλη με συνέπεια να κληθούν οι τράπεζες να αναλάβουν μέρος των ευθυνών τους. Σε τελευταία ανάλυση, η Ελλάδα πρέπει νομίζω να εξαντλήσει τα περιθώρια συνεργατικής ανεύρεσης λύσης εντός της ΕΕ16 για ένα πρόβλημα που δεν αφορά μόνον εκείνη και που μπορεί να αποτελέσει τον καταλύτη αν όχι για την ουσιαστική πολιτική και δημοσιονομική ενοποίηση της ΕΕ, τουλάχιστον για μία πανευρωπαϊκή συσπείρωση των εργαζομένων σε κοινά αιτήματα κατά των μέτρων λιτότητας και της αποπληρωμής χρεών την ευθύνη των οποίων έχουν άλλοι. Η αναδιαπραγμάτευση και μερική ακύρωση του χρέους εντός της ΟΝΕ μπορεί να μην ευοδωθεί εξαιτίας του φόβου του συστημικού κινδύνου. Ο οποίος, ωστόσο, θα είναι ακόμη μεγαλύτερος εάν η Ελλάδα εξέλθει του ευρώ. Σε κάθε, όμως, περίπτωση η εντός ΟΝΕ αναδιαπραγμάτευση βοηθά στην απομυθοποίηση της αντιδραστικής Ευρώπης και στην σφυρηλάτηση ενός διεθνιστικού εργατικού κινήματος που είναι και η βασική προϋπόθεση της σοσιαλιστικής αλλαγής που κάθε γνήσιος αριστερός επιδιώκει. Ας μην την προσπερνάμε ασυλλόγιστα με αφορισμούς του τύπου μανιοκαταθλιπτικός ευρωπαϊσμός…. Αλίμονο, αν η καταγγελία για ψύχωση της διαφορετικής άποψης συνιστά επιχείρημα.
Διαβάστε περισσότερα...

Σάββατο 3 Ιουλίου 2010

Αναμορφωτήριον η Ελλάς, του Θ. Καρτερού

Επί Καραμανλή του Πρώτου, η Ελλάδα είχε χαρακτηριστεί από τον ίδιο απέραντο φρενοκομείο, χαρακτηρισμός που σφράγισε την εποχή εκείνη. Επί Παπανδρέου του Τρίτου κι αφού επιμένει μέχρι κι ο τελευταίος Ραγκούσης ότι έκλεισε ο κύκλος της μεταπολίτευσης και χαστουκίζουν δημοσίως οι ελεγκτές υπουργούς, καλόν είναι να υπάρξει ένας νέος χαρακτηρισμός που να αποδίδει το πνεύμα και τα ήθη της νέας εποχής. Και μια πρόταση για την περίπτωση που ο Παπανδρέου δεν διαθέτει πρόταση είναι να χαρακτηριστεί η σημερινή Ελλάδα απέραντο αναμορφωτήριο.
Αναμορφωτήριο, μάλιστα. Όπου έχει εγκλειστεί ένας λαός ανηλίκων για να αναμορφωθεί στο πνεύμα της εποχής και της ηθικής της και να κατανοήσει ότι το πάρτι τελείωσε. Να καταλάβει ότι δεν μπορεί πλέον να τεμπελιάζει, να μην παράγει και να απαιτεί μόνο κοινωνικές προστασίες και άλλα τέτοια. Ότι δεν μπορεί να συνταξιοδοτείται με τριάντα και τριανταπέντε χρόνια δουλειάς, όταν ο μέσος όρος ζωής αυξάνεται. Ότι δεν μπορεί να ζει στη διαφθορά των συλλογικών συμβάσεων, της προστασίας της μητρότητας, του κατώτερου μισθού, της υποχρεωτικής ασφάλισης, αγνοώντας την ολέθρια επίδραση όλων αυτών στην ανταγωνιστικότητα.

Αναμορφωτήριον η Ελλάς και μάλιστα με εισαγόμενους κατευθείαν από έγκυρα διεθνή κέντρα σκληρούς κανόνες αναμόρφωσης. Η εκτός Ελλάδος τρόικα τους αντιγράφει και τους επιβάλλει, ενώ οι φύλακες υπουργοί και ο αρχιφύλακας πρωθυπουργός δεν λαμβάνουν τον κόπο ούτε να τους μεταφράσουν, καθώς πασχίζουν να αποδείξουν πόσο ειλικρινώς μεταμεληθέντες και μεταμορφωθέντες είναι οι ίδιοι. Κάτι σαν εκείνους των συντρόφων τους θύτες για αμνηστία οι αλήτες, όπως τους λέει ο Διονύσης Σαββόπουλος, που είχαν αναλάβει να... μεταμελήσουν όλους τους άλλους, αφού μεταμελήθηκαν πρώτα και χωρίς καμιά καθυστέρηση οι ίδιοι.
Εικόνα αναμορφωτηρίου δεν δίνει η αντιμετώπιση των εγκλείστων στο ίδρυμα Ε.Ε. - ΕΚΤ - ΔΝΤ, η στάση προσοχής φυλάκων και αρχιφύλακα μπροστά στους ελεγκτές, τα μαθήματα νέου ήθους στους υπό αναμόρφωση, τα πειθαρχικά μέτρα για το καλό τους, οι συνεχείς απειλές για τις βαριές ποινές και την απομόνωση που τους περιμένουν αν δεν αναμορφωθούν, ακόμα και η υπόσχεση για μια ζωή ελεύθερη και πλούσια στους μεταμεληθέντες; Εξάλλου φύλακες, αρχιφύλακας και ελεγκτές δεν το κρύβουν ότι θέλουν την Ελλάδα αναμορφωτήριο. Αγνοώντας βέβαια την έφεση των Ελλήνων, όταν τους ζορίζουν πολύ, να το κάνουν απέραντο φρενοκομείο το ίδρυμα...
Διαβάστε περισσότερα...

Οι βολεμένοι γίνονται αποκλεισμένοι


Ο Κώστας Δουζίνας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, μιλάει για τη νέα ανθρωπογεωγραφία στην εποχή της κρίσης
Συνέντευξη στον Ματθαιο Tσιμιτακη

Το συνέδριο της διεθνούς Ενωσης Επιμελητών Σύγχρονης Τέχνης, που διεξήχθη την περασμένη εβδομάδα στο Μουσείο Μπενάκη, είχε τον τίτλο «Courage» - «Θάρρος». Με ομιλητές τους Markus Steinweg, φιλόσοφο, Sarat Maharaj, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Λουντ και στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μάλμο, τον καλλιτέχνη Jalal Toufic και τον Κώστα Δουζίνα, καθηγητή Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, προσπάθησε να σκιαγραφήσει την ανάγκη για επιστροφή της Σκέψης στην τέχνη, σε μια εποχή που σφραγίζεται από σημαντικότατες οικονομικές και πολιτικές αλλαγές. Αναμφίβολα, μία από τις σημαντικότερες στιγμές του συνεδρίου ήταν οι επισημάνσεις του Κώστα Δουζίνα για την έννοια της Σκέψης και η αντιπαραβολή σε αυτήν της έννοιας της Αλήθειας και της ηθικής της καθολικότητάς της. Ο διευθυντής του τμήματος Διεθνών Σχέσεων του Ινστιτούτου Ανθρωπιστικών Σπουδών του Birkbeck και συγγραφέας του πολυσυζητημένου και μεταφρασμένου σε δέκα τουλάχιστον γλώσσες, βιβλίου «Το τέλος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» θεωρεί πως σήμερα μεγάλα τμήματα του πληθυσμού παγκοσμίως βγαίνουν από το κάδρο της προστασίας του κράτους πρόνοιας και δικαίου και ωθούνται σε ένα κοινωνικό περιθώριο, στο οποίο η έννοια «άνθρωπος» και η έννοια «ανθρώπινα δικαιώματα» διαστέλλονται τόσο ώστε να καταργούνται. «Αυτοί μπορούν να εκφράσουν το αίτημα της καθολικότητας σήμερα και αυτό θα πρέπει να δει η τέχνη», τόνισε ο καθηγητής στη συνάντηση που είχαμε μαζί του ένα ηλιόλουστο μεσημέρι σε καφενείο της περιοχής της Πλάκας, στο κέντρο της Αθήνας. Ο Κώστας Δουζίνας ήρθε ξανά το προσκήνιο αμέσως μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, με τη διεισδυτική αρθρογραφία του στη βρετανική εφημερίδα The Guardian, από όπου ασκεί κριτική στην παγκοσμιοποίηση, όπως εξελίσσεται στις μέρες μας, και διαβάζει τις επιπτώσεις της κρίσης στα πεδία της ηθικής, των κοινωνικών σχέσεων, της πολιτικής και του πολιτισμού. Ο λόγος του, απλός και κατανοητός, ξεφεύγει από τις τεχνικές λεπτομέρειες της επιστήμης που υπηρετεί και καταφέρνει να μιλήσει για την «ουσία» των ζητημάτων που απασχολούν την εποχή μας.
Eνα μοντέλο οικονομικό καταρρέει
– Πρέπει οι άνθρωποι της τέχνης και της τεχνοκριτικής να ασχοληθούν επισταμένα σήμερα με τη Σκέψη, όπως ειπώθηκε στο Μουσείο Μπενάκη; Τι σημαίνει αυτό;
– Στον βαθμό που ζούμε σε κοινωνίες υπηρεσιών και όχι σε κοινωνίες όπου οι άνθρωποι καλλιεργούν τη γη ή εργάζονται στη βιομηχανία, αυτό που είμαστε υποχρεωμένοι να προωθήσουμε, δεν είναι η έννοια της σκέψης, γενικά, αλλά οι έννοιες της Αλήθειας και της Καθολικότητας. Και δεν ξέρω αν είναι οι καλλιτέχνες και οι τεχνοκριτικοί που μπορούν να τις εκφράσουν, ή εκείνα τα τμήματα του πληθυσμού που είναι αποκλεισμένα, οι αόρατοι, όσοι υποφέρουν, τα παιδιά που δεν μπορούν να βρουν δουλειά. Με την ίδια έννοια που στην κλασική μαρξιστική ανάλυση το προλεταριάτο υποτίθεται ότι αγωνιζόταν για να εξανθρωπιστεί ολόκληρη η κοινωνία, άρα και οι καπιταλιστές, σήμερα οι ομάδες που έχουν βγει έξω από το κοινωνικό και πολιτικό παιχνίδι και δεν τους αντιπροσωπεύει κανείς, θα μπορούσαν να κάνουν κάτι ανάλογο, να εκφράσουν το «καθολικό» αυτής της κοινωνίας. Με αυτή την έννοια ο Δεκέμβρης 2008 είναι το πιο πολιτικό γεγονός στην ευρωπαϊκή ιστορία εδώ και 30 χρόνια.
– Ηταν απρόβλεπτος
Δεν έθεσε, εν τούτοις, ούτε θέματα αξιών ούτε και κανένα άλλο στην πραγματικότητα. Δεν εξέφρασε αιτήματα
.
– Το γεγονός ότι ήταν απρόβλεπτος, ότι δεν απέκτησε ιδεολογική σαφήνεια ούτε καν ένα συγκεκριμένο πολιτικό αίτημα, χαρακτηρίζει ακριβώς τη σημερινή έννοια του «πολιτικού». Δείτε τη μεγάλη κλίμακα. Εδώ και 25 χρόνια, ο κόσμος μας στηρίζεται στην κατανάλωση και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, δηλαδή στα δάνεια και το χρέος, αφού η δυνατότητα ανάπτυξης της οικονομίας μέσω των βιομηχανιών σταμάτησε με την παγκοσμιοποίηση, όταν αυτές πήγανε στην Ασία... Το μοντέλο του New Deal εισήχθη από την Αμερική στην Ευρώπη του ’80. Τι έλεγε; Οτι διατηρούμε τη νομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος εξασφαλίζοντας τουλάχιστον στα δύο τρίτα του πληθυσμού ότι θα ανεβαίνει το βιοτικό τους επίπεδο. Τι κάνουμε; Φτιάχνουμε χρήματα μέσα από τις δευτερογενείς χρηματοπιστωτικές αγορές και την αύξηση της αξίας των ακινήτων. Αυτά τα χρήματα δημιουργούν ανάπτυξη, που επιτρέπει στον κόσμο να αγοράσει δεύτερο σπίτι, δεύτερο αυτοκίνητο, να πάει ταξίδια στο Λονδίνο κ.ο.κ. Το 2008, με την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού τομέα στις ΗΠΑ, ξεκινάει μια σειρά χρεοκοπιών, αρχικά του τραπεζικού συστήματος και έπειτα κρατών (Ισλανδία, Ιρλανδία κ.ά.). Το μοντέλο καταρρέει.
Κατά την ίδια ιστορική περίοδο, όμως, εξασθένησαν και όλοι οι μεσαίοι οργανισμοί διαμεσολάβησης της εξουσίας προς τον κόσμο, όπως είναι τα κόμματα, τα συνδικάτα, ακόμα και η Εκκλησία – κάτι που ήταν στόχος της νεοφιλελεύθερης πολιτικής των Ρέιγκαν και Θάτσερ. Οταν καταρρέει το οικονομικό σύστημα και είναι κανείς εκτεθειμένος σε δάνεια και χρέη, υφίσταται μια τεράστια προσωπική κρίση, ενδεχομένως ακόμα και ψυχολογική. Ενας από τους πιθανούς τρόπους αντίδρασης είναι και η βία, αφού δεν απορροφάται η απόγνωσή του, από τους οργανωμένους ενδιάμεσους οργανισμούς της κοινωνίας. Εχουμε λοιπόν, δύο ειδών άμεσα αποτελέσματα της κρίσης. Απ’ τη μια πλευρά, κοινωνικά συμβάντα τύπου Δεκεμβρίου, όπου, αν και πολιτικά, δεν περνάει η λογική του κόμματος, ή του μανιφέστου - είναι έντονα ηθικά γεγονότα. Και από την άλλη, ο –πάντοτε εύθραυστος– ψυχικός δεσμός με την κοινωνία εξασθενεί και οδηγεί σε εκδηλώσεις προσωπικής αντίστασης, που μπορεί να παίρνουν τη μορφή της δράσης των αναρχικών ή μορφές αυτοδικίας, εγκληματικότητας κ.ο.κ.
Τόσο οι Negri και Hardt όσο και όλες οι μετα-μαρξιστικές αναλύσεις μάς έχουν προειδοποιήσει. Η συσσώρευση κεφαλαίου γίνεται πλέον μέσω της πτώχευσης τρίτων. Στην πραγματικότητα, βρισκόμαστε μπροστά σε μια κατάσταση, κατά την οποία μεγάλα τμήματα του πληθυσμού αποκολλώνται από το μοντέλο της κατανάλωσης ως μεθόδου ικανοποίησης των προσωπικών επιδιώξεων και επιθυμιών τους, με απρόβλεπτες αντιδράσεις. Γι’ αυτό και η οικονομική ανάπτυξη της δεκαετίας του ’80 συνοδεύτηκε από μεγάλη αύξηση των μηχανισμών καταστολής. O άνθρωπος που αντιμετωπίστηκε από την εξουσία ως καταναλωτής, μετατρέπεται στις περιόδους ύφεσης και ανέχειας σε αντικείμενο αστυνόμευσης. Τείχη ορθώνονται στο Μεξικό, στην Παλαιστίνη, αυξάνονται οι φυλακές και γενικά η καταστολή. Με τα σημερινά μέτρα του Προγράμματος Σταθερότητας, ο αποπλανημένος, αυτός κόσμος από την πλαστή χρηματοπιστωτική ανάπτυξη, βλέπει τώρα τη ζωή του να ανατρέπεται. Ομως, δεν συνιστά πια μόνο το 1/3, της κοινωνίας, όπως συνέβη κατά τη δεκαετία του ’80. Είναι πολύ περισσότεροι σήμερα αυτοί που από βολεμένοι, γίνονται αποκλεισμένοι.
Οικονομικά κυρίαρχοι
– Θα λέγατε ότι η ουτοπία της παγκοσμιοποίησης δεν ευοδώθηκε;
– Ευοδώθηκε για τις κυρίαρχες οικονομικές δυνάμεις. Οι μεγάλες διεθνικές εταιρείες (transnational) συνέχισαν να παράγουν κέρδη, παρά τη μεγάλη και μόνιμη κρίση της Ευρώπης, χρησιμοποιώντας τον τρίτο κόσμο και το ΔΝΤ. Πάρτε για παράδειγμα την Αφρική. Μπήκε το ΔΝΤ και επέβαλε αποκρατικοποιήσεις (μεγάλα τμήματα των κρατικών υπηρεσιών σε ιδιωτικά χέρια), απορρύθμιση των αγορών, το οποίο σήμαινε ότι οι μεγάλες εταιρείες είχαν το δικαίωμα να μπαίνουν εκεί και να επενδύουν πραγματικά μόνον όταν ήταν κερδοφόρο και έπειτα να παίρνουν τα κεφάλαια και να φεύγουν. Στην Ιρλανδία, πριν από πέντε χρόνια μιλούσαμε για τον «κελτικό τίγρη». Πώς κατέληξε έτσι η Ιρλανδία; Οι περισσότερες επενδύσεις νέας τεχνολογίας ήταν αμερικανικές, οι οποίες μόλις είδαν ότι σταματούσε το boom των start ups, τα μάζεψαν και έφυγαν. Και έμεινε ένα κράτος το οποίο είχε στηρίξει την οικονομική του ανάπτυξη σε αυτό το μοντέλο, με κόσμο ο οποίος, αντί να βλέπει πλέον το βιοτικό του επίπεδο να ανεβαίνει, είτε έμενε άνεργος είτε υπο-απασχολούνταν. Και ανέβαιναν τα ελλείμματα, αφού το κράτος έπρεπε να καλύψει το κενό που άφηνε η οικονομική οργάνωση γύρω από τις νέες τεχνολογίες, η οποία και απέτυχε.
Μόνο εθνικές πολιτικές μπορούν να βάλουν όρια στον τρόπο με τον οποίο διεισδύει η καπιταλιστική ανάπτυξη και επιβάλλει τα βάρη του νεοφιλελευθερισμού στην κοινωνία. Η κοινωνικοποίηση των χρεών που είδαμε με τα πακέτα στήριξης των τραπεζών στην Ευρώπη, έφτιαξε έναν «σοσιαλισμό» για τους πλούσιους και έναν άγριο καπιταλισμό για τους φτωχούς. Το μεγάλο πρόβλημα σήμερα στην Ελλάδα είναι ότι δεν χαράσσονται κόκκινες γραμμές. Οι μίνιμουμ κοινωνικές υποχρεώσεις, οι οποίες προκύπτουν από το κοινωνικό συμβόλαιο της μεταπολίτευσης, καταργούνται και o κοινωνικός δεσμός εξασθενεί.
Το κράτος πρόνοιας
– Μήπως ζούμε σήμερα την πλήρη κατάργηση της ίδιας της έννοιας του κοινωνικού συμβολαίου;
– Απολύτως, και δυστυχώς δεν το τονίζει αρκετά η Αριστερά. Εδώ ξαναγράφεται το πώς οργανώνεται η ζωή του υποκειμένου σε σχέση με τους άλλους και το κράτος. Το κράτος πρόνοιας χτίστηκε πάνω στη συνειδητοποίηση των ισχυρών οικονομικών δυνάμεων (μετά την κρίση του ’30) ότι αν δεν παρήχετο μια μίνιμουμ κοινωνική ασφάλιση για όλους, υπήρχε κίνδυνος να απο-νομιμοποιηθούν. Αφενός και αφετέρου στους εργατικούς αγώνες. Υποχωρούν συνολικά και τα δύο αυτήν τη στιγμή και ξαναγράφεται το πώς λειτουργεί μια κοινωνία.
Πρόβλημα της πολιτικής
– Το γεγονός ότι όλα αυτά συμβαίνουν ύστερα από μια παρατεταμένη περίοδο απαξίωσης της πολιτικής σάς προβληματίζει;
– Οι κυβερνώντες στην Ελλάδα ερχόντουσαν πάντοτε να κυβερνήσουν στο όνομα της ηθικής επανίδρυσης του κράτους. Και πάντοτε διαφθείρονταν. Υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στον πολιτικό λόγο, στην πολιτική πράξη και την ηθική. Πρόκειται για πολύ μεγάλο πρόβλημα της πολιτικής παγκοσμίως, που σχετίζεται με την απάθεια στις εκλογές, την αποχή κ.λπ., όμως, στην Ελλάδα μιλάμε για την πιο βίαιη εκδοχή του. Πέρα από πρόβλημα της πολιτικής, γίνεται και πρόβλημα του πώς ο κάθε άνθρωπος αντιλαμβάνεται τη ζωή του. Λέμε ότι πρέπει να αλλάξουμε συνήθειες, να πληρώνουμε φόρους, να λειτουργούμε ηθικά δηλαδή, αλλά το παράδειγμα που έχουμε από τους πολιτικούς είναι αντίθετο. Η σχέση μας με τον κοινωνικό δεσμό είναι πάντα εύθραυστη. Η δημοκρατία την οργάνωσε μέσα από τον ισχυρισμό πως οι αποφάσεις που επηρεάζουν τη ζωή μας είναι προϊόν συμφωνίας, ακόμα κι όταν είμαστε στη μειοψηφία. Οταν αυτό αμφισβητείται, υπάρχει περίπτωση να διαρραγεί η σχέση με τον κοινωνικό δεσμό. Και τότε εκδηλώνονται μορφές βίας απρόβλεπτης και άγριας. Γιατί δεν αισθανόμαστε ότι έχουν περάσει οι κρίσιμες αποφάσεις έστω και από μια τυπική νομιμοποίηση.
Μεγάλες δυνατότητες
– Βλέπετε δημιουργικές δυνατότητες στην κρίση;
– Ναι, πολύ μεγάλες. Πάντα οι μεγάλες αλλαγές γίνονται μετά από καταστροφές. Οπως μας είπε ο Μπένγιαμιν, στις μεγάλες κρίσεις το καλύτερο και το χειρότερο είναι το ένα δίπλα στο άλλο, άρα είναι δυνατό να υπάρξει και το καλό. O νέος κοινωνικός δεσμός είναι δυνατό είτε να συσταθεί πάνω στην αγριότητα του φόβου και της καταστολής ή πάνω σε μια νέα μορφή κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης. Σίγουρα πάνω σε μια νέα σχέση με την ηθική, τόσο σαν υποκείμενα όσο και σαν πολιτική ηγεσία και πολιτικοί. Tο τυχαίο και το απρόβλεπτο βεβαίως είναι συστατικά της ιστορίας, αλλά γνωρίζουμε ότι υπάρχει η δυνατότητα και έχουμε ηθική και πολιτική υποχρέωση να φανταστούμε και να δουλέψουμε για το καλύτερο. Κι εδώ υπάρχει ένα μήνυμα για την Αριστερά, η οποία είναι απολύτως διατεθειμένη να πιστέψει ότι το τέλος της ανθρωπότητας μπορεί να συμβεί (κοιτάξτε όλα αυτά τα έργα για την καταστροφή του κόσμου ή την κλιματική αλλαγή), όμως έχει σταματήσει να πιστεύει ότι η ανθρωπότητα μπορεί να υπερβεί τον καπιταλισμό.
Το δημοκρατικό έλλειμμα της Ευρώπης
– Εχει ειπωθεί ότι μπορεί η ιστορία να μην είναι πια στο πλευρό της δημοκρατίας. Αποκτά μια τέτοια υπόθεση πραγματική διάσταση στις μέρες μας;
– Το γεγονός ότι το 70-80% της νομοθετικής παραγωγής γίνεται στις Βρυξέλλες και έρχονται μετά στις χώρες χωρίς συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων βρίσκεται στον αντίποδα της αντίληψης του κράτους δικαίου και του Ευρωπαϊκού Συνταγματισμού, της διάκρισης των εξουσιών κ. λπ. Οι θεωρητικοί του Ευρωπαϊσμού είχαν υποστηρίξει ότι δεν υπάρχει πρόβλημα με αυτές τις διαδικασίες, αφού αφορούν ως επί το πλείστον τεχνικά θέματα. Αρα δεν απαιτείται δημοκρατική συμμετοχή, αλλά επιστημονική ανάλυση. Οπως στον Μεσαίωνα δεν υπήρχε δημοκρατία, αλλά υπήρχαν οι σύμβουλοι των φεουδαρχών και αυτοί αποφάσιζαν, έτσι και τώρα. Η Ευρώπη μετατρέπεται σε μια νέα μεσαιωνική αυτοκρατορία. Για πρώτη φορά τα μέτρα για την Ελλάδα δεν εμφανίζονται ως βαρετά, ως τεχνικές διατάξεις, αλλά μπαίνουν στην ουσία και επηρεάζουν την ευημερία ενός λαού. Και από την Ευρώπη του οράματος της φιλίας, της συνεργασίας και της δημοκρατίας των ευρωπαϊκών λαών όπως αυτή προέκυψε με το τέλος των διενέξεων και των πολέμων, περνάμε σε μια Ευρώπη που επικροτεί, δέχεται και επιβάλλει μια συνολική μείωση του βιοτικού επιπέδου ενός λαού. Το θέμα της δημοκρατίας λοιπόν ξανατίθεται. Δεν είναι δυνατόν τέτοιες αποφάσεις να λαμβάνονται από τους τραπεζίτες και την Κομισιόν χωρίς κάποια δημοκρατική νομιμοποίηση. Επιπλέον, τίθεται σήμερα το ζήτημα μιας πιο ολοκληρωμένης οικονομικής ενοποίησης, αφού η νομισματική απέτυχε, όπως έλεγε η Αριστερά εδώ και τριάντα χρόνια. Το πρόβλημα όμως είναι το εξής: Προχωράμε σε οικονομική ολοκλήρωση με άξονα τη Γερμανία, αλλά αν αυτό δεν συνοδευτεί και από πολιτική ενοποίηση, τότε μιλάμε για μια κατάσταση στην οποία θα έχουμε σχεδόν αποικιοκρατικά φαινόμενα.
Ο Δυτικός ανθρωπισμός σε βαθιά κρίση
Ο Δυτικός ανθρωπισμός καταρρέει, αλλά αυτό έχει ξεκινήσει πριν από την οικονομική κρίση.
Πάντα ακολουθείται από μια διαίρεση στην πράξη ο ανθρωπισμός. Κάποιοι θεωρούνταν πλήρως άνθρωποι και απολάμβαναν όλα τα δικαιώματα, ενώ άλλοι, όχι. Η έννοια του «ανθρώπου» ως καθολικής αξίας μέσω της οποίας οργανώνεται η κοινωνία, δημιουργούνται τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, συνοδεύθηκε από εξαιρέσεις. Το βλέπουμε ήδη στη Γαλλική Επανάσταση, η οποία δηλώνει μεν την καθολικότητα των δικαιωμάτων, αλλά τα αναγνωρίζει μόνο στους Γάλλους. Με τον χρόνο διευρύνεται αυτή η έννοια. Απελευθερώνονται οι δούλοι, οι γυναίκες αποκτούν δικαίωμα ψήφου κ. ο. κ. Αυτό που συμβαίνει στα χρόνια της παγκοσμιοποίησης, είναι ότι αυτοί που εμφανίζονται στον χώρο του «μη ανθρώπινου» σε όλο τον κόσμο, είναι πλέον οι άνθρωποι που δεν παράγουν. Το πρεκαριάτο που αντιμετωπίζεται ως εφεδρικός στρατός που υπάρχει για να δημιουργεί ανταγωνιστικότητα, ένα είδος ανθρώπου που ζει σε μια ζώνη λυκόφωτος, μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας, οικονομικής δραστηριότητας και ανεργίας. Και αυτή η ζώνη μεγαλώνει -–στις μέρες μας– πάρα πολύ. Εχουμε μια παγκοσμιοποίηση της καπιταλιστικής οικονομίας αλλά όχι και των αξιακών σχέσεων. Η φιλολογία δε περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ανάπτυξης αποδείχθηκε ψευδής.




Διαβάστε περισσότερα...

Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010

Oι άδοξοι μπάσταρδοι και οι βαθιές πολιτικές ρίζες της ελληνικής χρεοκοπίας.

του οικονομολόγου-αναλυτή Δημήτρη Καζάκη

Οι βαθιές πολιτικές ρίζες της ελληνικής χρεοκοπίας
Σε μια συνέντευξή του ο υπουργός Οικονομικών κ. Παπακωνσταντίνου διατύπωσε την εξής ενδιαφέ­ρουσα άποψη: «Καμία χώρα με τόσο μεγάλες ανάγκες δανεισμού, με τόσο μεγάλη εξάρτηση από δανεικά κεφάλαια για να λειτουρ­γήσει δεν είναι κατ’ ουσίαν ελεύθερη.
Οι πιστωτές – είτε άμεσα είτε έμμεσα – ζητούν λογαριασμό για το τι κάνεις τα λεφτά που σε δανείζουν, όχι απαραίτητα γιατί θέλουν να επιβάλουν την οικονομική τους πολιτική, αλλά κυρίως για να εξασφαλίσουν ότι τα χρήματα που σου δανείζουν θα μπορέσουν να τα πάρουν πίσω, γιατί είναι χρήματα φορολογουμένων και ασφαλισμένων σε Ταμεία άλλων χωρών και μετόχων στους οποίους λογοδο­τούν» («Κόσμος του Επενδυτή», 15-16.5).

Ας αφήσουμε κατά μέρος την αναφορά σε «φορολογούμε­νους και ασφαλισμένους σε Ταμεία άλλων χωρών», όπου υπο­τίθεται ότι λογοδοτούν οι πιστωτές της χώρας μας. Πρόκειται για τις συνήθεις ανοησίες με τις οποίες διανθίζουν τόσο ο κύριος υπουργός όσο και ο πρωθυπουργός της χώρας τις λιγοστές αλήθειες που αναγκάζονται να ομο­λογήσουν. Άλλωστε δεν μπορεί να μην ξέρει κοτζάμ υπουργός Οικονομικών ότι σε ασφαλιστικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες ανήκει μόλις το 15% των ελληνι­κών ομολόγων.
Κι αυτοί που διαχειρίζονται τα λεφτά των «φορολογουμένων και ασφαλισμένων» λογοδοτούν σ’ αυτούς όσο λογοδοτούν και οι διαχειριστές των δικών μας ασφαλιστικών ταμείων, οι οποίοι καθ’ υπόδειξη των κυβερνήσεων, αλλά και γνωστών κερδοσκοπικών κυκλωμάτων, έχουν φορτώσει τα ταμεία με κάθε λογής ομόλογα και άλλες ανάλογου τύπου επενδύσεις χωρίς αντίκρισμα.
Οι πιστωτές του κράτους εξ άλλου δανείζουν την Ελλάδα μόνο επειδή γνωρίζουν ότι έχουν να κερδίσουν πάρα πολλά. Πάντα με την αμέριστη βοήθεια των κυβερνήσεων αυτής της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ολόκληρη την περίοδο της μεταπολίτευσης, 1974-2009, η Ελλάδα έχει πληρώσει σε εξυπηρέτηση χρέους πάνω από 640 δισ. ευρώ για ένα κυλιόμενο δημόσιο χρέος των 300 δισ. ευρώ το 2009. Πρόκειται για μια μέση απόδοση της τάξης του 215%!
Ποια άλλη επιχείρηση μπορεί να υπερηφανευτεί για τέτοιες αποδόσεις;
Γιατί λοιπόν να μη φορτώσουν με δάνεια τη χώρα;
Ωστόσο, αυτό που ομολογεί ο υπουργός Οικονομικών, ότι δη­λαδή το βασικό πρόβλημα έγκειται στις «τόσο μεγάλες ανάγκες δανεισμού», είναι αυτό που αρνιόταν να παραδεχθεί η κυβέρνηση ευθύς εξαρχής. Αντ’ αυτού είχε πλασάρει το γνωστό πια παραμύθι περί «αξιοπιστίας της χώρας στις αγορές». Για να μη μιλήσουμε για τον Καιάδα του ΔΝΤ, ο οποίος, όπως ομολόγησε πρόσφατα ο υφυ­πουργός Οικονομικών Σαχινίδης, ήταν εξαρχής ο κρυφός στόχος της κυβέρνησης, ήδη από την επομένη των εκλογών.
Όμως αυτό που δεν διευκρινίζει ο κ. Παπακωνσταντίνου είναι το πώς γεννήθηκαν αυτές οι «τόσο μεγάλες ανάγκες δανεισμού».
Το ελληνικό κράτος δανειζόταν ανέκαθεν, όχι για να επενδύσει στην ανάπτυξη της χώρας και στην ευημερία του λαού, αλλά για να ξεπληρώσει παλιότερα δάνεια που είχε συνάψει με επαχθείς όρους.
Στον Μητσοτάκη η ρίζα του κακού!
«Η μεγάλη αυτή δανειακή επιβάρυνσις εδημιουργήθη συ­νεπεία των υποχρεώσεων των παλαιών δανείων και μάλιστα δανείων μη εισπραχθέντων και μη χρησιμοποιηθέντων χάριν της εθνικής οικονομίας» έγραφε το 1937 ο καθηγητής Άγγελος Αγ­γελόπουλος σχετικά με την υπέρογκη δανειακή επιβάρυνση του κράτους εκείνης της εποχής.
Οι σημερινές δανειακές ανάγκες, τα σημερινά αδιέξοδα της υπερχρέωσης, έχουν την καταγωγή τους στις ρυθμίσεις των προπολεμικών χρεών της χώρας που έγιναν στη δεκαετία του 1960 από τις κυβερνήσεις της ΕΡΕ και της Ένωσης Κέντρου. Από την περίοδο της απελευθέρωσης, τόσο το ΕΑΜ όσο και σύσσωμη η Αριστερά αργότερα, με κύρια έκφρασή της την ΕΔΑ, είχαν ως βασική θέση τη διαγραφή των προπολεμικών χρεών της χώρας, με σκοπό την αυτοδύναμη παραγωγική ανα-συγκρότησή της προς όφελος του λαού της.
Την άποψη αυτή, περί διαγραφής των προπολεμικών χρεών, είχαν υιοθετήσει την εποχή εκείνη και μια σειρά σεβαστών καθη­γητών της οικονομίας, όπως ο μετέπειτα ακαδημαϊκός Άγγελος Αγγελόπουλος, ο διατελέσας διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Ξενοφών Ζολώτας, ο καθηγητής Δημήτριος Καλιτσουνάκης κ.ά. Το θεωρούσαν – εκτός όλων των άλλων – και ως έναν ελάχιστο φόρο τιμής από τους συμμάχους προς την Ελλάδα που υπέστη ανυ­πολόγιστες καταστροφές κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Φυσικά οι Βρετανοί και οι Αμερικάνοι κάθε άλλο παρά ήταν διατεθειμένοι να ξεχάσουν τα προπολεμικά χρέη της Ελλάδας. Αντίθετα θέλησαν να τα χρησιμοποιήσουν για να τη μετατρέ­ψουν ουσιαστικά σε αποικία τους. Εν τη μεγαθυμία τους, αντί για διαγραφή, πρότειναν αναδιαπραγμάτευση και ρύθμιση των προπολεμικών χρεών.
Έτσι ξεκίνησε ένας οργανωμένος διεθνής διασυρμός της χώρας από τους πιστωτές της προκειμένου να εξασφαλίσουν, μέσα από την ανα­διαπραγμάτευση του προπολεμικού χρέους, όσο το δυνατόν μεγαλύ­τερα οφέλη. Ο διασυρμός αυτός διάρκεσε σχεδόν δυο δεκαετίες, με αποτέλεσμα μια αποικιοκρατική ρύθμιση των προπολεμικών χρεών.
Την τελική αυτή ρύθμιση επέτυχε – ποιος άλλος; – ο κ. Μητσο­τάκης, ως υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, τον Ιούλιο του 1964. Ο Μητσοτάκης προχώρησε σε τέτοια ρύθμιση χρεών, ώστε μπροστά της ωχριούσε ακόμη και η παλιότερη της ΕΡΕ.
«Η ονομαστική αξία των χορηγηθεισών νέων ομολογιών εις τους κομιστάς προπολεμικών εσωτερικών δανείων διαπλασιάζεται, ο τόκος αυξάνεται και θεσπίζεται λαχείον. Εν συγκρίσει προς την ρύθ-μισιν υπό της κυβερνήσεως της ΕΡΕ, δίνονται ήδη 160% επί πλέον», θριαμβολογούσε τότε η φιλική προς τον Μητσοτάκη «Ελευθερία» (16.7.1964). Ο διακανονισμός αποπληρωμής αυτής της λεόντειας σύμ­βασης προβλεπόταν να γίνει εντός 42 έως 45 ετών. Ο κ. Μητσοτάκης, δηλαδή, το 1964 υποθήκευσε τη χώρα έως το 2006 και 2009!
Με αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα αναγνώριζε και όφειλε να αποπλη­ρώσει προπολεμικά δάνεια από το 1881 σε τουλάχιστον διπλάσια από την τρέχουσα αξία τους. Κι αυτό παρά, το γεγονός ότι είχαν μεσο­λαβήσει δυο επίσημες πτωχεύσεις της χώρας (το 1893 και το 1932) και δυο παγκόσμιοι πόλε­μοι που την είχαν κυριολεκτικά ισοπεδώσει. Το ύψος αυτών των υποχρεώσεων αντιστοιχεί σε σημερινές τιμές γύρω στα 100 δισ. ευρώ! Δηλαδή σχεδόν το ένα τρίτο του σημερινού δημόσιου χρέους. Αυτές αποτέλεσαν τη βάση της δυναμικής του σημερινού χρέους, που είναι πλέον αδύνατο να αποπληρωθεί.
Ο γνωστός ιστορικός της περιόδου Ζορζ Μεϊνό παρατηρούσε ότι ο «εξαναγκασμός της χώρας ν’ αναλάβη την εξυπηρέτηση του δη­μοσίου της χρέους, υποχρέωση με αμφίβολη ηθική βασιμότητα», αποκτά εκ των πραγμά­των «δυσάρεστο χαρακτήρα για την οικονο­μική κατάσταση μιας χώρας από την στιγμή που η κυβέρνησή της είναι υποχρεωμένη να συνάπτη νέα χρέη για να εξασφαλίση την υπηρεσία των παλαιών» αυτά γράφονταν το 1964.

Από τη χούντα στον Καραμανλή
Η χούντα κατόπιν θεσμοθέτησε ως αναπόφευκτη την πολιτική υπερχρέωσης ισχυριζόμενη ότι «ο συνεχώς διογκούμενος δανεισμός από την ξένην κεφαλαιαγοράν ακολουθεί ως αναπόφευκτον δυσμε­νές σύνδρομον αυτής της ανωμαλίας (σ.σ.: του ελλειμματικού ισο­ζυγίου πληρωμών), καθιστών ακόμη στενωτέραν την εξάρτησιν από το εξωτερικόν. Και το τελευταίον αυτό αποτελεί την πλέον εντυπωσι-ακήν ομοιότητα μεταξύ των μικρών εθνικών οικονομικών μονάδων» («Ελεύθερος Κόσμος», 29.12.1968).
Με άλλα λόγια, ως τυπική Ψωροκώσταινα, η Ελλάδα δεν μπορεί να αποφύγει τον δυσμενή δανεισμό από τη διεθνή κεφαλαιαγορά. Ό,τι δηλαδή ισχυρίζονται και οι σημερινοί κυβερνήτες.
Με τη μεταπολίτευση οι κυβερνήσεις Καραμανλή του πρεσβύτε­ρου όχι μόνο αναγνώρισαν τα κρυφά και φανερά χρέη της χούντας, αλλά συνέχισαν στον ίδιο καταστροφικό δρόμο. Ο υφυπουργός Συ­ντονισμού Στ. Δήμας διευκρίνιζε ότι «η χώρα μας… θα συνεχίσει για αρκετά ακόμη χρόνια να έχει την ανάγκη προσφυγής στον εξωτερικό δανεισμό…» («Ναυτεμπορική», 20.10.1979).
Ενώ ο κ. Μητσοτάκης, ως υπουργός Συντονισμού, δήλωνε υπερη­φάνως: «Όλοι επιδιώκουν να μας δανείσουν!» (ό.π.). Και πώς να μην επιδιώκουν να μας δανείσουν, όταν κάθε σύμβαση δανείου, ιδίως από το εξωτερικό, συνοδευόταν με προνομιακούς όρους αποπληρωμής και ταυτόχρονα με δεσμεύσεις αγοράς προϊόντων, βιομηχανικών και άλλων, από την πιστώτρια χώρα;
Κι ενώ ο ελληνικός λαός, από τον «γύψο» της χούντας, έμπαινε στον «γύψο» της μόνιμης λιτότητας επί μεταπολίτευσης, οι κυβερνήσεις Καραμανλή ανακάλυπταν ένα νέο κόλπο για να φορτώνουν με χρέητο Δημόσιο. Αντί να δανείζεται η κεντρική κυβέρνηση, έβαζαν τις δη­μόσιες επιχειρήσεις και τις κρατικές τράπεζες να δανείζονται, για να καλύπτονται οι «μαύρες τρύπες» στον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά και να τροφοδοτούνται με «δανεικά και αγύριστα» οι μεγαλοβιομήχα­νοι και οι κρατικοδίαιτοι μεγαλοεπιχειρηματίες της εποχής.
Έτσι εντέχνως εμφανιζόταν ο δημόσιος δανεισμός να είναι πε­ριορισμένος, την ίδια στιγμή που οι δημόσιες επιχειρήσεις και οι τράπεζες φορτώνονταν με χρέη έως και 10 φορές την κεφαλαια­κή τους σύνθεση.
Η εποχή Ανδρέα Παπανδρέου
Το 1981 η πλειονότητα του ελληνικού λαού πίστεψε ότι θα απαλ­λάξει τη χώρα από αυτόν τον βραχνά και ανέδειξε στην κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ, το οποίο είχε υποσχεθεί «σεισάχθεια» για τα χρέη και τιμωρία για τους ενόχους της εξωτερικής υπερχρέωσης της χώρας. Δυστυχώς όμως οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ανακάλυψαν στον δανεισμό ένα καλό εργαλείο για να εξαναγκάσουν τον λαό να πορευτεί στον ίδιο καταστροφικό κατήφορο.
Μάλιστα ο ίδιος ο Α. Παπανδρέου στην 9η Σύνοδο της Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ το 1983 ανακάλυ­πτε ότι λόγω της κρίσης:
«Η Ελλάδα θα πρέπει να στηριχτεί αρκετά στον εξωτερικό δανεισμό, όχι περισσότερο από πριν, αλλά τουλάχιστον όσο πριν. Και εδώ είναι το κλειδί της ιστορίας. Εάν η οικονομία σου δεν κριθεί φερέγγυα, με κάποια έννοια του νοικοκύρη, θα αναγκαστείς να πας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και να χτυπήσεις την πόρ­τα του. Και αυτοί θα σου δώσουν. Αλλά υπό τον όρο πλέον ότι αυτοί θα επιβάλουν – εκείνοι σε σένα – την οικονομική πολιτική της κυβέρνη-σής σου. Και αυτό σημαίνει: Τέρμα το σοσιαλι­στικό πείραμα».
Το σκηνικό της προσφυγής στο ΔΝΤ άρχισε να στήνεται από την εποχή που ο Α. Παπανδρέ­ου έκανε την ιστορική ανακάλυψη ενός «σοσι­αλιστικού πειράματος» με δανεικά και μάλιστα χρωστούμενα στις ξένες κεφαλαιαγορές. Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ όχι μόνο αποδέχτηκαν να συνεχίσουν την αποπληρωμή όλων των προηγούμενων ληστρικών δανειακών συμ­βάσεων, αλλά ξεκίνησαν και τον δικό τους καταστροφικό κύκλο υπερχρέωσης.
Για παράδειγμα, φρόντισαν να φορτώσουν στον κρατικό προϋ­πολογισμό τις αποκαλούμενες «προβληματικές επιχειρήσεις», αυτές δηλαδή που είχαν λεηλατήσει οι ιδιοκτήτες τους με την αμέριστη βοήθεια των «δανεικών κι αγύριστων» των κυβερνήσεων Καραμανλή. Όχι μόνο φόρτωσαν στο κράτος τα τεράστια ιδιωτικά χρέη που είχαν συσσωρεύσει αυτές οι επιχειρήσεις, αλλά τις κρά­τησαν για σχεδόν μια δεκαετία ουσιαστικά ανενεργές ή σε κατά­σταση σκόπιμης υπολειτουργίας, πληρώνοντας μέσω του Οργα­νισμού Ανασυγκρότησης των Επιχειρήσεων (ΟΑΕ) τους μισθούς των εργαζομένων σ’ αυτές με αντάλλαγμα την ψήφο τους.
Με τον τρόπο αυτόν όχι μόνο κατέστρεψαν την αφρόκρεμα των παραγωγικών επιχειρήσεων της ελληνικής οικονομίας εκείνης της εποχής, όχι μόνο εκμαύλισαν συστηματικά το πιο παραγωγικό εργατικό δυναμικό της χώρας, αλλά μετασχημάτισαν τη ληστεία των προβληματικών σε ένα τεράστιο δημόσιο χρέος. Τελικά, άλλες τις έκλεισαν και άλλες τις πούλησαν για παλιοσίδερα.
Κι όχι μόνο αυτό. Ο εναγκαλισμός των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ με την τότε ΕΟΚ είχε ως αντάλλαγμα τα Μεσογειακά Ολοκληρω­μένα Προγράμματα (ΜΟΠ), τα οποία αποτέλεσαν την απαρχή των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων προς τη χώρα, έχοντας ευθύς εξαρχής σκοπό να εκμαυλίσουν και να διαφθείρουν πλατιά κοινω­νικά στρώματα, ώστε να αποδεχτούν την υποταγή της χώρας στην «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση».
Προκειμένου οι αγρότες να μη φωνάζουν για την αδιάθετη πα­ραγωγή τους, τους έμαθαν να νοιάζονται μόνο για τα θαφτικά των χωματερών και τις επιδοτήσεις άνευ αντικρίσματος. Προκειμένου η επαγγελματική διανόηση να μη διαμαρτύρεται για τη μάστιγα της ανεργίας, της υποαπασχόλησης και της ετεροαπασχόλησης, τους έμαθαν να βολεύονται με τα κοινοτικά προγράμματα. Έτσι έκαναν τη δουλειά τους ανενόχλητοι και οι ποικίλοι επιτήδειοι του κομματικού μηχανισμού που συντηρούν ανέκαθεν και αναπαρά­γουν την εξουσία. Έτσι, για κάθε 100 ευρώ κοινοτικών επιχορηγή­σεων, το δημόσιο χρέος αυξανόταν κατά 250.
Οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ αδιαφόρησαν πλήρως για την εκτί­ναξη των εξωτερικών ελλειμμάτων, στην οποία συνέβαλε αποφασι­στικά πρώτα η ΕΟΚ και αργότερα η Ε.Ε. Πώς αντιμετώπισαν αυτήν την εκτίναξη; Με τον πολύ παραδοσιακό τρόπο. Με επιστροφή, από το 1984 και μετά, στη μονόπλευρη λιτότητα και φυσικά στην έξαρση του δημόσιου δανεισμού.
Την εποχή εκείνη πλήθαιναν οι προειδοποιήσεις για τον εκτρο­χιασμό του δημόσιου χρέους, ειδικά του εξωτερικού. Ο ακαδημα­ϊκός Άγγελος Αγγελόπουλος προειδοποιούσε ότι το 75% των νέων δανείων χρησιμοποιείται για την εξυπηρέτηση των παλιών και επομένως «είναι πολύ αμφίβολο αν κατά τα προσεχή έτη η Ελλάς θα μπορεί να δανείζεται τόσο σημαντικά ποσά δίχως παρεμβάσεις διεθνών οργανισμών, δίχως δεσμεύσεις έναντι των δανειστών και δίχως υποθήκευση του οικονομικού μέλλοντος της χώρας» («Το Βήμα», 15.9.1985).
Το 1986 πρώτη φορά στο ΔΝΤ…
Η προειδοποίηση του Αγγελόπουλου δεν άργησε να επαλη­θευτεί. Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, αδυνατώντας να δανειστεί από το εξωτερικό, προσέφυγε το 1986 στην ΕΟΚ. Οι Βρυξέλλες ανταποκρίθηκαν με δάνειο της τάξης των 1,75 δισ. Ευρωπαϊκών Νομισματικών Μονάδων, το οποίο θα δινόταν σε δυο δόσεις «μετά από ανασκόπηση εκ μέρους της Νομισματικής Επιτροπής του ΔΝΤ της πορείας της ελληνικής οικονομίας κατά το 1986», όπως σημείωνε η έκθεση του ΔΝΤ εκείνη τη χρονιά.
Ήταν η πρώτη φορά που οι Βρυξέλλες έστελναν την Ελλάδα στο ΔΝΤ με μοχλό τον δανεισμό. Το τι ζητούσε το ΔΝΤ για να εγκρίνει τον εξωτερικό δανεισμό της ελληνικής κυβέρνησης ήταν αυτονόητο: «σταθερή εισοδηματική πολιτική ώστε να περιορι­στεί η αύξηση του κόστους εργασίας συνοδευόμενη από αυστη­ρή νομισματική και οικονομική πολιτική…» («Ναυτεμπορική», 24.8.1986). Δηλαδή περικοπές μισθών, περικοπές δαπανών, άνοιγ­μα των αγορών, ιδιωτικοποιήσεις κ.ο.κ.
Αυτός που ανέλαβε να διεκπεραιώσει τις έξωθεν «υποδείξεις» ήταν ο γνωστός κ. Σημίτης, ο οποίος, ως υπουργός Οικονομικών, υπο­στήριζε το 1986 ότι «η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου οδήγησε σε αύξηση του εξωτερικού χρέους της χώρας». Επομένως «πρόγραμμα για τη συγκράτηση του εξωτερικού χρέους, χωρίς συγκράτηση της εγχώριας ενεργού ζήτησης, δεν μπορεί να υπάρξει» («Εξόρμηση», 7.2.1986) Τι φταίει λοιπόν για τον δανεισμό; Το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων. Τσακίστε το. Αυτή ήταν η φιλοσοφία Σημίτη.
Αυτό που ακολούθησε ήταν ουσιαστικά δυο δεκαετίες αυ­στηρής λιτότητας, ανοίγματος των αγορών, ιδιωτικοποιήσεων, απορρύθμισης των πάντων κ.ο.κ. Το αποτέλεσμα ήταν η Ελλάδα να γίνει το λατρεμένο παιδί των διεθνών κεφαλαιαγορών και να δανείζεται ασύστολα. Το δημόσιο χρέος και η εξυπηρέτησή του εκτινάσσονται στα ουράνια.
Όσο έβρισκε δάνεια καμιά κυβέρνηση δεν νοιάστηκε για το δημόσιο χρέος. Ούτε ο Μητσοτάκης ούτε ο Α. Παπανδρέου ούτε ο Σημίτης ούτε κι ο Καραμανλής. Κι όσο συμπίεζαν μισθούς και συντάξεις, όσο άνοιγαν όλο και περισσότερο τις αγορές, όσο ξε­πουλούσαν και ιδιωτικοποιούσαν το σύμπαν, τόσο περισσότερο πίστευαν ότι θα βρίσκουν εσαεί να δανείζονται όσα ήθελαν, ανε­ξάρτητα από το ύψος του δημόσιου χρέους.
Κι έτσι φτάσαμε εδώ που είμαστε σήμερα, με μια διαλυμένη οικο­νομία, ένα χρεοκοπημένο κράτος και υπό καθεστώς κατοχής. Κι αντί να καθίσουμε στο σκαμνί τους αρχιτέκτονες αυτής της καταστρο­φής, τον κ. Μητσοτάκη, τον κ. Σημίτη και όλους τους υπόλοιπους, τους ανεχόμαστε να βγαίνουν δημόσια και να διαγκωνίζονται για νέους ρόλους στη «νέα μεταπολίτευση» που σχεδιάζουν οι επικυρί-αρχοι πάνω στο πτώμα της χώρας και του λαού της.

Διαβάστε περισσότερα...

Πέμπτη 24 Ιουνίου 2010

Σε αδιέξοδο ο κινηματίστικος οικονομισμός. Μόνη λύση η πολιτική κλιμάκωση του αγώνα

Πως χάθηκε η μάχη της προπαγάνδας. Όταν από τις αρχές του χρόνου οι πάντες συνειδητοποιούσαν ότι ο κίνδυνος χρεοκοπίας του ελληνικού κράτους ήταν προ των πυλών, η εγχώρια αριστερά σχεδόν στο σύνολό της επέμενε ότι όλα αυτά είναι ένα παραμύθι της κυρίαρχης προπαγάνδας, προκείμενου να παρθούν πίσω τα “κεκτημένα” της μεταπολεμικής περιόδου.

Όσοι σε αυτή την αριστερά κατανοούσαν τη φύση του προβλήματος, βρέθηκαν αντιμέτωποι με το ντουβάρι του απλοϊκού και εύπεπτου εργατισμού του ΚΚΕ και της υπόλοιπης συνδικαλιστόπληκτης αριστεράς που συνέχιζε να πολιτεύεται με το σλόγκαν “ότι χρήματα υπάρχουν”. Γιατί αν δεν υπάρχουν λεφτά που θα κάνεις οικονομικό αγώνα; Και ενώ η κυβέρνηση έβγαζε τα νούμερα στον αέρα, δίνοντας και τις δικές της λύσεις, (μείωση μισθών, συντάξεων, απελευθέρωση απολύσεων, κατάργηση βασικού, σύνταξη στα 70 με 40 χρόνια εργασία κλπ.), ως μονόδρομο για τη μείωση του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων, η αριστερά έμοιαζε με τον τρελό του χωριού που δεν καταλαβαίνει για τι ακριβώς συζητάμε.Το αποτέλεσμα αυτών των χειρισμών στους κρίσιμους αυτούς μήνες ήταν η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη να κερδίσουν κατά κράτος την αριστερά και τα συνδικάτα στο επίπεδο της προπαγάνδας και επομένως της ιδεολογικής προετοιμασίας για την αποδοχή των αντεπαναστατικών κοινωνικών μέτρων ως “αναγκαίων για να σωθεί η χώρα, οι μισθοί και οι συντάξεις”. Η κυβέρνηση παραδεχόταν, πριν την αριστερά, ότι “έχουν κλαπεί λεφτά, ότι κάποιοι κονόμησαν σε βάρος του δημοσίου και των πολλών, ότι το πολιτικό σύστημα ήταν πελατειακό πράγμα που γένναγε τη διαφθορά, ότι τα μέτρα είναι άδικα, αλλά δεν γίνεται αλλιώς δεν έχουμε άλλο δρόμο, αν δεν τα πάρουμε το μαγαζί βάζει λουκέτο”. Η κυβέρνηση έχτισε την πολιτική της πάνω στην πραγματικότητα της επικείμενης κατάρρευσης και αυτό της έδωσε το συγκριτικό πλεονέκτημα για να επικρατήσει ιδεολογικά ενώ κανονικά θα έπρεπε να ηττηθεί με νοκ άουτ στο πρώτο δευτερόλεπτο. Την ίδια ώρα, και ενώ ο κόσμος ανησυχούσε για τη δουλειά του, για το αν θα πληρωθεί τον επόμενο μήνα, για το αν θα δημευτούν οι καταθέσεις, για το αν θα βρεθεί η χώρα εκτός ευρωζώνης, για το τι σημαίνει χρεοκοπία, η οκνηρή αριστερά αντί να ανοίξει τη βεντάλια δίνοντας τις δικές της απαντήσεις συνέχιζε να επαναλαμβάνει το συνδικαλιστικό της τροπάρι, αποδεικνύοντας τελικά πόσο αργόστροφα και συντηρητικά είναι τα ηγετικά της επιτελεία.Κάνει ο συνδικαλισμός για όλες τις δουλειές;Ο χρόνος στην πολιτική, ιδιαίτερα σε στιγμές εμπόλεμες σαν αυτές που ζούμε εδώ και λίγους μήνες, μπορεί να είναι καθοριστικός. για την τελική έκβαση της μάχης. Και μέχρι στιγμής η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων, σε αντίθεση με την αριστερά, το εργατικό κίνημα και γενικά τον κόσμο της εργασίας που τρέχουν να προλάβουν τα απανωτά χτυπήματα του αντιπάλου. Ουσιαστικά οι γραμμές άμυνας σπάνε η μια πίσω από την άλλη, και δεν χρειάζονται δικαιολογίες τύπου Marfin γι’ αυτό. Από την αρχή του χρόνου οι συνδικαλιστικές ηγεσίες -ως ειδήμονες του θέματος, αφού τάχα πρόκειται για τα κεκτημένα- απειλούν ότι “αν τολμήσει” η κυβέρνηση να αγγίξει το τάδε θα γίνει χαμός, το άλλο casus beli, το δείνα “θα της κοπούν τα χέρια” κ.ο.κ. Τελικά η κυβέρνηση τα αγγίζει όλα μέχρι που έχουμε χάσει τη μπάλα. 14ος,,13ος, μειώσεις μισθών και συντάξεων, χιλιάδες απολύσεις και έρχονται κι άλλες στο δημόσιο, σύνταξη στα 65 και ίσως στα 70, οι συντάξεις στο μισό και πιο κάτω και όχι από το ’18 αλλά από το ’13 αλλά ίσως και από το ’11, μειώσεις 6% το χρόνο για όσους βγουν πιο γρήγορα από τα νέα όρια, βασικός για τους νέους αλλά και για τους παλιούς “μαθητείας” στα 550€ και που ‘σαι ακόμα.Αυτό λέγεται κοινωνική αντεπανάσταση μέσα στα μούτρα μας και οι συνδικαλιστές μας συνεχίζουν να απειλούν για τα επόμενα μέτρα. Για να το πούμε διαφορετικά. Είναι σαν να σου σπάει κάποιος την πόρτα και να μπουκάρει στο σπίτι σου για να σε καθαρίσει και εσύ αντί να του σπάσεις το κεφάλι -νόμιμη αυτοάμυνα- του δείχνεις το σύνταγμα και τον απειλείς για τις συνέπειες που θα έχει από την παραβίαση του οικιακού ασύλου. Αλλά τι να περιμένει κανείς από μια αριστερά που το μόνο που ξέρει είναι να ξεποδαριάζεται πάνω κάτω στη Σταδίου και την Πανεπιστημίου και να κηρύσσει με τη σέσουλα συνδικαλιστικές “γενικές απεργίες”, τη στιγμή που θα έπρεπε να κηρύξει ανένδοτο πολιτικό αγώνα μέχρι να φύγει η κυβέρνηση των τοκογλύφων με κλοτσιές από τη χώρα. Να δούμε πόσοι μήνες θα περάσουν μέχρι να καταλάβουμε ότι η συνδικαλιστική γραμμή άμυνας έχει τρυπήσει από την πρώτη μέρα και δεν υπάρχει κανένας λόγος να εναποθέτουμε πλέον εκεί τις ελπίδες μας για αντεπίθεση του κινήματος.Είναι τουλάχιστον αστείο όταν αναλύουμε την κρίση σαν δομική, συστημική, κ.ο.κ. να μιλάμε σαν μαρξιστές και όταν θέλουμε να δράσουμε να μεταμορφωνόμαστε σε συνδικαλιστές της δεκάρας που το μοναδικό μας μέλημά είναι να υπερασπίσουμε τα “κεκτημένα” της δεκαετίας του 60 και του 70. Είναι τουλάχιστον γελοίο να λέμε ότι ο καπιταλισμός βρίσκεται σε τέλμα και το μόνο που έχουμε να πούμε είναι “αντίσταση και πάλη”. Η αντίσταση έχει ένα νόημα όταν το σύστημα είναι λειτουργικό, και τότε όντως υπάρχουν τα περιθώρια για μια μέση λύση με το κεφάλαιο, όπως επίσης και για μεταρρυθμιστικούς πειραματισμούς. Τώρα δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα και αυτό σχεδόν το παραδέχονται όλες οι πλευρές και πάνω απ’ όλα η κυβέρνηση που ορθά κοφτά δηλώνει ότι είμαστε σε πόλεμο.“Μα η αριστερά δεν μιλάει μόνο για αγώνες, τόσες προτάσεις ακούγονται για το πώς μπορεί να ξεπεραστεί η κρίση”. Όντως τα αριστερά blogs έχουν πάρει φωτιά και οι συζητήσεις “επιστημόνων και οικονομολόγων” γίνονται με φρενήρη ρυθμό. Στάση πληρωμών ο ένας, αναδιάρθρωση του χρέους ο άλλος. Ευρωομόλογο ο ένας, έξω από την ευρωζώνη ο άλλος. Μα αν φύγουμε από την ευρωζώνη ο ένας θα γίνει υποτίμηση ο άλλος, μα αν γίνει υποτίμηση ο ένας θα πέσουν οι μισθοί ο άλλος και θα ανέβει το χρέος ο επόμενος. Μα στάση πληρωμών δεν λεει κι ο Ανδριανόπουλος ο ένας, μα και έξω από την ευρωζώνη δεν μας λεει και ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Μα αναδιάρθρωση του χρέους λεει και το ΔΝΤ ο ένας, μα χωρίς δικό σου νόμισμα δεν γίνεται τίποτα λεει ο άλλος.Βγήκε όμως κάποιο συμπέρασμα από όλα αυτά; Προφανώς όχι. Μετά το over dose, το πρώτο πανό στις πορείες συνεχίζει να λεει πάρτε τα μέτρα πίσω και να πληρώσουν οι πλούσιοι. Στις κινητοποιήσεις δεν ακούγεται ούτε μισό σύνθημα για αυτό που συμβαίνει τώρα, παρά τα γνωστά διαχρονικά συνθήματα “εμπρός λαέ”, “αγώνας διαρκείας” κ.ο.κ. Είναι φανερό ότι για την αριστερά και δυστυχώς και για τον κόσμο της, όλα αυτά δεν έχουν κάποιο νόημα για να καταλήξουμε σε έναν άξονα πάλης αλλά για να εμπλουτίσουμε τις γνώσεις μας γύρω από τα δημόσια οικονομικά. Και επειδή τελικά παθαίνουμε κλακάζ από τις αντικρουόμενες απόψεις των “ειδικών επιστημόνων οικονομολόγων”, στο τέλος επιστρέφουμε στη σιγουριά του να “πληρώσουν οι πλούσιοι” και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα.Αν η κατανόηση εκ μέρους της αριστεράς ότι η κρίση του χρέους δεν είναι ιδεολόγημα, πήρε μερικούς μήνες, η συνειδητοποίηση ότι χρειάζεται γι’ αυτό ένας συγκεκριμένος πολιτικός επανεξοπλισμός που να απαντάει στο ζήτημα, όχι με εκθέσεις ιδεών αλλά, με θέσεις μάχης θα πάρει μερικά χρόνια, αν δεν αλλάξουμε επειγόντως τρόπο σκέψης.Χρέος και σύστημαΛοιπόν επανερχόμαστε στο κεντρικό ζήτημα της περιόδου που για όσους δεν το έχουν ακόμα καταλάβει λέγεται κρίση του χρέους. Προς το παρόν μιλάμε για το δημόσιο χρέος, αλλά στις άμεσες προοπτικές είναι και το ιδιωτικό το οποίο είναι για την Ελλάδα τουλάχιστον άλλο τόσο όσο και το δημόσιο. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι η καταιγίδα μέτρων που είναι σε εξέλιξη έχει ως σκοπό τη μείωση των ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού που με τη σειρά της θα οδηγήσει στη μείωση του δημόσιου χρέους. Ωστόσο την ίδια στιγμή ακόμα και το ΔΝΤ δηλώνει ευθαρσώς ότι το χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται για τα επόμενα χρόνια (150% του ΑΕΠ το 2013) και αν όλα πάνε κατ’ ευχή θα πέσει στα σημερινά επίπεδα (120% του ΑΕΠ το 2020). Επομένως θα υποστούμε όλες αυτές τις συνέπειες των μέτρων για να καταλήξουμε σε 10 χρόνια εκεί που είμαστε σήμερα. Και αντί να τους πιάσουμε στις ντομάτες καθόμαστε και συζητάμε.Στην πραγματικότητα όλοι αυτοί που ανησυχούν με τα κρατικά χρέη και τα ελλείμματα το μόνο που τους απασχολεί είναι αφενός να συνεχίσουν να εισπράττουν ανελλιπώς τους τόκους από τα ομόλογα που έχουν επενδύσει και αφετέρου να εξασφαλίσουν αν όχι ολόκληρο το κεφάλαιο που έχουν επενδύσει τουλάχιστον ένα αξιοπρεπές ποσοστό του. Ακριβώς αυτό επιτυγχάνουν τόσο με το “μηχανισμό” των 110 δις ευρώ από ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ, που εξασφαλίζει για 2 χρόνια την αναχρηματοδότηση του ελληνικού χρέους, όσο και με το σχέδιο των 750 δις που εκπόνησε εδώ και δυο βδομάδες η ΕΕ όπου η ΕΚΤ θα μπορεί να αγοράζει τοξικά ομόλογα. Πρόκειται στην ουσία για ένα δεύτερο σχέδιο δια-κρατικής διάσωσης των τραπεζών που είναι εκτεθειμένες σε ομόλογα των χωρών του ευρωπαϊκού νότου αλλά και άλλων χωρών όπως η Αγγλία και η Ιρλανδία που ενδεχομένως δεν θα μπορούν στο άμεσο μέλλον να ανταποκριθούν στην εξυπηρέτησή του. Στα πλαίσια αυτά γίνεται και συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους όπου ένα μέρος θα επωμιστούν τα κράτη της ΕΕ που θα εγγυηθούν γι’ αυτό ή θα έχουν αγοράσει μέσω της ΕΚΤ ένα μέρος του από τις ιδιωτικές τράπεζες οι οποίες και αυτές με τη σειρά τους θα δεχθούν να εισπράξουν ένα μέρος από τα ομόλογα που έχουν στα χέρια τους, π.χ. 70 λεπτά για κάθε ευρώ.Για να το πούμε με μαρξιστικούς όρους, το ζήτημα είναι η διάσωση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, πάνω στο οποίο αφενός βασίζεται η καπιταλιστική επέκταση τα τελευταία 20 χρόνια και αφετέρου βρίσκονται αποθηκευμένα πλασματικά κεφάλαια σε επισφαλή προϊόντα αμύθητης αξίας που ξεπερνά ίσως και τα 600 τρις δολάρια. Οι κάτοχοι αυτών των κεφαλαίων τα τελευταία χρόνια είχαν βρει τον τρόπο να επιτυγχάνουν απίστευτα ποσοστά κέρδους καθιστώντας κάθε άλλη επενδυτική δραστηριότητα στην πραγματική οικονομία σκέτο βίτσιο. Τα κεφάλαια αυτά που τα διαχειρίζονται τράπεζες και διάφορα hedge funds, όλα αυτά τα χρόνια έκατσαν σαν βδέλλες πάνω στα κεφάλαια που δραστηριοποιούνταν στην πραγματική οικονομία με αποτέλεσμα είτε να τα ελέγξουν είτε να τα εξολοθρέψουν. Το είδος αυτό καπιταλιστικής επιχειρηματικότητας πέρα από την παρασιτική του φύση δημιουργεί και ένα συγκεκριμένο είδος λούπμεν καπιταλιστή τοκογλύφου, που έχει χάσει εντελώς την επαφή του με την κοινωνία αφού δεν συμμετέχει σε καμία πραγματική οικονομική διαδικασία. Σε αντίθεση με τον παραδοσιακό βιομήχανο που έχει επαφή με προϊόντα, εργάτες, πελάτες και εν πάση περιπτώσει με πραγματικές αξίες και πλούτο. Και επομένως ακόμα και από τη θέση του εκμεταλλευτή που οικειοποιείται την υπεραξία του εργάτη, συνεχίζει να έχει μια αίσθηση κοινωνικής ευθύνης. Ο επενδυτής στο χρηματοπιστωτικό τζόγο είναι εντελώς ένα ανεύθυνο παράσιτο που δεν καταλαβαίνει τίποτα πέρα από το να έρχονται κάθε μήνα οι τόκοι. Μοιάζει περισσότερο με αριστοκράτη του μεσαίωνα που μαζεύει φόρους πάρα με έναν καπιταλιστή που τρώγεται για μπίζνες.Μια βασική πηγή κέρδους αυτών των κεφαλαίων εκτός των άλλων είναι η αγορά ομολόγων. Από την κρίση που ξέσπασε το 2008 με τα επισφαλή στεγαστικά δάνεια και τα τοξικά παράγωγά τους μέχρι την κρίση του κρατικού χρέους, η κερδοφορία αυτών των κεφαλαίων πέφτει κατακόρυφα. Στη μαρξιστική ορολογία αυτό λέγεται κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου. Τεράστια δηλαδή κεφάλαια με πτωτική κερδοφορία, τέτοια που να θέτει σε αμφισβήτηση την πραγματική αξία αυτών των κεφαλαίων. Αυτός είναι και ο λόγος που οι κάτοχοί τους βιάζονται να τα ξεφορτωθούν αντικαθιστώντας τα με πιο σίγουρες αξίες, όπως χρυσό, γη κ.ο.κ. Και ενώ τα γελοία ανθρωπάκια των οίκων αξιολόγησης και των μεγάλων τραπεζών μέχρι και οι εγχώριες δευτεράντζες του Σκαι και του Μega έχουν φαγωθεί για “το αδηφάγο κράτος που δεν αφήνει τους ιδιώτες να ξεσκιστούν στις επενδύσεις”, ο μόνος τρόπος τελικά για να διασωθεί όλο αυτό το παρασιτικό καρκίνωμα είναι να εγγυηθούν τα ίδια τα κράτη για την κερδοφορία τους και τελικά για την αξία των κεφαλαίων τους. Το πραγματικό πρόβλημα εν ολίγοις δεν είναι τόσο το κρατικό χρέος, όσο τι θα απογίνει ο πύργος με τα 600 δις $ τραπουλόχαρτα, ο οποίος αν καταρρεύσει θα συμπαρασύρει μαζί του το σύστημα στο σύνολό του. Γιατί ο καπιταλισμός σήμερα και όχι γενικά, είναι αυτός ο πύργος και τίποτα περισσότερο. Όλα περιστρέφονται γύρω απ’ αυτόν, από τις δεδομένες νομισματικές ισορροπίες, από τα δολάριο, το ευρώ, τους οργανισμούς όπως το ΔΝΤ, η παγκόσμια τράπεζα, η ομοσπονδιακή των ΗΠΑ, η ΕΚΤ, η ΕΕ, η ευρωζώνη. Ο καπιταλισμός μπορεί να βασίζεται στην εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης και στην ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής αλλά κάθε φορά είναι μια συγκεκριμένη πραγματικότητα που εκφράζεται στο εποικοδόμημα με μηχανισμούς που στηρίζουν αυτή την πραγματικότητα και επίσης σε ένα συσχετισμό ανάμεσα στις τάξεις και τα έθνη. Υπό αυτό το πρίσμα μια κατάρρευση του ευρώ, η μερικών τραπεζών πυλώνων του συστήματος μπορεί να είναι και η συντέλεια για το καπιταλισμό όπως τον ξέρουμε τις τελευταίες δεκαετίες.Τι λέμε τώραΣτο δια ταύτα τώρα. Λέμε ότι δεν θέλουμε να πληρώσουμε εμείς τα ασπασμένα. Αυτό είναι σωστό αν το λέμε σαν εργάτες. Βεβαίως δεν θέλουμε να μειωθεί η αξία της εργατικής μας δύναμης γιατί πολύ απλά δεν θα μπορέσουμε να επιβιώσουμε. Και να θυμίσουμε ότι η επιβίωση είναι σχετικό μέγεθος και συνάρτηση των υποχρεώσεων που έχουμε αναλάβει και όχι απόλυτο μέγεθος, ίδιο στην Αθήνα και ίδιο στην Καλκούτα.Σαν πολίτες όμως και σαν αριστεροί δεν φτάνει. Εδώ πρέπει να μιλήσουμε πολιτικά και όχι ως διαμαρτυρόμενοι που ενδιαφερόμαστε μόνο για το μεροκάματο χωρίς να μας απασχολεί “πού θα βρεθούν τα λεφτά”. Και να θυμίσουμε σε μερικούς που διαρκώς το ξεχνάνε ότι οι επαναστάσεις που αλλάζουν τις κοινωνίες δεν γίνονται ως κλιμάκωση της διαμαρτυρίας των από κάτω, αλλά όταν αυτοί υπερβούν την κοινωνική τους κατάσταση και σκεφτούν πολιτικά, παίρνοντας τις τύχες της κοινωνίας στα χέρια τους και ότι συνεπάγεται απ’ αυτό. Το να σκεφτούμε λοιπόν σήμερα που θα βρεθούν τα λεφτά δεν το κάνουμε για να συμπάσχουμε με την αστική τάξη, αλλά για να προτείνουμε το δικό μας δρόμο που αφορά όχι μόνο τη διάσωση των εργατικών μισθών αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας σε κόντρα με τα καπιταλιστικά συμφέροντα.Ποια όμως είναι σήμερα τα καπιταλιστικά συμφέροντα; Σε γενικές γραμμές κάθε επιχειρηματίας εκφράζει τα δικά του καπιταλιστικά συμφέροντα. Ωστόσο το κέντρο βάρους είναι το χρηματιστικό κεφάλαιο. Εδώ βρίσκεται ο πυρήνας της κοινωνικής αντεπανάστασης που εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς εδώ και 3-4 μήνες και όχι πλέον μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη σχεδόν την Ευρώπη. Ο όρος κοινωνική αντεπανάσταση δεν είναι λογοτεχνικός αλλά απολύτως ουσιαστικός και ακριβής. Η ζωή μας από δω και πέρα δεν θα έχει σχέση με αυτό που έχουν ζήσει όλες οι γενιές που βρίσκονται ακόμα εν ζωή. Μιλάμε για τις γενιές από τον πόλεμο και δώθε. Δεν χρειάζεται να περιγράψουμε αυτό που έρχεται. Όποιος διαβάζει αυτό το άρθρο προφανώς είναι ενημερωμένος.Λέμε λοιπόν να πληρώσει το κεφάλαιο. Αυτό τι σημαίνει συγκεκριμένα; Μήπως να πληρώσει τα τοκοχρεολύσια; Τι ζητάμε δηλαδή, οι τράπεζες και οι εφοπλιστές να τα βγάλουν από τη μία τσέπη και να τα βάλουν στην άλλη; Και πώς θα γίνει αυτό; Αυξάνοντας τη φορολογίας τους; Και από πότε θα αυξηθεί; Προφανώς από δω και πέρα γιατί αναδρομικά είναι αδύνατο να φορολογηθούν. Α ναι ξεχάσαμε τους “ανείσπραχτους φόρους”. Σαν αυτούς που χρωστάει ο Τόλης, ο Βαζαίος και διάφοροι άλλοι. Όλα αυτά δεν τα λέμε με καμία διάθεση ειρωνείας. Αυτό όμως που λέμε είναι ότι τα γενικά συνθήματα πρέπει να γίνουν συγκεκριμένα. Το να πληρώσει μια τάξη, αν δεν είναι απλώς ανέξοδη προπαγάνδα, έχει νόημα μόνο αν λέμε πως. Αλλιώς πως θα πληρώσει, ποιος θα αποφασίσει τον τρόπο, τα μέσα, τους χρόνους που θα γίνει αυτό. Και αφού πληρώσει, να πάνε που; Ας πούμε ότι βρίσκουμε τα λεφτά που λεει και το ΚΚΕ ότι υπάρχουν. Τι θα τα κάνουμε; Θα τα ρίξουμε στα τοκοχρεολύσια; Αυτά τα θεωρούμε ή δεν τα θεωρούμε κλεμμένα; Πρέπει ή δεν πρέπει να πληρωθούν; Και δεν εννοούμε σε μια μελλοντική “λαϊκή εξουσία” ή έστω “αριστερή προοδευτική διακυβέρνηση”. Μιλάμε για τώρα, με οποιαδήποτε κυβέρνηση.Εξηγούμαστε λοιπόν. Το ελληνικό κράτος φέτος θα πληρώσει 13 δις ευρώ σε τόκους, ανεξάρτητα από την αναχρηματοδότηση του χρέους. Του χρόνου θα πληρώσει το λιγότερο 16δις γιατί το χρέος θα εκτιναχτεί στα 340 ίσως και στα 350 δις από 298 που ήταν στο τέλος του 2009. Και για όσους αμφιβάλουν, θα πρέπει ίσως να γνωρίζουν ότι στις 31/3 σκαρφάλωσε ήδη στα 310 δις. Συν 12 δις σε 3 μήνες, παρά τα όσα ισχυρίζεται ο Παπακωνσταντίνου για συμμάζεμα των ελλειμμάτων. Η αριστερά και το συνδικαλιστικό κίνημα που θέλει να υπερασπίζεται τους μισθούς και τις κοινωνικές δαπάνες θα πρέπει να πάρει μια ξεκάθαρη στάση γι’ αυτό. Πληρώνουμε ναι ή όχι; Γιατί αν συνεχίσει το ελληνικό κράτος να πληρώνει τότε που θα βρεθούν τα λεφτά για μισθούς; Και μην πει κανείς πάλι από το κεφάλαιο γιατί προφανώς δεν αντιλαμβάνεται ότι η μεγαλύτερη αφαίμαξη υπεραξίας πλέον δεν πραγματοποιείται σε πρωτογενές επίπεδο μέσα στο εργοστάσιο, αλλά μέσα από τους τόκους που πληρώνουμε για το δημόσιο αλλά και για το ιδιωτικό χρέος. Οι τόκοι μάλιστα εκεί δεν είναι 4 και 5% αλλά φτάνουν ακόμα και το 20%. Εμείς λέμε ξεκάθαρα: Στάση πληρωμών εδώ και τώρα! Αμέσως θα εξοικονομηθούν 15 δις.Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να φορολογηθεί το κεφάλαιο, οι εφοπλιστές, οι τράπεζες, να μαζευτούν οι ανείσπρακτοι φόροι από τον Tόλη και το Βαζαίο, να σταματήσει η φοροδιαφυγή από γιατρούς και συναφή επαγγέλματα και να φέρουν οι μιζαδόροι τα κλεμμένα πίσω. Μόνο που αυτά θα χρειαστούν χρόνο. Χρόνο βεβαίως στο βαθμό που όλοι αυτοί παραμείνουν στη χώρα μετά απ’ όλα αυτά. Γιατί όσοι κινδυνολογούν για τη στάση πληρωμών, ότι θα φυγαδευτούν κεφάλαια στο εξωτερικό, ότι θα κοπεί η χρηματοδότηση, ότι δεν θα μπορούμε να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις, ότι θα απομονωθούμε, θα πρέπει να αναρωτηθούν γιατί όλα αυτά τα ενδεχόμενα που προκύπτουν αυτόματα και αβίαστα με τη “στάση” δεν προκύπτουν κατά τον ίδιο τρόπο με τη βαριά φορολογία στο κεφάλαιο και στα σύμμαχά του στρώματα. Ή μήπως νομίζουν ότι με μια φορολογία 45% επί των κερδών, οι επιχειρηματίες θα το ρίξουν στις επενδύσεις;Και γιατί όχι “επαναδιαπραγμάτευση του χρέους”;Αρκετές δυνάμεις εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ πολιτεύονται με την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, αλλά τσιμουδιά για τη στάση. Αρκετοί από αυτούς προτείνουν ταυτόχρονα και έξοδο από την ευρωζώνη. Ας τα δούμε ένα προς ένα.Καταρχήν η στάση είναι το πρώτο βήμα της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους. Έτσι την πρωτοβουλία κινήσεων την έχει αυτός που μονομερώς κηρύσσει στάση πληρωμών και μάλιστα τώρα που οι πιστωτές μας δεν έχουν κανένα μέτωπο μεταξύ τους. Να θυμίσουμε μόνο ότι ήδη οι γερμανικές τράπεζες είναι έξω φρενών με τις γαλλικές οι οποίες κάνοντας χρήση της απόφασης περί αγοράς κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ ξεφορτώνονται μαζικά ελληνικά ομόλογα, από τα 75-80δις που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους. Ενδεχομένως το ίδιο κάνουν ήδη και οι ελληνικές. Αγοράζοντας βεβαίως στη δευτερογενή αγορά τα ελληνικά ομόλογα η ΕΚΤ, μην πιστέψει κανείς ότι θα τη γλιτώσουμε. Έτσι τα πράγματα γίνουν πολύ χειρότερα, έχοντας για αντίπαλο όχι μερικές εμπορικές ιδιωτικές τράπεζες, αλλά έναν οργανισμό ή έστω δύο (ΕΚΤ-ΔΝΤ) που μαζεύουν το χρέος όχι για να μας το χαρίσουν, αλλά για να επιβάλλουν μέσα από επιπλέον νομοθετικές ρυθμίσεις ακόμα πιο επαίσχυντα ταξικά μέτρα. Να θυμίσουμε επίσης ότι πέρσι όταν ο Καραμανλής καθησύχαζε τους καταθέτες ότι εγγυάται για τις καταθέσεις τους στις τράπεζες και ταυτόχρονα ανακοίνωνε το σχέδιο των 28δις χρηματοδότησης και εγγυήσεων, πολλοί μπορεί να ησύχασαν. Να τώρα τα αποτελέσματα της “γενναιοδωρίας” του Καραμανλή. Αυτό ακριβώς θα γίνει και με την ΕΚΤ που σε λίγο θα την αναλάβει ο νυν πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ Αξελ Βέμπερ ο οποίος είναι τρις χειρότερος μονεταριστής από τον Τρισέ.Η επαναδιαπραγμάτευση πρέπει να γίνει τώρα, κηρύσσοντας πρώτα στάση πληρωμών, για δύο λόγους: Ο πρώτος είναι ο αιφνιδιασμός των πιστωτών, αναγκάζοντας τους να διαπραγματευτούν ξεχωριστά για να περισώσουν ότι μπορούν. Ο δεύτερος αφορά το μέγεθος του χρέους. Κάθε χρόνο μπορεί να αυξάνεται 10, 20 ή και 40 δις. Αν έχει ένα νόημα μια επαναδιαπραγμάτευση είναι τώρα στα 300 δις και όχι σε 5 χρόνια που το χρέος θα κοντεύει τα 500 δις. Επίσης υπάρχει και ένα τρίτο ζήτημα. Γιατί να συρθεί ο πιστωτής σε διαπραγμάτευση όσο συνεχίζει να εισπράττει τους τόκους; Μήπως γιατί θα συγκινηθεί από το δράμα του ελληνικού λαού; Τα παράσιτα του χρηματιστικού τοκογλυφικού κεφαλαίου, μόνο μια γλώσσα καταλαβαίνουν. Όταν δεν μπουν στους λογαριασμούς τους οι δόσεις. Τότε μπορεί και να σκεφτούν ότι κάτι δεν πάει καλά.“Μα, μα δεν θα μας ξαναδανείσουν… και πως θα πληρωθούν οι μισθοί;”Και τώρα πάμε στην κινδυνολογία, η οποία παρεμπιπτόντως διαδίδεται με αστραπιαία ταχύτητα σε όλα τα μήκη και πλάτη της αριστεράς και μάλιστα παράλληλα με την κουβέντα που επιτέλους έστω και αργά ξεκίνησε γύρω από το χρέος. Εντάξει να ακούμε από τον Παπαχελά, τον Πρετεντέρη και τον Καψή, ή τον Πορτοσάλτε ή έστω τον Γεωργελέ του Athens Voice ότι τα περί στάσης πληρωμών σημαίνει ότι το επόμενο δεκαπενθήμερο δεν θα έχει συντάξεις και μισθούς μπορεί κανείς να το δικαιολογήσει. Οι άνθρωποι είναι σε διατεταγμένη υπηρεσία. Είναι η αυλή των τοκογλύφων, καμία έκπληξη, μπορούμε να γελάμε με τις ώρες βλέποντας τις φάτσες τους να ωρύονται πουλώντας κίνδυνο και τρόμο στο ποίμνιό τους. Αλλά να ακούμε τα ίδια επιχειρήματα στο εσωτερικό της αριστεράς, αν μην τι άλλο επιβεβαιώνει το συμπέρασμα ότι η μάχη της προπαγάνδας έχει ήδη χαθεί.Επανερχόμαστε στο θέμα. Το μάθαμε λοιπόν κι αυτό. Στην Ελλάδα οι μισθοί πληρώνονται από τα δάνεια που παίρνει το ελληνικό κράτος από τις τράπεζες. Λοιπόν ας ξεδιαλύνουμε τα πράγματα. Οι μισθοί και οι συντάξεις του δημοσίου στον κρατικό προϋπολογισμό δεν ξεπερνάνε τα 24 δις πριν τα μέτρα, χωρίς να υπολογίζουμε τις φετινές περικοπές. Υπενθυμίζουμε λοιπόν στους αδαείς ότι το κράτος εκτός από δαπάνες έχει και έσοδα. Αυτά τα έσοδα με την υπάρχουσα διαχείριση προβλέπονται για φέτος γύρω στα 50 δις. Το πρωτογενές έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού μπορεί να μηδενιστεί αρκεί να γίνει η αναγκαία διαχείριση, περικόπτοντας περιττές δαπάνες όπως οι στρατιωτικές και πάνω απ’ όλα περικόπτοντας όλες τις χρηματοδοτήσεις προς την κρατικοδίαιτη αστική τάξη που εδώ και δεκαετίες επιχειρεί μόνο με επιδοτήσεις δανεικά και αγύριστα. Επίσης μπορούν να γίνουν και μισθολογικές περικοπές, όχι από τους υπάλληλους των 1000 και 1500 ευρώ αλλά από τους εξωφρενικούς μισθούς δικαστικών, βουλευτών, υπουργών και χιλιάδων στελεχών της δημόσιας διοίκησης, όπως επίσης και από ρυθμίσεις που αφορούν τις αμοιβές των αστυνομικών και των στρατιωτικών που μαζί με τους συνταξιούχους αυτών των σωμάτων που βγαίνουν στη σύνταξη σε ηλικία 45 ετών εδώ και δεκαετίες και κυριολεκτικά έχουν γονατίσει τον κρατικό προϋπολογισμό.Αν λοιπόν υπάρχουν κάποιοι που θα πληγούν από τη στάση πληρωμών αυτοί είναι οι τράπεζες και φυσικά όλα τα λαμόγια που διαχειρίζονται το συγκεκριμένο σύστημα υφαρπαγής του δημόσιου πλούτου και εν πάση περιπτώσει καρφί δεν μας καίγεται περί αυτού. Γι’ αυτό ακριβώς αντιμετωπίζουν με τρόμο κάθε τέτοιο ενδεχόμενο, γιατί πολύ απλά σημαίνει ότι το πάρτι τελείωσε. Κι όμως οι Πορτοσάλτοπρετεντέρηδες με το πιο απίστευτο θράσος δεν σταματάνε να λένε στους εργάτες και στους συνταξιούχους ότι το πάρτι τελείωσε γι’ αυτούς, λες και συμμετείχαν οι μισθωτοί των 1000 ευρώ και οι απόμαχοι των 600 σε κάποιο πάρτι. Αλλά τι άλλο να ακούσει κανείς από δαύτους.Και μέσα σε όλα ακούμε και τον Καρατζαφέρη να απειλεί το πανελλήνιο από το βήμα της βουλής στα τέλη Απρίλη ότι όποιος δεν ψηφίσει το μνημόνιο της τρόικα παίρνει και την ευθύνη ότι δεν θα πληρωθούν οι μισθοί του Μαίου, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι τα χρήματα αυτά θα πήγαιναν κατευθείαν για το ομόλογο των 9δις που έληγε στις 19 Μάη.Εντάξει όλα αυτά, αλλά ότι δεν θα μας ξαναδανείσουν όμως ισχύει. Aκόμα καλύτερα. Αλλά υπάρχει και ένα άλλο ερώτημα. Μήπως θα υπάρχουν για να μπορούν να δανείζουν; Αυτό γιατί να μην μπει στην κουβέντα;“Ναι αλλά αυτό δεν θα μας θέσει εκτός ευρωζώνης;”Ε και λοιπόν τι έγινε. Λες και θα υπάρχει ευρωζώνη την επόμενη μέρα, και τι αξία θα έχει ακόμα και αν διατηρηθεί; Ωστόσο η αποπομπή από την ευρωζώνη δεν είναι μια απλή υπόθεση. Δεν υπάρχει κάποιος κανόνας που λεει ότι θα πετάξουν όποιον κηρύσσει στάση πληρωμών εκτός ευρωζώνης. Πουθενά δεν είναι γραμμένο. Θα πρέπει να νομοθετήσουν. Πάμε λοιπόν σε μια πολιτική διαδικασία, και όχι σε κάποιον οικονομικό αυτοματισμό. Εδώ απαιτούνται διαβουλεύσεις, συναντήσεις αρχηγών, συμφωνίες κ.ο.κ. Όλα αυτά θα απαιτήσουν χρόνο. Οι “αγορές” θα πάθουν πανικό. Αν τώρα στοιχηματίζονται 200 δις στη χρεοκοπία της Ελλάδας, τότε θα παίζονται 20 τρις στη χρεοκοπία της Ευρώπης. Υπό αυτό το πρίσμα, είναι εντελώς λάθος να κάνει κανείς σημαία του την έξοδο από την ευρωζώνη. Κάτι τέτοιο αυτή τη στιγμή εξυπηρετεί τα σχέδια του γερμανικού καπιταλισμού που επιδιώκει ένα ξεκαθάρισμα της ευρωζώνης σε δύο ταχύτητες. Αυτό το δηλώνουν ως στόχο με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο στο Βερολίνο. Επομένως δεν υπάρχει κανένας λόγος να τους διευκολύνουμε, ακόμα και αν οι μήτρες στο Χολαργό είναι έτοιμες για να τυπώσουν τη νέα δραχμή.Ας μας διώξουν λοιπόν αυτοί, ας βρουν τον τρόπο. Αλλά να θυμίσουμε εδώ σε αυτούς που επιλεκτικά, θεωρούν κεφαλαιώδες την έξοδο της χώρας από την Ε.Ε., δεν μας λένε αν πρέπει να φύγει και από τον ΠΟΕ, τον ΟΟΣΑ, και γιατί όχι από τον ΟΗΕ. Μια θέση αρχής εδώ δεν έχει κανένα νόημα εκτός κι αν ενδιαφέρεται για τη συνέπεια στο μαρξισμό της ΚΝΕ της δεκαετίας του ’80. Η συμμετοχή οπουδήποτε, μπορεί να αξιολογείται μόνο σε σχέση με ότι προωθεί ένα συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο. Όλα τα άλλα είναι για ασκήσεις ηθικολογίας.Το θεμελιακό ζήτημα αυτή τη στιγμή είναι να απαλλαχτούμε από τα τοκοχρεωλύσια. Το αν θα γίνει αυτό μέσα ή έξω από την ευρωζώνη είναι δευτερεύων ζήτημα. Σημασία έχει να είναι κανείς έτοιμος για όλα τα ενδεχόμενα. Όπως λοιπόν δεν υπάρχουν θέσφατα για το έξω δεν μπορούν να υπάρχουν και για το μέσα. Όσοι επιμένουν στην έτσι κι αλλιώς παραμονή στην Ε.Ε. με την αυταπάτη να την “επανιδρύσουν” προς όφελος των “λαών”, απλώς εγκλωβίζονται στις αυταπάτες τους. Αν θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτούν το χρέος θα πρέπει να πάρουν την άδεια της Μέρκελ και του Σαρκοζί, γιατί προφανώς δεν θα γίνει η ΕΕ. των λαών στους επόμενους μήνες. Εντούτοις τα επιχειρήματα ενάντια στον εθνικό απομονωτισμό είναι σωστά. Όμως γιατί σώνει και καλά κάθε διεθνές εναλλακτικό σχέδιο περνάει υποχρεωτικά μέσα από τις δομές της Ε.Ε.; Η Ευρώπη όντως είναι γήπεδο, αλλά αυτό δεν αφορά την Ε.Ε., αλλά την Ευρώπη ως γεωγραφικό χώρο που προϋπήρχε της Ε.Ε. Πολλά από τα επαναστατικά κύματα του 19ου και 20ου αιώνα λειτούργησαν ως ντόμινο σε πολλές χώρες της ηπείρου δείχνοντας ότι υπάρχει κοινός τόπος αλλά και κοινή συνείδηση. Δεν χρειαζόταν η ύπαρξη μιας κοινής αγοράς ή μιας ΟΝΕ για να δημιουργηθούν τέτοια αντανακλαστικά. Επίσης είναι γνωστό ότι οι απομονωμένες επαναστάσεις δεν μπορούν να βρουν το στόχο τους, όμως κάθε επαναστατικό κύμα ξεκίνησε από μια χώρα.Ο καθένας δικαιούται να ελπίζει στη μεταρρύθμιση της Ε.Ε., του αστικού κράτους, του καπιταλισμού, κανένα πρόβλημα. Δεν έχουμε κανένα λόγο να απορρίψουμε στα λόγια κάθε πιθανότητα μεταρρύθμισης. Το θέμα όμως είναι τι κάνουμε όταν βλέπουμε ότι δεν μεταρρυθμίζεται. Και ειδικά όταν γίνεται ένας δυνάστης, που επιβάλει μαζί με την ελληνική άρχουσα τάξη ένα σχέδιο κοινωνικής αντεπανάστασης. Μπορούμε ακόμα να μιλάμε για μεταρρυθμίσεις; Πριν 10 και 20 χρόνια οι υποστηριχτές της συμμετοχής στην Ε.Ε. όλο και θα έβρισκαν λόγους για να αιτιολογήσουν τη στάση τους. Είχαν επίσης μαζί τους την κοινή γνώμη που πίστευε ότι μέσω της Ε.Ε. θα βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο. Τα συνθήματα τότε ενάντια στην Ε.Ε. είχαν μόνο προπαγανδιστικό χαρακτήρα. Σήμερα όμως όχι μόνο οι προσδοκίες από την Ε.Ε. έχουν εκμηδενιστεί, αλλά και η ίδια σπαράσσεται από μια άνευ προηγουμένου κρίση συνοχής. Έχει λοιπόν κάποιο νόημα να τη σώσουμε, ή πάνω σε αυτή τη σαθρή βάση να στηρίζουμε το δικό μας εναλλακτικό πολιτικό σχέδιο;Και γιατί όχι “διαγραφή του χρέους”;Όταν η αριστερά στο σύνολό της ισχυριζόταν ότι δεν υπάρχει καμία κρίση και ότι όλα είναι μια φάρσα, ελάχιστοι μίλησαν για τη στάση πληρωμών. Τώρα ορισμένοι από αυτούς που μίλαγαν για φάρσα, πέρασαν με ένα σάλτο πάνω από τη στάση ανακαλύπτοντας τη διαγραφή του χρέους. Καμία έκπληξη, από ανθρώπους που ειδικεύονται στην αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση. Πάντα κάτι θα ανακαλύπτουν για να πουλήσουν ανέξοδο αριστερό βερμπαλισμό, αφού πρώτα δείξουν πόσο ευκαιριακοί είναι.στις σημαίες που κρατάνε.Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν αγγίζουν πολλές φορές τα όρια του γελοίου. Λένε ας πούμε ότι για στάση ή αναδιάρθρωση μιλάνε ακόμα και νεοφιλελεύθεροι. Μάλιστα. Ενώ όταν το πιο σκληρό κομμάτι του γερμανικού κεφαλαίου λεει ότι η Ελλάδα πρέπει να τεθεί εκτός ευρωζώνης δεν τους ανησυχεί καθόλου, για να τους θυμίσουμε ότι είναι ακριβώς οι ίδιοι που μαζί με τη διαγραφή που τη θεωρούν πλέον κόκκινη γραμμή, μιλάνε και για άμεση έξοδο από την ευρωζώνη ή και την Ε.Ε.Πάνω λοιπόν στην καπιταλιστική εκδοχή μιας στάσης ή μιας αναδιάρθρωσης στήνουν στον τοίχο γενικά τη στάση πληρωμών. Είναι μια μέθοδος πονηρή αξία μόνο για τσαρλατανίσκους.Και για να μπούμε στην ουσία. Εμείς δεν είμαστε υπέρ της έτσι κι αλλιώς γενικής διαγραφής για έναν βασικό λόγο: Εξαρτάται από το ποιος κατέχει ομόλογα. Αν είναι ασφαλιστικοί οργανισμοί, ή ατομικά αποταμιευτές συνταξιούχοι ή και εργαζόμενοι, εκεί τι θα κάνουμε, θα πούμε ότι δεν σας αποζημιώνουμε; Δεν πρέπει να το διαπραγματευτούμε; Να τους προτείνουμε μια κάποια λύση; Αν δεν έχουμε να τους πληρώσουμε σε ρευστό να τους προτείνουμε πακέτα διακοπών στην Ελλάδα ή κάτι άλλο. Αυτά είναι στοιχειώδη μέτρα που θα έπαιρνε οποιοσδήποτε μιλάει σοβαρά πάνω σε όλα αυτά και δεν κάνει απλώς αντιπολίτευση στο γειτονικό γκρουπούσκουλο.Από κει και πέρα τίθενται επίσης ζητήματα τακτικής. Κάθε ομόλογο πρέπει να αντιμετωπιστεί σαν διαφορετική περίπτωση προκειμένου να μην συντονιστούν οι πιστωτές εναντίον σου. Όλοι πρέπει να έχουν την ελπίδα ότι κάτι θα πάρουν πίσω. Εκτός και αν έχει κανείς 500 πυρηνικές κεφάλες έτοιμες να τις σκάσει στα κεφάλια όσων απαιτούν την αποπληρωμή των κεφαλαίων τους. Κάθε ομόλογο πρέπει να επανακοστολογηθεί αναλόγως με το που χρησιμοποιήθηκε, αν έπεσαν μίζες, αν έχουν πληρωθεί υπέρογκοι τόκοι. Επίσης θα αξιολογηθεί και ο κάτοχός του και αναλόγως θα προκύψει ένα υπόλοιπο.Από τώρα πρέπει να απαιτηθεί από την αριστερά και το κίνημα διαφάνεια γύρω από το χρέος. Σε ποιες τράπεζες, πόσα, πότε και γιατί. Όπως ακριβώς απαιτούμε και από μια επιχείρηση που πτωχεύει να ανοίξουν τα λογιστικά βιβλία, να δούμε που πήγαν τα λεφτά, αν τα έφαγε ο κάθε Ψωμιάδης (ΑΣΠΙΣ) κ.ο.κ. Όσα περισσότερα δις σβηστούν από τα 300 με το μικρότερο κόστος τόσο το καλύτερο. Κανείς δεν θα είχε αντίρρηση. Από κει και πέρα ο καθένας μπορεί από το πληκτρολόγιό του να κηρύξει τον 3ο γύρο της παγκόσμιας επανάστασης. Αν αυτό τον ικανοποιεί κανένα πρόβλημα. Δυστυχώς όμως το χρέος δεν διαγράφεται στα πληκτρολόγια, ούτε στα κοινοβούλια του χώρου στο Γκίνη, μεταξύ συγγενών και φίλων.Επίσης να θέσουμε και εμείς ένα ερώτημα σε όσους είναι γενικώς υπέρ των “διαγραφών”. Έχουν την ίδια άποψη και για τα ιδιωτικά χρέη; Ένα τέτοιο μέτρο προάγει την κοινωνική δικαιοσύνη; Ας στο σκεφτούν και ας πάρουν μια θέση και γι’ αυτό, μιας και αύριο θα σκάσει κι αυτή η φούσκα. Μέχρι τότε να πούμε τη δική μας γνώμη. Εμείς δεν είμαστε υπέρ μιας τέτοιας διευθέτησης, γιατί αυτό βγάζει λάδι αυτούς -στήριγμα της εξουσίας- που με δανεικά έφτιαξαν σπίτια, εξοχικά και κυκλοφορούσαν με Κομπρέσορ και επιπλέον στήριζαν έμπρακτα τις αυταπάτες της Belle Époque του καταναλωτισμού, συνεισφέροντας κι αυτοί στο φούσκωμα του παρασιτικού χρηματιστικού κεφαλαίου, την ίδια ώρα που άλλοι έμεναν στο νοίκι και είχαν στην κατοχή τους ένα αυτοκινητάκι. Επομένως διαγραφή ναι αλλά μόνο αν αυτά περάσουν σε κοινή ιδιοκτησία. Αλλιώς ο κάθε πονηρός που σκέφτεται πως θα τη σκαπουλάρει ατομικά ας συνεχίσει να πληρώνει και στην κρατικοποιημένη τράπεζα διάδοχο τις ιδιωτικής γιατί αλλιώς δεν πρόκειται να βάλει μυαλό. Φυσικά η τράπεζα κερδοσκόπησε με τους τόκους, ακόμα και σε όσους με δάνεια παρίσταναν τους μπουρζουάδες. Εννοείται ότι πρέπει να επανακοστολογηθούν όλα τα δάνεια και σίγουρα ένα μέρος θα διαγραφεί και με ταξικά κριτήρια, ή για λόγους που θα κριθούν συγκεκριμένα αναγκαίοι. Τα περί γενικής διαγραφής όμως είναι λόγια του αέρα, όπως αυτά που συνηθίζουν να ακούγονται στην αριστερά, που όχι μόνο δεν συγκινούν κανένα αλλά ούτε ιδρώνει και το αυτί κανενός. Γιατί όλοι γνωρίζουν και ιδιαίτερα ο αντίπαλος ότι τα λόγια του αέρα είναι εντελώς ακίνδυνα.Οικονομικοί αυτοματισμοί και κρατική παρέμβασηΣε πολλές από τις συζητήσεις που γίνονται αλλά και σε σχετική αρθρογραφία, σημειώνονται οι επιπτώσεις που μπορεί να έχει μια στάση πληρωμών ή η έξοδος από την ευρωζώνη. Ωστόσο επιμένουμε ότι δεν υπάρχουν αυτόματες επιπτώσεις παρά μόνο θεωρητικά και πάντα υπό ορισμένες συνθήκες. Όπως και δεν υπάρχει οικονομία σκέτη αλλά πολιτική οικονομία. Ας δούμε μερικές από τις βεβαιότητες που ακούγονται:Έξοδος από το ευρώ, νέο νόμισμα, υποτίμηση, πληθωρισμός, μείωση του πραγματικού μισθού. Ξεδιπλώνοντας όμως αντίστροφα αυτό το συλλογισμό, διαπιστώνουμε ότι, χωρίς νέο νόμισμα, ήδη το εργατικό εισόδημα μετά τις σχετικές μειώσεις των μισθών, και τις αυξήσεις στα καύσιμα, τους λογαριασμούς και δεκάδες άλλα προϊόντα, μετράει απώλειες 20%. Επιπλέον αν υλοποιηθούν τα όσα ακούγονται για συντάξεις στο 48% του μισθού και με 40 χρόνια υπηρεσία τότε η μιλάμε για 50% μειώσεις. Αν σ’ αυτό προσθέσουμε το εργατικό δυναμικό που θα πέσει στην ανεργία εξαιτίας της ύφεσης μιλάμε για απώλειες 100%. Μια υποτίμηση θα δημιουργήσει πληθωριστικές πιέσεις κυρίως λόγω της αύξησης των τιμών των προϊόντων που θα εισάγονται. Όλα αυτά βεβαίως ισχύουν όταν η αγορά λειτουργεί ανεξέλεγκτα. Όταν εκατοντάδες προϊόντα πουλιούνται στην Αθήνα ακριβότερα από οποιαδήποτε πρωτεύουσα της Ευρώπης, τότε σίγουρα υπάρχουν περιθώρια με κεντρικές παρεμβάσεις οι τιμές να ελεγχθούν. Σε τελευταία ανάλυση μπορεί να ελεγχθεί εξ ολοκλήρου το εξωτερικό εμπόριο ακόμα κι αν αυτό προκαλεί αναφυλαξία στις “αγορές” και τους οπαδούς τους. Επιπλέον τα εργατικά εισοδήματα μπορούν να διαφυλαχτούν από τον πληθωρισμό και με άλλους τρόπους όπως η αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή.Ακούγεται επίσης ότι μια υποτίμηση του νομίσματος θα αυξήσει αναλόγως το δημόσιο χρέος αφού αυτό παραμένει σε συνάλλαγμα. Αυτό θα ίσχυε στο βαθμό που συνεχίσει κανείς να πληρώνει, για να μην ξεχνιόμαστε. Παρόλα αυτά οι περισσότεροι συμφωνούν με μια υποτίμηση όταν την σκέφτομαι ως μέσο για να βελτιωθεί το εμπορικό ισοζύγιο. Πράγματι αυτό ισχύει. Εντούτοις υπάρχουν και πιο δραστικοί τρόποι να βελτιώσει κανείς το εμπορικό του ισοζύγιο χωρίς να περιμένει τους αυτοματισμούς της αγοράς. Ο έλεγχος του εξωτερικού εμπορίου από το κράτος είναι ένας τρόπος που έχει ξεχαστεί προ πολλού, αφού η μέθοδος αυτή έχει διαγραφεί από τους ταλιμπάν του νεοφιλελευθερισμού. Κι όμως μια κρατική παρέμβαση στον τομέα αυτό θα εξυπηρετούσε τις συλλογικές ανάγκες της κοινωνίας, βάζοντας φραγμό σε ότι άχρηστο και πανάκριβο προϊόν εισάγεται ανεξέλεγκτα ακόμα και σαν είδος πρώτης ανάγκης (όπως φάρμακα και νοσοκομειακά υλικά) από τις εταιρίες που θησαυρίζουν εξαιτίας ακριβώς του ότι δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός και έλεγχος.Στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν οικονομικοί αυτοματισμοί παρά μόνο όταν δεν υπάρχει κρατική παρέμβαση. Ωστόσο ας μην ξεχνάμε ότι πάρα τα όσα ακούγονται, ούτε οι οικονομίες της απόλυτης κυριαρχίας της αγοράς λειτουργούν χωρίς κανόνες. Και μάλιστα κανόνες εντελώς αυθαίρετους, όπου τον έλεγχο της κυκλοφορίας του χρήματος τον έχουν οι τράπεζες, που ανάλογα με τη δανειοδοτική τους πολιτική καθορίζουν και τις τιμές στην πραγματική οικονομία. Ας αναρωτηθεί ο καθένας αν ένα τριάρι αξίζει πραγματικά 300 μισθούς, ή αν αυτό είναι το προϊόν της κατασκευαστικής φούσκας που δημιουργήθηκε από την έκρηξη των στεγαστικών δανείων τα τελευταία 15 χρόνια. Ας σκεφτεί επίσης ότι αν αυτή η φούσκα αφορά το 1/3 ας πούμε της αξίας αυτού του διαμερίσματος, αυτό σημαίνει 100 επιπλέον μισθοί τσάμπα υπεραξία, στο βωμό του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αυτή είναι η ελεύθερη αγορά, χωρίς κρατική παρέμβαση. Αυτό το σύστημα κλοπής του πραγματικού πλούτου που παράγεται από την εργασία πρέπει να καταστραφεί και δεν έχουμε κανένα λόγο να το σεβαστούμε..Ποιο πρέπει να είναι το κεντρικό αίτημαΟι δύο μεγάλοι σχηματισμοί της αριστεράς το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υιοθετούν το αίτημα για στάση πληρωμών, ούτε καν της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους. Από κει και πέρα συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ όπως το Κόκκινο και το Ξεκίνημα υιοθετούν τη στάση, ενώ το Μέτωπο (Αλαβάνος, ΚΟΕ, ΔΕΑ, ΚΕΔΑ) μιλάνε περισσότερο για επαναδιαπραγμάτευση. Στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά η Ανταρσία μιλάει για στάση ενώ άλλες οργανώσεις όπως το ΕΕΚ, η ΟΚΔΕ και η Ανασύνταξη προτείνουν τη διαγραφή του χρέους. Όμως το θέμα δεν είναι αν μέσα σε άλλους 30 άξονες βρίσκεται και η στάση, αλλά αν πραγματικά γίνεται το κεντρικό ζήτημα αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση. Κεντρικό ακριβώς γιατί πάνω σε αυτό η κυβέρνηση χτίζει το σύνολο της επίθεσης. Εδώ λοιπόν δεν έχει γίνει καμία πρόοδος από την αρχή του χρόνου. Δεν αρκεί να ακούγεται ψιθυριστά, ούτε να το γράφουμε σε μια προκήρυξη για να βγει η υποχρέωση. Αυτό που έχει σημασία έστω και τώρα είναι να γίνει το κεντρικό αίτημα σε όλες τις κινητοποιήσεις. Δεν είναι δυνατό να βαδίζουμε προς την 7η γενική απεργία και να μην είναι γραμμένο το σύνθημα αυτό σε κανένα πανό. Και δεν είναι επίσης δυνατό να μιλάμε για γενικές απεργίες και μάλιστα μερικοί να προτείνουν και τη διαρκείας απλώς με συνδικαλιστικά αιτήματα.Αν μιλάμε για γενική απεργία, αυτό πρέπει να σημαίνει, για να έχουμε μια ουσιαστική κλιμάκωση, γενική πολιτική απεργία. Απεργία με πολιτικά πλέον αιτήματα. Το να μην περάσουν τα μέτρα δεν αρκεί. Χρειάζεται πολιτική πρόταση διεξόδου. Το κίνημα θα πρέπει να μιλήσει πολιτικά και αυτό ακριβώς θα το βάλει σε μια τροχιά αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση. Μόνο έτσι μπορεί να αντιληφθεί τον εαυτό του ως εναλλακτική λύση απέναντι σε αυτή την κυβέρνηση.Πολλοί αναρωτιούνται αν το σύνθημα της στάσης το απευθύνουμε στην κυβέρνηση για να το πραγματοποιήσει. Κάθε πολιτικό σύνθημα λειτουργεί με δύο τρόπους: Αφενός σαν αίτημα προς την κυβέρνηση αφετέρου σαν σύνθημα που ενοποιεί πολιτικά ένα κίνημα που ξεκινάει ως διαμαρτυρία προς την εξουσία και διαμέσου της πολιτικοποίησής του μεταμορφώνεται σε ανταγωνιστική εξουσία προς τον υπάρχων αστικό καθεστώς. Στο βαθμό που συμβεί αυτό τότε μπαίνουμε σε μια περίοδο δυαδικής εξουσίας. Πιθανόν τότε ακόμα και μια αστική κυβέρνηση να υποχρεωθεί κάτω από την πίεση του κινήματος να πάρει ορισμένα μέτρα. Αν όχι η κυβέρνηση Παπανδρέου, ίσως μια άλλη με διαφορετικά πρόσωπα, τύπου “Κερένσκυ“ ή τύπου “Κίρχνερ“. Μια κυβέρνηση που αδυνατεί να συντρίψει το κίνημα και γι’ αυτό αναγκάζεται να διαπραγματεύεται μαζί του. Αυτή δεν μπορεί να είναι η σημερινή κυβέρνηση. Αυτή ξεκάθαρα προωθεί το σχέδιο της κοινωνικής αντεπανάστασης και γι’ αυτό πρέπει να γίνει στόχος του κινήματος.Το ζήτημα είναι πάνω σε ποιο ζήτημα θα επιδιώξει το κίνημα την ανατροπή της. Σε ποια δηλαδή βάση θα επιδιώξει να αποσπάσει την συναίνεση ευρύτερων κομματιών της κοινωνίας που αυτή τη στιγμή ναι μεν αγανακτούν με την κυβέρνηση, αντιλαμβάνονται ότι η κατάσταση πάει από το κακό στο χειρότερο, αλλά δεν βλέπουν μια εναλλακτική λύση. Η αριστερά και το κίνημα πρέπει να κερδίσουν τη συναίνεση αυτών των στρωμάτων πάνω σε μια κεντρική μάχη και αυτή δεν είναι άλλη από το πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί το ζήτημα του χρέους και επομένως της πιθανής χρεοκοπίας. Όσο δεν φαίνεται ξεκάθαρα μια άλλη εναλλακτική λύση, όσο δεν δείχνουμε ποιο είναι το πρώτο βήμα τότε τα στρώματα αυτά έστω και παθητικά θα ανέχονται ως μοναδική λύση το ελεεινό σχέδιο της κυβέρνησης, αφού θα πιστεύουν ότι όλα τα άλλα θα έχουν χειρότερα αποτελέσματα. Η αριστερά και το κίνημα θα πρέπει επιτέλους να μιλήσουν πολιτικά, να προετοιμάσουν τη διάδοχη λύση.Όπως και να ‘χει τους επόμενους μήνες θα έχουμε μια απότομη κλιμάκωση της ταξικής αντιπαράθεσης. Αν μέχρι τότε δεν έχει υπάρξει καμία πολιτική πρόοδος, τότε η εξέγερση που έρχεται θα περιοριστεί απλώς σε εκδικητικά καθήκοντα, εκτονώνοντας τη συσσωρευμένη κοινωνική αγανάκτηση, χωρίς όμως να δίνει λύση. Τότε να είμαστε σίγουροι ότι η λύση θα δοθεί από τη μαύρη αντίδραση, που θα επιδιώξει να καλύψει εκείνη το κενό, όπως έχει γίνει άλλωστε τόσες φορές στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν.Κ. Μαραγκός
Διαβάστε περισσότερα...